Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023

Τι σημαίνουν οι στίχοι στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς? Η εξήγηση από την Μαρία Ανδρέλλου. και τα Βυζαντινά κάλαντα Πρωτοχρονιάς

 

ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ


Με μια ανάρτηση από το 2018 η Μαρία Ανδρέλλου μας εξηγεί τι σημαίνουν τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς. Όπως πάντα ο έρωτας όχι μόνο χρόνια αλλά ούτε κοινωνικούς διαχωρισμούς δεν κοιτά και μερικές φορές, γίνεται ένα τραγούδι που έχει γοητεία ακόμα και αν δεν θυμόμαστε πια το γιατί.

Maria Andrellou

από την ομάδα στο φεις ΟΛΟΙ ΟΙ ΚΑΡΥΣΤΙΝΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΔΩ
Στα χρόνια του Βυζαντίου οι φτωχοί και χαμηλών στρωμάτων άνθρωποι δεν είχαν το δικαίωμα να μιλούν στους αριστοκράτες.
Κάποιος νεαρός λοιπόν, ταπεινής καταγωγής, ερωτευμένος με μια αρχοντοπούλα, σκέφθηκε να εκμεταλλευθεί την μοναδική εξαίρεση του κανόνα, που επέτρεπε το κοινωνικό πρωτόκολλο.
Έτσι την πλησίασε την περίοδο των εορτών για να της απευθύνει τραγουδιστά τις ευχές του. Προηγουμένως βεβαίως είχε φροντίσει να εντάξει ανάμεσα στα κάλαντα του Μεγάλου Βασιλείου και το ερωτικό ποίημα που είχε συνθέσει . Έμπλεξε λοιπόν τα δύο τραγούδια με τέτοιο τρόπο μεταξύ τους, ώστε κάθε δεύτερη στροφή να παινεύει την καλή του.
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
Ψηλή μου δεντρολιβανιά
Κι αρχή καλός μας χρόνος
Εκκλησιά με τ” άγιο θόλος
Άγιος Βασίλης έρχεται
Και δεν μας καταδέχεται
Από την Καισαρεία
Συ είσ” αρχόντισσα κυρία
Βαστάει πένα και χαρτί
Ζαχαροκάντιο ζυμωτή
Χαρτί-χαρτί και καλαμάρι
Δες κι’ εμέ, δες κι’ εμέ το παλικάρι
Δες με αρχόντισσα κυρά, που δεν με καταδέχεσαι. Κυρά φτιαγμένη από ζάχαρη, ψηλή σαν δεντρολιβανιά. Με το ψηλό κωνικό σου καπέλο με το τούλι στην κορφή που μοιάζει σαν το θόλο της εκκλησιάς…
Αν λοιπόν τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς σας ακούγονταν μέχρι σήμερα ολίγον τι ασυνάρτητα η παράδοξα, τώρα που γνωρίζετε την ρομαντική τους προέλευση θα δικαιώσετε την παράδοση, που τα πέρασε από γενιά σε γενιά, για να γίνουν τα πιο διαδεδομένα στον ελληνικό χώρο...
Δυστυχώς θα απογοητεύσω τους πιο ρομαντικούς από σας αφού δεν μπορώ να σας πω αν τελικά η πανέμορφη κυρά κατάλαβε, πόσο μάλλον αν ανταποκρίθηκε στο ιδιόμορφο αυτό κάλεσμα αγάπης...
Εύχομαι όμως σε σας να βρείτε αγάπη και ζεστασιά σε όλο το 2018!

Σε τι αναφέρεται τελικά ο περίφημος στίχος που όλοι τραγουδήσαμε κάποτε στα κάλαντα;

Στο χωριό όλα τα σπίτια ήταν ανοιχτά, μπαίναμε περίπου με το «έτσι θέλω», πετώντας ένα «γεια σου, θεία», για να εδραιώσουμε σχέσεις, και ζητούσαμε νερό. Αν η θεία ήταν καλόβολη, εκτός από το νερό, θα ερχόταν και κέρασμα. Η θεία Βαρβάρα λοιπόν, που είχε το σπίτι της απέναντι από το σχολείο, μας έβγαζε πάντα γλυκό βανίλια με νερό από τη στέρνα, καλοδεχούμενο τονωτικό για να επιστρέψουμε πάραυτα στις δουλειές που είχαμε αφήσει στη μέση και που «υφαίναμε» καθημερινά δυο μήνες το καλοκαίρι, χωρίς να τις σχολάμε ποτέ: το τρέξιμο, το κρυφτό, το φυσοκάλαμο, τον πετροπόλεμο, την αμπάριζα, και φτου κι από την αρχή. Παρόμοιες οι αναμνήσεις όλων των παιδιών της γενιάς μου. Κλισέ, γλυκερές εικόνες από σκιερές αυλές, παιδικά καλοκαίρια και εξοχές. Αν υπάρχει ένα ελληνικό γλυκό που να μπορεί να ξυπνήσει τόσες αναμνήσεις όσες οι μαντλέν του Προυστ, αυτό τελικά είναι η βανίλια.

Η ιστορία της έχει ενδιαφέρον. Λένε ότι πρωτοφτιάχτηκε στην Πόλη από Χιώτες ζαχαροπλάστες, και ήταν ένα κέρασμα που σέρβιραν σε όλα τα ελληνικά σπίτια στο Πέραν και στα ζαχαροπλαστεία του Γαλατά. Στο βιβλίο της Σούλας Μπόζη «Πολίτικη κουζίνα» δίνεται μάλιστα και συνταγή για το «άσπρο γλυκό», όπως ήταν γνωστό. Το έφτιαχναν λοιπόν και στα σπίτια, όπως μου έχει επιβεβαιώσει ο ίδιος ο Στέλιος Παρλιάρος, που έχει τέτοιες μνήμες από τα παιδικά του χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Το έφτιαχναν δε από το τίποτα, από ζάχαρη και νερό. Στο τέλος πρόσθεταν λίγο λεμόνι, για να μη ζαχαρώσει το σιρόπι, και βανίλια ή μαστίχα. Αφού κρύωνε το σιρόπι, το ανακάτευαν κυκλικά με ξύλινη κουτάλα, με την ίδια πάντα φορά, μέχρι να χάσει τη διαφάνειά του, να «κόψει» και να γίνει μια ανοιχτόχρωμη γαλακτερή μάζα.

Αυτό που δεν γνωρίζαμε είναι ότι σε αυτό το παρασκεύασμα αναφέρεται η φράση «ζαχαροκάντιο ζυμωτή» που ακούμε στα κάλαντα (ζαχαροκάντιο είναι η ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο). Τι σχέση έχει λοιπόν με τον Άγιο Βασίλη που εμφανίζεται βαστώντας εικόνα και χαρτί; Ουδεμία. Όπως διαβάζουμε στο πολύ ενδιαφέρον blog του θεολόγου και συνταξιούχου εκπαιδευτικού Δημήτρη Καραμάτσκου, τα κάλαντα, αν προσπαθήσεις να τα διαβάσεις και να τα κατανοήσεις με τη σειρά που λέγονται, δεν βγάζουν κανένα νόημα. Κι αυτό γιατί στην ουσία πρόκειται για ένα μπλέξιμο θρησκευτικών στίχων με στίχους κεκαλυμμένους ερωτικούς. Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία τα κάλαντα ήταν ένας τρόπος να μπουν οι νεαροί στα σπίτια των κοριτσιών που τους ενδιέφεραν και να τους εξομολογηθούν τον έρωτά τους. Κάθε δεύτερος στίχος αναφέρεται σε αυτές: ψηλή μου δεντρολιβανιά (ψηλή σαν δεντρολίβανο) / εκκλησιά με τ’ άγιο θόλος (με το καπέλο είσαι σαν εκκλησιά με τον τρούλο) / στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει (αν βγει να περπατήσει, θα ευφρανθούν οι καρδιές μας) / και δεν μας καταδέχεται / συ είσαι αρχόντισσα κυρία / ζαχαροκάντιο ζυμωτή (είσαι σαν γλυκό ζυμωμένο, σαν ζαχαροκάντιο), κ.λπ.

 



Βυζαντινά κάλαντα Πρωτοχρονιάς

Παραδοσιακά κάλαντα Πρωτοχρονιάς

Και νέον έτος αριθμεί
την του Χριστού περιτομή
και η μνήμη του Αγίου
Ιεράρχου Βασιλείου.

Του χρόνου μας αρχή καλή
και ο Χριστός μας προσκαλεί
την κακία ν' αρνηθούμε
μ' αρετές να στολιστούμε.

Να ζούμε βίον τέλειον
κατά το ευαγγέλιον
με αγάπη με ειρήνη
και με την δικαιοσύνη.

Χρόνια πολλά και ευτυχή
με καθαρά κι αγνή ψυχή
με χαρά και με υγεία
με την θεία ευλογία

του Αγίου Βασιλείου




και η μνήμη του Αγίου


Ιεράρχου Βασιλείου.

Του χρόνου μας αρχή καλή
και ο Χριστός μας προσκαλεί
την κακία ν' αρνηθούμε
μ' αρετές να στολιστούμε.

Να ζούμε βίον τέλειον
κατά το ευαγγέλιον
με αγάπη με ειρήνη
και με την δικαιοσύνη.

Χρόνια πολλά και ευτυχή
με καθαρά κι αγνή ψυχή
με χαρά και με υγεία
με την θεία ευλογία.

 

 

 





Όλες οι αντιδράσει

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

"Η ΚΑΡΥΣΤΙΝΗ ΜΠΑΚΛΑΗ!" της Μόσχας Χατζηνικολή.

 Ένα πολύ ωραίο και συγκινητικό κείμενο.💓

 " Όπως θρέει το φύλλο έτσι να θρέουν και τα καλά στο σπίτι μας"




Η ΚΑΡΥΣΤΙΝΗ ΜΠΑΚΛΑΗ!
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, τον μπακλαβά- την μπακλαή, όπως τη λέμε στην Κάρυστο- τον έχω συνδυάσει με την Πρωτοχρονιά όπως συμβαίνει και στα περισσότερα σπίτια στον τόπο μας.
Ανεξίτηλη εικόνα, η γιαγιά η Μόσχα και η μαμά μου σκυμμένες πάνω από το μεγάλο στρογγυλό ταψί, η μια να στρώνει φύλλα, η άλλη να τα βουτυρώνει και να ρίχνει το καρύδι και πάλι φύλλο και πάλι βούτυρο και πάλι καρύδι, μέχρι να φτάσει το χείλος του ταψιού γιατί " άμα δεν είναι ψηλός ο μπακλαβάς δεν έχει αρχοντιά"!! Από δίπλα ο παππούς ο Ζάχος που το'χε έννοια μεγάλη αν έριχναν μπόλικη γέμιση στις γωνίες γιατί απ'αυτές θα έτρωγε, αφού τα "καλά' κομμάτια, τα εμφανίσιμα τα δίναμε στους μουσαφίρηδες. Τι? Τις γωνιές θα δίναμε να τρώγαν σκέτο φύλλο να μας κουσελεύανε?? Και- το έχω ξαναγράψει- χωνόταν ανάμεσά τους, έπαιρνε μια χούφτα γέμιση κι έριχνε μόνος του στις γωνίες για να το σιγουρέψει, μουρμουρίζοντας "και εις την γωνίαν διότι υπέρ ημών γέγραπται", καθαρευουσιάνος γαρ!!
Κι όταν ερχόταν το ταψί απ'το φούρνο, μοσχοβόλαγε όλο το σπίτι που έπεφτε πάνω του το ζεστό σιρόπι με το μέλι και ξεπήδαγαν από μέσα του αρώματα από κανέλα και γαρύφαλλο ανακατεμένα με το ντόπιο βούτυρο.
Κι όταν την άλλη μέρα ήταν να κοπεί, η γιαγιά το σταύρωνε και ξεκινούσε το κόψιμο κι όταν άκουγε τα τραγανά φύλλα που έτριζαν έλεγε: Όπως θρέει το φύλλο έτσι να θρέουν και τα καλά στο σπίτι μας!
Το πρώτο στάδιο της... κατανάλωσης ήταν η μοιρασιά σε συγγενείς και φίλους: "Τόσα κομμάτια στη Μαρίκα και στον Χρήστο, τόσα στη θεία τη Πιπίνα του Μαστραντώνη και στη θεία Μαρίκα του Στουραϊτη, τόσα στην Κλειώ του Πλατυμέση, τόσα στη Τούλα του δήμαρχου του Δεληγιώργη....Κι έβαζαν από λίγα κομμάτια στο καλό το πιάτο σκεπασμένο με την κολλαριστή λευκή πετσέτα με το χειροποίητο αζούρ γύρω γύρω κι έστελναν εμένα να τρέχω να τα μοιράζω, παραμονή Πρωτοχρονιάς!...
Κι αφού τέλειωνε η εξωτερική μοιρασιά, ξεκινούσε η των ενδοτέρων!! Στις καλές πιατέλες που θα έμεναν κρυμμένες στον μπουφέ για τους μουσαφίρηδες γιατί τι? Χρονιάρες μέρες, θα 'ρθει κάνας χριστιανός, να μην έχουμε να τον τρατάρουμε? Άδικο είχε λοιπόν ο παππούς που μπούκωνε τις γωνίες για να τις εξασφαλίσει??
Οι δε πιατέλες ήταν ειδικότητα δική μου και του αδερφού μου του Ζάχου: Πηγαίναμε κρυφά, σηκώναμε το πάνω φύλλο, τρώγαμε γέμιση και μετά ξαναβάζαμε το πάνω φύλλο στη θέση του και μέχρι να το καταλάβει η μάνα μας να μας αρχίσει στις μπούφλες, εμείς είχαμε φάει τη μισή πιατέλα!...
Τα χρόνια πέρασαν, έμεινε μόνη της η μάνα μου να στρώνει κάθε προπαραμονή Πρωτοχρονιάς τον μπακλαβά, μετά μου έδειχνε κι εμένα και τον κάναμε μαζί, μετά τον έκανα μόνη μου υπό το άγρυπνο βλέμμα και υπό τας υποδείξεις της και εδώ και τέσσερα χρόνια, άνευ υποδείξεων πλέον....Αχ αυτές οι υποδείξεις, πόσο με νευρίαζαν αλλά πόσο μου λείπουν τώρα!...Στο άγχος μου μήπως πέσει πολύ το γαρύφαλλο και πικρίσει, μήπως δεν έβαλα πολλή κανέλα και γίνει άνοστο, μήπως δεν έβαλα πολύ μέλι στο σιρόπι, δεν μου απαντάει πλέον κανείς... Και δεν είναι η βοήθεια, η παρέα είναι που λείπει...
Έτσι, τα τελευταία χρόνια, μόνη μου στρώνω τα φύλλα, μόνη μου τα βουτυρώνω, ρίχνω μπόλικη γέμιση στις γωνίες γιατί "υπέρ ημών γέγραπται" και μουρμουρίζω κόβοντας: Όπως θρέουν τα φύλλα έτσι να θρέουν και τα καλά στο σπίτι μας και στο σπίτι του Ζάχου μας και στο σπίτι της Ελένης μας!!! Και πάντα ρε παιδί μου, πάντα όμως, κάθε χρόνο, μου ξεφεύγει ένα τόσο δα δακρυάκι που όμως δεν είναι λύπης αλλά γλυκιάς νοσταλγίας, είναι περισσότερο δάκρυ χαράς και συγκίνησης για τη συνέχεια του μπακλαβά της Πρωτοχρονιάς, για τη συνέχεια των συνηθειών, των παραδόσεων, των εθίμων, για τη συνέχεια της ίδιας της ζωής!...
Να είμαστε όλοι καλά και του χρόνου!!
ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΗ ΧΡΟΝΙΑ για όλους σας με υγεία και χαρές στα σπίτια σας!!

Μια όμορφη γιορτούλα στην πλατεία.

 Σήμερα ήρθε ο "'Αγιος Βασίλης" και ο καλός καιρός βοήθησε για μια χαρούμενη γιορτούλα στην πλατεία.  Η βαρκούλα μπήκε στο λιμάνι, οι λουκουμάδες ζεστοί και αφράτοι, και τα ποδήλατα έτοιμα για βολτίσες .

Τελειώνει ο χρόνος με όμορφες εικόνες από την μικρή μας πόλη και δίνει ελπίδες για πολλές περισσότερες την νέα χρονιά.

Στην σελίδα https://www.styranews.gr/ ανέβηκε το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Δημάρχου Δήμου Καρύστου και αύριο είμαστε όλοι έτοιμοι να υποδεχθούμε το 2024 με 2024 ευχές και άλλες τόσες προσδοκίες.




https://expressevia.com/2023/12/%ce%bf-%ce%ac%ce%b3%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%b2%ce%b1%cf%83%ce%af%ce%bb%ce%b7%cf%82-%ce%ae%cf%81%ce%b8%ce%b5-%ce%b1%cf%80%cf%8c-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%b8%ce%ac%ce%bb%ce%b1%cf%83%cf%83%ce%b1/?fbclid=IwAR2TR1YRES6i9jWoJtbCBGKsmCvI3Da8CZnRiUWc4Cf5eKngo1S07GkmGyk










Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

Στου προφήτη Ηλία μια φορά..

 



Η μέρα ξημέρωσε με ένα όμορφο μπλε λουλακί που ξάνοιγε στις άκρες εκεί που θα έβγαινε ο ήλιος . Η υγρασία της νύχτας τα έκανε όλα να φαίνονται μετά από βροχή και η προσμονή για την μεγάλη πρόκληση είχε ήδη αρχίσει.

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο με τα μπουφάν και τα σακίδια με τις προμήθειες και γεμάτοι με χαρούμενη ανυπονησία ξεκινήσαμε την ανάβαση για το βουνό.

Η παρέα άρχισε να μοιράζει αναμνήσεις από προηγούμενες αναβάσεις τέτοια μέρα και όλοι είχαν να θυμηθούν κάτι εντυπωσιακό. Άλλος την ομίχλη που τους είχε σκεπάσει και δεν έβλεπαν για ώρες που να πάνε, άλλος το κρύο που δεν είχαν υπολογίσει καλοκαιριάτικα, άλλος τα ακατάλληλα παπούτσια και πόσο είχε ταλαιπωρηθεί, ενώ όλοι κατέληγαν να ρίχνουν ενθαρρυντικά βλέμματα προς το μέρος μου μιας και ήταν η πρώτη μου φορά. Σε κάθε τι που αναφερόταν έκανα τσεκ.. Παπούτσια κατάλληλα, τσεκ. Μπουφάν, τσεκ. Νερό, τσεκ. Ομίχλη, πουθενά στον ορίζοντα.

Η κορυφή της Όχης ξεπρόβαλε όλο και πιο κοντά μέσα στο φως το ήλιου και σε έναν καταγάλανο ουρανό τώρα πια. Είχαμε ανέβει ψηλά και ο κόλπος κάτω με το τέλειο σχήμα του αγκάλιαζε ακροθαλασσιές και απότομα βράχια.

Οι τεράστιοι δρόμοι με χαλίκι άφηναν την σκόνη να απλώνεται παντού και οι ανεμογεννήτριες που έχουν κατακτήσει τις κορφές κάθε λόφου γύριζαν τα πτερύγια τους αργά και ρυθμικά. Φλαπ, φλαπ, φλαπ, το βουιτό χανόταν από την παλαιά μηχανή που βογκούσε μέσα στο καπό του παλιού μικρού λεωφορείου.

Φτάσαμε και ετοιμαστήκαμε για την ανάβαση. Γύρω μας ήδη είχε μαζευτεί και άλλος κόσμος με τα κεράσματα στα χέρια και χαρούμενες παρέες από μεγάλους και μικρούς ανηφόριζαν γρήγορα την πλαγιά. Κοίταζα πάνω και με πλάκωνε η αγωνία, κοιτούσα γύρω μου και γέμιζα κουράγιο.

«Κοίτα!» Έλεγα στον εαυτό μου. «Ηλικιωμένοι, μικρά παιδιά! Όλοι ανεβαίνουν, θα τα καταφέρω και γω» και με μια βαθιά ανάσα ξεκίνησα την άνοδο.

«Χρόνια πολλά! Και του χρόνου! Έχετε κανέναν Ηλία? – Όχι αλλά το έχω τάμα και έρχομαι κάθε χρόνο!» αντάλλαζαν γύρω μου κουβέντες οι προσκυνητές και όλοι μα όλοι με προσπερνούσαν με βήμα σταθερό και σίγουρο. Δεν είχαν περάσει ούτε δέκα λεπτά και η αναπνοή κόπηκε μαχαίρι, οι παλμοί ανέβηκαν και τα πόδια λύγισαν. Γύρισα πίσω μου να δω και με τεράστια έκπληξη είδα την απόσταση που βήμα βήμα είχα διανύσει. Γύρισα και μπροστά μου και σήκωσα τα μάτια ψηλά για να δω τους ανθρώπους να μικραίνουν και να χάνονται μέσα στο στριφογυριστό μονοπάτι και τους βράχους. Αυτή η πλαγιά είναι λες και ο Θεός έσπειρε ένα χωράφι πέτρες. Μικρές μεγάλες, καφέ, μαύρες..Γιατί είναι μαύρες? Από τις φωτιές?  Γιατί είναι τόσες πέτρες? Ρώτησα την αδελφή μου που κατέβηκε να δει τι συμβαίνει και να μου δώσει κουράγιο.

« Έχει πάρει τόσες φορές φωτιά εδώ, μπορεί να είναι από τότε. Άντε πάρε μια ανάσα να συνεχίσουμε, δεν είναι τίποτα μπορείς»

«Μα να μην σας καθυστερώ,,να γυρίσω πίσω σιγά σιγά» Είπα με κομμένη φωνή λίγο από την ανάσα που δεν έβγαινε, λίγο από τον φόβο μη πάθω τίποτα και μείνω εκεί πάνω χωρίς κανείς να μπορεί να με κατεβάσει κάτω.

«Θα περιμένω να συνέλθεις και θα πάμε» Είπε αποφασιστικά η αδελφή μου και κάθισε και αυτή κοντά μου μέχρι να συνέλθω.

Μετά από λίγα λεπτά, μπόρεσα και συνέχισα βήμα βήμα το ανηφορικό μονοπάτι ακολουθώντας τα σημάδια μέχρι που φτάσαμε σε κάτι βράχους που έπρεπε να συρθούμε πάνω τους για να φτάσουμε πάλι εκεί που θα μπορούσαμε να σταθούμε όρθιοι. «Μα πως κρατάνε τις τσάντες και τις λουκουμάδες και περνάνε από εδώ?» ρώτησα την Κούλα που χαμογελαστή και κεφάτη αγνάντευε το μπλε του ουρανού και το μπλε της θάλασσας που είχαν γίνει ένα στον ορίζοντα. «Μπορούν μια χαρά και να περνούν και να κουβαλάνε και τα πράγματα. .Άντε, κουράγιο φτάνουμε!» 

Και άλλοι προσκυνητές μας είχαν φτάσει και μας είχαν περάσει, και άλλοι γέμιζαν το μονοπάτι στην ρίζα της πλαγιάς και ανηφόριζαν γοργά προς το μέρος μας ενώ εμείς σταματούσαμε κάθε τρις και λίγο για να μπορέσω να συνέλθω από τα δέκα λεπτά ανάβασης την φορά. Λίγο πριν απελπιστώ τελείως φάνηκε ο περίβολος της εκκλησίας . Ευτυχώς είχαμε ξεκινήσει νωρίς το πρωί και προλάβαμε στην λειτουργία. Μέσα στην μικρή εκκλησία του προφήτη Ηλία είναι λες και ο χρόνος έχει σταματήσει. Με κατάνυξη και ανακούφιση έκανα την προσευχή μου και ευχαρίστησα τον προφήτη Ηλία, την Παναγία και όλους τους Αγίους που κατάφερα να ανέβω και που ήταν μαζί μου η Κούλα να με περιμένει και να μου δίνει κουράγιο.

Κάποτε τέλειωσε η λειτουργία και ο κόσμος έβγαλε τα κεράσματα του. Σε μια πολύ χαρούμενη ατμόσφαιρα ανταλλάσσαμε χαιρετισμούς, ακούσαμε μεγαλύτερους να μας λένε για τα παλιά τα χρόνια, είδαμε τους χώρους τριγύρω και στο τέλος ξεκινήσαμε για τα δρακόσπιτα. Η ομίχλη είχε κατέβει και το σκηνικό είχε αλλάξει χωρίς όμως να εμποδίζει την διαδρομή. «’Αλλος Θεός εδώ πάνω!»  «Είχαμε έρθει με τις μηχανές» είπε κάποιος , «Εμείς είχαμε κατασκηνώσει για δυο βράδια» ..Άκουγα γύρω μου τους ανθρώπους να μιλάνε για τις εμπειρίες τους και τους θαύμαζα όλους, έναν έναν ξεχωριστά γιατί που φαινόταν ότι είχαν κάποια υπερδύναμη που για κάποιο λόγο ο Θεός μου την είχε στερήσει η δεν με είχε αφήσει να την ανακαλύψω ακόμα.

Έφτασε η ώρα της επιστροφής και η κατάβαση αν και φαινόταν εύκολη είχε και αυτή τις δυσκολίες της. Τα δάκτυλα των ποδιών πονούσαν τρομερά, τα γόνατα φαινόταν να διαμαρτύρονται έντονα τώρα πια, τουλάχιστον οι παλμοί δεν ανέβαιναν τόσο πολύ και μπορούσα να χαρώ το τοπίο και λίγα μπαμπακένια σύννεφα που στόλιζαν τον ουρανό.

Πάλι με πέρασαν όλοι,  πέρασε και ο πάτερ με την συνοδεία του και τα μουλάρια,  και η ρίζα της πλαγιάς όλο και κόντευε μέχρι που επιτέλους φάνηκε το αυτοκίνητο .

Η ζέστη είχε ανέβει, η κορφή είχε χαθεί για λίγο μέσα στην ομίχλη μέχρι που ξανά πρόβαλε και με δέος την κοίταζα για ώρα. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είχα ανέβει εκεί πάνω, ότι τα είχα καταφέρει επιτέλους να πάω και γω εκεί.

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και κουρασμένοι αλλά πάρα πολύ γεμάτοι από τις εικόνες, την λειτουργία , την περιπέτεια, ανταλλάσσαμε αστεία και κουβέντες για την εκδρομή μας.

Φτάσαμε στον προορισμό μας και ο κάθε ένας από την παρέα πήρε το αυτοκίνητο του για να γυρίσει στο σπίτι του και να ξεκουραστεί.

Πριν να μπω στο αυτοκίνητο μου, κοίταξα πάλι πάνω την κορφή. Νομίζω ότι κάπως έτσι θα κοίταξε ο Ηρακλής τον άθλο του. Τα είχα καταφέρει να κάνω τον δικό μου προσωπικό άθλο γιατί ο καθένας έχει τις δικές του κορφές να κατακτήσει ακόμα και όλες είναι ήδη κατακτημένες από άλλους.

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023

Έρχεται το 2024! Φτου και βγαίνω!

 



Παίζουμε κρυφτό και τα φυλάμε. Κρύβουμε το πρόσωπο μας μέσα στο διπλωμένο χέρι μας και μετράμε βιαστικά και ρυθμικά, δέκα, είκοσι, τριάντα, σαράντα , πενήντα, εξήντα, εβδομήντα ,ογδόντα, ενενήντα, φτου και βγαίνω..

Τώρα είμαστε στο ενενήντα και κάτι, ενενήντα και μισό, ακούμε φωνές να φωνάζουν από μακριά, "'Οχι ακόμα! Δεν πρόλαβα να κρυφτώ!" Καθυστερούμε ακόμα λίγο το μέτρημα και το 2024 κατεβάζει το χέρι του και κοιτάζει γύρω του..

Σε κάθε μέτρημα τα τελευταία χρόνια η νέα χρονιά που κατεβάζει το χέρι της και αρχίζει να μας ψάχνει, βρήσκει όλο και λιγότερους να κρύβονται με την χαρά του παιχνιδιού, περισσότερο κρυβόμαστε με τον φόβο μη μας βρει.

Τι δεδομένα έχουμε για να κάνουμε χαρές και πανηγύρια στην πρωτοχρονιά? Η ακρίβεια μας έχει αφήσει όλους άφωνους και μάλλον η ακρίβεια είναι πολύ καλή στο κρυφτό και μας βρήσκει όπου και να κρυφτούμε.

Πως να καλοπιάσουμε τον νέο χρόνο να μη μας φέρει περισσότερες ανησυχίες, πολέμους, βία, υποβάθμιση του περιβάλλοντος, φτώχεια και όλα όσα μαζεύονται γύρω μας και μας κάνουν να αισθανόμαστε όλο και πιο αδύναμοι στο να ορίζουμε την μοίρα μας?

Να έχουμε υγεία λοιπόν, να έχουμε κουράγιο να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες, να έχουμε και λίγο τσαγανό να παίρνουμε το αίμα μας πίσω όπου μπορούμε.. 

Από όλες τις ευχές, η "αγάπη σε όλο τον κόσμο και η ειρήνη παντού" μοιάζει λίγο σαν να ζούμε σε άλλον πλανήτη και δεν ξέρουμε τίποτα για το τι γίνεται εδώ.

Έρχεται το 2024 και μέσα από το χαμόγελο του ξεπροβάλλουν τα κοφτερά του δόντια...αλλά όπως σε όλα τα παραμύθια ο καλός πάντα κερδίζει. Και τι άλλο είναι η ζωή εκτός από μια αντανάκλαση ενός κόσμου που δεν καταλαβαίνουμε, μιας ενέργειας που είμαστε μέρος της αλλά δεν κατανοούμε το όλον της? Ας είμαστε οι καλοί αυτής της νέας ιστορίας και με κάποιον τρόπο θα είμαστε οι κερδισμένοι και θα προλάβουμε να νικήσουμε το 2024 στο τέλος του παιχνιδιού μας.


Ευχές από τον ΕΟΣ Χαλκίδας.

 






Από το ΔΣ και την οικογένεια του συλλόγου μας, σας ευχόμαστε καλές γιορτές με υγεία και αγάπη. 
Να ευχηθούμε Περιβαλλοντική και Ορειβατική συνείδηση  για ένα καλύτερο μέλλον, με τα βουνά, τα δάση και τους αρχαιολογικούς χώρους να παραμείνουν στην θέση τους για τους επόμενους που θα έρθουν.

Με εκτίμηση,


Για τον ΕΟΣ Χαλκίδας

Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2023

Καλά Χριστούγεννα!

 

Αναγνώστες και αναγνώστριες, 

σας εύχομαι μέσα από την καρδιά μου η γέννηση του Χριστού μας να σημαίνει μια νέα αρχή με καλύτερες προοπτικές, περισσότερες δυνατότητες, ευχάριστες εκπλήξεις και πάρα πολύ ανοιχτό μυαλό να δεχθούμε κάθε τι που μας φέρνει στον δρόμο μας ο χρόνος.

Με πολύ αγάπη

Σοφία.

Ένα όμορφο βιβλίο με ωραίες ζωγραφιές. "Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ" της Αθηνάς Σαρλάνη.

Είναι μια αλήθεια ότι "είμαστε ότι τρώμε" αλλά και πάλι, "σκεφτόμαστε ότι διαβάζουμε." Όπως το σώμα μας έτσι και το μυαλό μας θέλει την κατάλληλη τροφή για να είναι υγιές. Και τι καλύτερο να φροντίζουμε το μυαλό των παιδιών μας με όμορφα λόγια και εικόνες έτσι ώστε να διαμορφώνεται μια θετική σκέψη και να έχουν γλυκιές αναμνήσεις για το μέλλον? Πόσες και πόσες φορές σε δύσκολες στιγμές δεν ανατρέχουμε σε στιγμές του παρελθόντος που μας έκαναν να αισθανόμαστε όμορφα και ευτυχισμένοι?

Και ακόμα περισσότερο πόσο ωραίο είναι να βλέπουν τις δικές τους δημιουργίες να γίνονται ένα τόσο χαριτωμένο παιδικό βιβλιαράκι? Είναι ένας εξαιρετικός τρόπος το παιδί να αγαπήσει το βιβλίο και να προχωρήσει στο επόμενο.

Διάβασα τα ποιηματάκια και είδα τις ζωγραφιές. Είναι ένα πάρα πολύ κατάλληλο δώρο αυτές τις μέρες και ελπίζω τα μικρά παιδάκια να τα διαβάσουν και να χαρούν. Στο πίσω μέρος έχει και σελίδες με σχέδια για να ζωγραφίσουν και αυτά.

Ήταν μια εξαιρετική πρωτοβουλία και πολλά συγχαρητήρια σε όλους όσους προσπάθησαν για να έχουμε αυτό το αποτέλεσμα. Ακόμα και αν ξεχαστεί στο ράφι, οι αναμνήσεις των παιδιών από την συμμετοχή τους θα διαρκέσουν για πάντα.



Αθηνά Σαρλάνη.
Σήμερα έδωσα στα παιδιά τα βιβλία που κέρδισαν στον διαγωνισμό Ζωγραφικής για το βιβλίο
Η ΜΑΓΕΊΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΈΝΝΩΝ
Για μένα είναι όλοι νικητές, τα παιδιά έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους.
Θέλω να ευχαριστήσω τους γονείς που μου έδωσαν την έγκριση για να βγει το βιβλίο.
Η μαγεία των Χριστουγέννων - Μπαγιάτης Πέτρος
χιόνι - Αρσινόη Ρήγα
κόκκινα παπούτσια - Κωνσταντίνος Πολυχρονίου
παραμονή πρωτοχρονιάς - Σωτήρης, Βαγγέλης Τζάλας
Τάρανδος - Ιωάννα Τόγια
παναγιωτα Ευφροσύνη
Νεος χρόνος: Ζωγραφιά Τόλια
Εικαστική επιμέλεια: Ελένη Αθανασιάδη
Διευθύντρια 1ο δημοτικό σχολείο Καρύστου κοτσίκειο
Σπυριδούλα Διακάκη
Πρόεδρος Συλλόγου Γονέων : Καλλιόπη Ζούρα
2ο δημοτικό σχολείο Καρύστου
Εξώφυλλο: Εμμανουήλ Τσιτάκης
Οικογένεια: Φωτεινή Δαλαμάγκα
Βιτρίνα: Μυρτώ Πολυχρονίου
Η γιαγια: Νεφέλη Μάρκου
Έλατο: Αννα Σταινχάουερ
Παναγιώτης Ελευθερίου
Πρόεδρος Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων
Μαρία Μπαλτά
Εύχομαι σε όλους καλά Χριστούγεννα η μαγεία των Χριστουγέννων
Ας φωτίσει τις καρδιές μας
Κυκλοφορεί απο τις Εκδόσεις Κομνηνός
Μπορεί να είναι απεικόνιση 2 άτομα, μπισκότο με τζίντζερ και μελάσσα, χριστουγεννιάτικο δέντρο και κείμενο

Ένας Άγιος Βασίλης θα έρθει από την θάλασσα στις 30 του μηνός!

 

Η πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Καρύστου μας ρωτά στο προφίλ της για το ποιος έρχεται στις 30 του μηνός!

Μα ποιος άλλος από τον Άγιο Βασίλη γεμάτος χαρά μιας και η εντατική δίαιτα του πέτυχε και τώρα δεν μπορείς να του καταλογήσει τίποτα! Ούτε ότι παροτρύνει τα παιδιά προς τον αμαρτωλό δρόμο της παχυσαρκίας, ούτε όλα τα κακά που φέρνει η ζάχαρη και τόσα άλλα που αμέριμνοι και ανήδεοι καταναλώναμε και χαιρόταν το μέσα μας αλλά χαλούσε η υγεία και το έξω μας..

Θα μάθουμε και την ώρα άφιξης και όλα τα παιδάκια θα είναι στο λιμάνι να τον προϋπαντήσουν!

"Βρε παιδιά κάποιος έρχεται 30/12....αλλά ποιος;;;;;"

Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2023

3 Παραμυθάκια για τις "περιπέτειες"του Άγιου Βασίλη. ( για μικρά παιδιά)

 


Η ευχή του παιδιού μιας πρωτοχρονιάς με σεισμό.

 



Τα γένια του Άγιου Βασίλη γέμισαν από λιωμένα μπισκότα στο γάλα που χύθηκε πάνω στα δώρα που μόλις είχε ακουμπήσει κάτω από το μεγάλο έλατο.

Ταράχτηκε ο καημένος και παρά λίγο να πέσει, όμως κρατήθηκε γερά στα δυο του πόδια γιατί αν έπεφτε και κτυπούσε, τα παιδιά θα έμεναν δίχως δώρο και τους γονείς του περίμεναν μαύρες γιορτές.

«Μα είναι δυνατόν!! Σεισμός! Παραμονή Πρωτοχρονιάς! Πρωτάκουστο!» είπε μέσα του ο Άγιος Βασίλης, γιατί δεν τολμούσε να το ξεστομίσει δυνατά, αλλά από το διπλανό δωμάτιο ακούστηκε μια γυναικεία φωνή να φωνάζει, « Σεισμός! Σεισμός! Να βγούμε έξω!», « Γύρισε και κοιμήσου» ακούστηκε η απάντηση από τον άντρα της που σίγουρα αυτός γύρισε και κοιμήθηκε αμέσως  με απόδειξη το ελαφρύ ροχαλητό που συνεχίστηκε όπως και πριν τον σεισμό.

Ο Άγιος Βασίλης, γρήγορα έκανε το μαγικό κτύπημα με τα δάχτυλα του και σε δύο χο- χο , εξαφανίστηκε και πήρε την θέση του πάλι στο έλκηθρο για να συνεχίσει στο επόμενο σπίτι.

Δυστυχώς όμως οι μετασεισμοί συνεχίστηκαν και άλλοι ήταν πιο δυνατοί και άλλοι ελαφρότεροι. Με όλη αυτήν την ασυνήθιστη κατάσταση, μια το γάλα έπεφτε πάνω στα δώρα, μια η στολή του γινόταν χάλια, την άλλη ήταν ξύπνιοι και δεν μπορούσε να αφήσει τα δώρα του, η το χειρότερο παραλίγο να τον κάνουν τσακωτό μιας και πολλοί πια ήταν έξω και άλλοι όρθιοι τυλιγμένοι με κουβέρτες, η , άλλοι στα αυτοκίνητα, περίμεναν να τελειώσει η γη να τρέμει και να ξημερώσει ο θεός την μέρα.

Ο Άγιος Βασίλης δεν προλάβαινε να κτυπήσει τα δάκτυλα και να πει «χο-χο» και τσουπ, όλο και πιο συχνά κάποιος άνθρωπος εμφανιζόταν μπροστά του. Κόντευε να το πάρει απόφαση ότι φέτος στην Εύβοια δεν θα πάρουν όλα τα παιδιά δώρα και ότι έπρεπε να συνεχίσει το ταξίδι του στο κόσμο που τον περίμεναν με ηρεμία και χωρίς σεισμούς.

Εκεί όμως που πήγε να βγει από τα Ζάρκα, είδε ένα παιδάκι στην άκρη του δρόμου. Ένα παιδάκι γύρω στα πέντε, να κάθεται τυλιγμένο με μια κουβέρτα μόνο του μέσα στην νύχτα. « Χ0-Χ0-ΧΟ» έδωσε σήμα για προσγείωση στους ταράνδους και ο Ρούντολφ, φώτισε το μονοπάτι και μετά το πρόσωπο του παιδιού. Ήταν ένα μικρό αγοράκι, καθόλου φοβισμένο, με ένα φωτεινό χαμόγελο που κοίταζε τους τάρανδους με δέος και τον Άγιο Βασίλη με αγάπη. «Τι κάνεις εδώ έξω μικρούλη?» Τον ρώτησε ο Άγιος. «Σε περίμενα βέβαια!» του απάντησε ο μικρούλης. « Ο μπαμπάς και η μαμά, έχουν πάει στο στάβλο να ξεγεννήσουν την κατσικούλα μας και εγώ τους είπα , ότι θα περιμένω εδώ έξω να σε δω να περνάς! Δεν με πίστεψαν αλλά ήρθες! Να βγάλουμε μια σέλφι για απόδειξη!» είπε ο μικρούλης και τίναξε την κουβέρτα από πάνω του . Έβγαλε το κινητό από την τσέπη του μπουφάν και ετοιμάστηκε να βγάλει φωτογραφία. Ο Άγιος Βασίλης ταράχτηκε..Άλλο να παρουσιαστεί σε ένα παιδάκι, που έτσι και αλλιώς ο κόσμος τους ρέει σαν ποτάμι ανάμεσα στην φαντασία και στην πραγματικότητα και άλλο να αρχίσει να ανεβαίνει η φωτογραφία του από δω και από κει. Πάει, η μαγεία και το όνειρο θα χαθούν για πάντα. «Όχι φωτογραφίες, απαγορεύεται!» του είπε με συγκρατημένα αυστηρή φωνή, «αλλά για πες μου, πως σε λένε? Σου άφησα δώρο στο σπίτι?» « Δεν ζήτησα κανένα άλλο δώρο, εκτός από το να σε δω!» του είπε το παιδάκι και το προσωπάκι του έλαμψε από χαρά, και έλαμψαν και τα ματάκια του μαζί, τόσο πολύ που ο Ρούντολφ σκέφτηκε μήπως η μύτη του δεν λάμπει πια τόσο πολύ και την έξυσε τρις τέσσερις φορές σκεπτικός.

«Να λοιπόν που πήρε το δώρο σου ! Τρέχα στους γονείς σου τώρα, μην μένεις εδώ μόνος μέσα στο κρύο!» «Είσαι σίγουρος ότι δεν θέλεις να βγάλουμε μια φωτογραφία Άγιε Βασίλη?  Παρακάλεσε ο μικρούλης, αλλά ο Άγιος είχε κάνει ήδη δυο ΧΟ, και το έλκηθρο ανέβηκε στον ουρανό και τα σύννεφα το έκρυψαν γρήγορα από τα μάτια του.

Το μικρό παιδάκι, χαρούμενο, τύλιξε την κουβερτούλα του όσο μπορούσε γύρω του και πήρε το μονοπάτι για το μαντρί κάτω από το φως του φεγγαριού χαρούμενο και ευτυχισμένο , τόσο μακριά από τον φόβο των σεισμών και του θυμού της Γης.

 

Ο Άγιος Βασίλης - ο Θανασάκης και ένα ρομπότ.

 



«Μα που είναι? Μα που είναι?» αναρωτιόταν το ξωτικό στην μονάδα διανομής ψάχνοντας το δώρο που προοριζόταν για τον μικρό Θανάση μη μπορώντας να το βρει πουθενά.

Έψαξε πίσω από τα κουτιά, ανάμεσα στους φακέλους, έψαξε κάτι από τα ράφια και πίσω από τα συρτάρια. Τίποτα. Πουθενά το μικρό δέμα που προοριζόταν για τον Θανασάκη στην μακρινή Κάρυστο σε ένα νησί, εκεί μακριά στην Ελλάδα, που το λένε Εύβοια.

 Ήταν πολύ καλό παιδάκι όλη την χρονιά και άξιζε το δώρο του, και να μην μπορεί να το βρει πουθενά!? Κόντευε να σκάσει, χώρια που θα έλειπε από την λίστα του Άγιου Βασίλη και ποιος τον άκουγε μετά την μεγάλη του βόλτα στον κόσμο, αν ανακάλυπτε ότι είχε αφήσει ένα καλό παιδάκι χωρίς δώρο.

Το Ξωτικό στο τέλος, πήρε το θάρρος και έβγαλε όλα τα παιχνίδια που ήδη ήταν μέσα στον μεγάλο σάκο. Ξενύχτησε να τα τακτοποιεί μην κάνει κάποιο λάθος για να βάλει πάλι σωστά και με την σειρά τους μέσα,  και άρχισε να ψηλαφίζει όλο το ύφασμα προσεχτικά..και πράγματι, σε ένα σημείο ο σάκος είχε ξηλώσει λίγο και εκεί ανάμεσα στο ύφασμα και την φόδρα, είχε χωθεί το μικρούλι –το τόσο μικρούλι δωράκι που είχε ζητήσει ο Θανασάκης. Ένας μεγάλος αναστεναγμός ανακούφισης ξέφυγε από το στόμα του ξωτικού που μόνο τα κλάματα δεν έβαλε από την ταραχή και την ανακούφιση. Το πήρε προσεχτικά προσεχτικά και το τοποθέτησε στην σωστή σειρά του ανάλογα με την λίστα, και τακτοποίησε πάλι όλα τα πακέτα όπως ήταν. Ήταν πια πρωί όταν κατάκοπος, σύρθηκε στην καλύβα του να ξεκουραστεί λίγες ώρες πριν ο Άγιος Βασίλης αρχίσει τις τελευταίες ετοιμασίες για την διανομή.

Στην άλλη άκρη του κόσμου ο Θανασάκης σκυμμένος πάνω στα βιβλία του διάβαζε τα μαθήματα του αλλά το μυαλό του ήταν στο γράμμα που είχε γράψει στον Άγιο Βασίλη. Αμφέβαλε αν θα τον έπαιρνε στα σοβαρά, αν αυτό που ζητούσε μπορούσε καν θα θεωρηθεί δώρο Πρωτοχρονιάς, αλλά δεν  μπορούσε να σκεφτεί τίποτα άλλο που να ήθελε πιο πολύ. Σήκωσε τα μάτια του και κοίταξε το μισοτελειωμένο ρομποτάκι που είχε φτιάξει μόνος του. Εντελώς μόνος του. Ο δάσκαλος είχε πει ότι είναι «συλλογική δουλειά», και ότι έπρεπε να παιδιά « να μάθουν να συνεργάζονται» γιατί αυτό θα τους αναπτύξει «το πνεύμα συνεργασίας , την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση σε όλους όσους συμμετέχουν». Με χαρά τα παιδιά είχαν κάνει ομάδες και είχαν αρχίσει να κάνουν χαρούμενες κουβέντες για το πώς θα ήταν το δικό τους ρομποτάκι και το τι θα έκανε. Ο διαγωνισμός μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων με όλα τα σχολεία της χώρας, ήταν ο τελικός τους στόχος και το βραβείο ένιωθαν ότι ήταν εκεί στην άκρη των δακτύλων τους, αρκεί να ήταν οι καλύτεροι.

Ο κύριος Χρήστος ήταν πιο ενθουσιασμένος από τα παιδιά. Σπίθες χαράς πεταγόντουσαν από τα μάτια του ενώ πήγαινε από θρανίο σε θρανίο και άκουγε τις ιδέες των παιδιών. «Μα τι έξυπνα παιδιά είναι αυτά! Μόνο 10 χρονών και έχουν τέτοιες ιδέες και τόσο όρεξη!» σκεφτόταν και ονειρευόταν και αυτός την χαρά του βραβείου.

Πράγματι, ο Οκτώβρης κύλησε όπως όλοι το περίμεναν. Οι ομάδες αποφάσισαν το τι θα κάνουν, τα κατσαβίδια και τα εργαλεία απλώθηκαν στα θρανία, ο προγραμματισμός τους είχε ήδη αρχίσει , και εκεί που όλοι πίστευαν ότι τίποτα δεν θα τους σταματούσε, άρχισαν ένας ένας να αρρωσταίνουν.

Μια γρίπη βαριά και δύσκολη με πολύ υψηλό πυρετό, βήχα, πόνους παντού, πήγαινε από το ένα παιδί στο άλλο και στο τέλος η τάξη τους είχε μείνει μόνο με πέντε παιδιά από τα είκοσι. Όσα γινόντουσαν μετά από πολλές μέρες καλά, ήταν τόσο αδύναμα που δεν μπορούσαν να ασχοληθούν με τίποτα πάρα πάνω από τα εντελώς βασικά και οι εντολές του γιατρού ήταν, «αποφυγή συνωστισμού και ξεκούραση για να μην έχουμε άλλα». Και τα άλλα, ήταν να ξανακυλήσουν στην γρίπη που έφερνε μαζί της ωτίτιδες, ιγμορίτιδες και πολλά άλλα ακόμα χειρότερα.

Η τάξη της ρομποτικής είχε αδειάσει και ο κύριος Χρήστος είχε κολλήσει κόβιτ . Ακόμα και ο Θανασάκης με άλλα παιδιά να ήθελε να συνεχίσουν, δεν θα μπορούσαν γιατί όχι μόνο έλειπαν μέλη της ομάδας τους, αλλά και ο ίδιος ο δάσκαλος.  

Μέχρι να γίνουν επιτέλους όλοι καλά, είχε  μπει ήδη ο Νοέμβρης αλλά ο αγαπημένος τους δάσκαλος δεν είχε προλάβει να γίνει καλά από την μια αρρώστια και κόλλησε την άλλη.

Μια γρίπη βαριά που τον έστειλε ακόμα και στον νοσοκομείο και ακολούθησαν πολλές μέρες στο σπίτι. Τα παιδιά ήταν περίλυπα και σκεπτικά. Έβλεπαν τις μισοτελειωμένες τους κατασκευές και δεν ήξεραν τι να πρωτοσκεφτούν..Ένα φορτηγάκι , ένα έντομο, ένα ανθρωπάκι, με λειψά μέλη , πήραν την θέση τους στο τέλος σε μια μεγάλη κούτα στο  γραφείο των καθηγητών κάτω από ένα τραπέζι και η διευθύντρια με λύπη της ανακοίνωσε στα παιδιά ότι «λόγω των συνθηκών φέτος ματαιώνεται η συμμετοχή μας στον διαγωνισμό. Προέχει η υγεία όλων και τα μαθήματα μας», και έτσι τα παιδιά με σκυμμένο το κεφάλι ,αμίλητα και έτοιμα να κλάψουν βγήκαν στο προαύλιο.

Ο Θανασάκης όμως αντί να ακολουθήσει τα άλλα παιδιά, στάθηκε δίπλα στην πόρτα, και έκανε ότι έδενε τα κορδόνια του. Όταν κτύπησε το κουδούνι για την τάξη και όλοι οι δάσκαλοι πήγαν στις τάξεις τους, όρμησε στο γραφείο πήρε την κούτα , άδειασε το περιεχόμενο της στις τσέπες του, τύλιξε τα υπόλοιπα στο μπουφάν του, έβαλε την κούτα στην θέση της και εξαφανίστηκε όσο μπορούσε πιο γρήγορα για να πάει στην τάξη του. Μπήκε μέσα, ζήτησε συγγνώμη στην κυρία του που το, αγριοκοίταξε, «καφενείο το περάσαμε το μάθημα να ερχόμαστε όποτε θέλουμε»? του είπε για να μην πάρει απάντηση και ο Θανασάκης έχωσε βιαστικά τον μικρό του θησαυρό στην μεγάλη του τσάντα.

Δεν είπε τίποτα σε κανέναν. Δεν ήθελε να τους μπλέξει και να τιμωρηθούν αν κάτι πήγαινε στραβά. Έτσι άρχισε να βάζει το σχέδιο του σε πράξη. Στο σπίτι του, τα άπλωσε όλα πάνω στο γραφείο του, και άρχισε να διαλύει και να συνθέτει τα μέλη των ρομπότ,  μέχρι που άρχισε να παίρνει μορφή ένα ανθρωποειδές αλλά αντί για παλάμη είχε τσουγκράνα στο ένα και κουβά στο άλλο. Το μόνο που του έλειπε ήταν μια βίδα, μια μικρούλα τόση δα βίδα μαζί με ρουλεμάν για την βάση του αυχένα. Οι μέρες περνούσαν γρήγορα και ο προγραμματισμός του βγήκε πολύ καλά. Μπορεί να πήγαινε αδιάβαστος στο σχολείο και η δασκάλα όλο να του λέει « Είπαμε να δείξουμε κατανόηση για όσα περνάτε αλλά μην το παρατραβάτε» την μια και την άλλη, « Θα φωνάξω την μητέρα σου Θανάση! Τι πράγματα είναι αυτά και έρχεσαι αδιάβαστος τελευταία!» . Εκείνος κατέβαζε το κεφάλι και κοκκίνιζε μέχρι τα αυτιά..Τι να πει? Ότι προσπαθούσε να μάθει μόνος του πώς να προγραμματίσει το ρομποτάκι?

«Γράψατε γράμμα στον Άγιο Βασίλη?» ρώτησε περιπαιχτικά η κυρία των καλλιτεχνικών..

«Να γράψω γράμμα !» σκέφτηκε ο Θανασάκης και αμέσως μετά το σχολείο, πήρε φάκελο , έγραψε δυο γραμμές και έτρεξε στο ταχυδρομείο να το στείλει..  « Μα γιατί δεν έχει ακόμα μέιλ» σκέφτηκε εκνευρισμένος αλλά του πέρασε γρήγορα με την προσμονή να τον κάνει να νιώθει πεταλούδες στο στομάχι.

«Καλέ μου κύριε Άγιε Βασίλη, σας παρακαλώ θα ήθελα μια βίδα με ρουλεμάν για την βάση του αυχένα του ρομπότ μου. Είναι το μόνο που λείπει. Περιμένω με αγωνία νέα σας»

Στον δρόμο για το σπίτι, μια το μετάνιωνε, μια ήταν σίγουρος για την απόφαση του. Αν πράγματι του έφερνε το εξάρτημα που του έλειπε, το ρομποτάκι του θα αποκτούσε μια εντελώς φυσιολογική κίνηση, πολύ καλύτερη από την μαμάς του που όλο λέει ότι έχει πιαστεί και της πονά ο αυχένας. Θα παίζουν μαζί με την άμμο στην θάλασσα, θα κάνουν κάστρα και γλυπτά, θα κάνουν πολιτείες και πάρκα. Μετά την ρομποτική, αυτό του άρεσε του Θανασάκη πιο πολύ. Να περνά ατέλειωτες ώρες στην παραλία και να δημιουργεί έναν δικό του κόσμο, και μοναδικά πλάσματα , σε γλυπτά από άμμο.

Οι μέρες πέρασαν γρήγορα και η αγωνία του τον κρατούσε ξύπνιο την νύχτα. Την ημέρα με δυσκολία τα έβγαζε πέρα αλλά όλοι ήταν τόσο απορροφημένοι με τις υποχρεώσεις τους που δεν είχαν καταλάβει τίποτα.  Η μαμά του είχε στολίσει το δέντρο τους με τις χρυσές και πράσινες μπάλες και με όμορφα μπλε και ροζ φωτάκια. Τα βάζα ήταν γεμάτα με γκυ, τα στολίδια και οι γιρλάντες που έμοιαζαν με κλαδιά από έλατο ομόρφαιναν το σπίτι, τα γλυκά πάνω στο τραπέζι της τραπεζαρίας τον καλούσαν κάθε φορά, αλλά αντιστεκόταν όσο μπορούσε. Επιτέλους έφτασε το βράδυ της πρωτοχρονιάς  και η βροχή κτυπούσε αλύπητα το σπίτι.

« Θάρθει? Δεν θάρθει?» σκεφτόταν ξανά και ξανά ο Θανασάκης μέχρι που θες η κούραση, θες η βροχή, τον βύθισαν σε έναν ύπνο χωρίς όνειρα, για να ξυπνήσει πρώτος πρώτος και να τρέξει να δει κάτω από το δέντρο.

« Δεν το πιστεύω!» είπε με απίστευτη έκπληξη βρίσκοντας το μικροσκοπικό πακετάκι . Το άνοιξε βιαστικά και εκεί μέσα δεν ήταν άλλο παρά αυτό που είχε ζητήσει. Έτρεξε στο δωμάτιο του και άρχισε αμέσως να συναρμολογεί το ρομποτάκι..»Γεια σου Βασίλη!» του είπε όταν το τελείωσε και εκείνο γύρισε το κεφάλι του και με μια φωνή που δεν έμοιαζε και τόσο πολύ μηχανική του απάντησε, «Γειά σου και  σένα Θανάση».

Δάκρυα χαράς , ανακούφισης και περηφάνιας κύλησαν στα μάγουλα του και μια προσευχή ευχαριστίας υψώθηκε μέχρι το έλκηθρο του Άγιου Βασίλη που συνέχιζε το μοίρασμα δώρων όσων ήταν καλά παιδιά όλη την χρονιά και όσων πίστευαν σε ένα θαύμα.

Οι γιορτές πέρασαν σαν σε όνειρο, και η τάξη γέμισε πάλι με τις χαρούμενες φωνές των παιδιών. Το ρομπότ Βασίλης, καμάρωνε πάνω στην έδρα όταν ο κ.Χρήστος μπήκε στην τάξη. Το βραβείο δεν ήταν πια άπιαστο όνειρο και ο Θανασάκης είχε γίνει ήδη, ο ήρωας της τάξης.

 

 

Οι σκανταλιές του Ρούντολφ.

 

Οι σκανταλιές του Ρούντολφ.




Μια φορά και ένα καιρό ενώ οι δουλειές ήταν τόσες πολλές όσο το παγόβουνο που έκλεινε την είσοδο του χωριού του Αγίου Βασίλη, συνέβη κάτι το αναπάντεχο και όλα τα ξωτικά άφησαν τις δουλειές τους και έτρεχαν πανικόβλητα γύρω γύρω.

Ο Ρούντολφ το ελαφάκι είχε χαθεί ενώ έπαιζε με το να δοκιμάζει την αντανάκλαση της λαμπερής του μύτης πάνω στο χιόνι.

Ο Άγιος Βασίλης φυσούσε ξεφυσούσε και έπινε το ένα γάλα μετά το άλλο, η κυρία Βασίλη έψαχνε τα υπογλώσσια με γεύση μπισκότου ,ενώ ειδική ομάδα στελεχώθηκε από ξωτικά που ήταν εκπαιδευμένα να βρίσκουν χαμένους ταράνδους και άτακτα ελαφάκια.

Αφού με τα πολλά τα ξωτικά ηρέμησαν και συνέχισαν τις δουλειές τους , με το ένα μάτι στα παιχνίδια ,- με το ένα μάτι στα παιχνίδια και το άλλο έξω από το παράθυρο , με το ένα αυτί στις οδηγίες του αρχιξωτικού και το άλλο στα καμπανάκια των ταράνδων – ο Άγιος Βασίλης χαλάρωσε με το χάπι του και η ομάδα ξεκίνησε να βρει τον άτακτο Ρούντολφ , και όλοι περίμεναν από ώρα σε ώρα να γυρίσουν όλοι μαζί για να συνεχίσουν  τις ετοιμασίες για το μοίρασμα των δώρων.

Βλέπετε, τα παιδιά περίμεναν τα δώρα τους, και δεν θα δικαιολογούσαν με τίποτα κάποια καθυστέρηση. Μέσα στην ταραχή τους όμως δεν πρόσεξαν ότι έλειπε και το πιο αφηρημένο ξωτικό από όλα όσα δούλευαν στο εργαστήρι , ο πάντα αφηρημένος αλλά πολύ γλυκούλης Φτούλης, από το Κρυφτούλης, μιας και τρελαινόταν για αυτό το παιχνίδι και δεν έχανε ευκαιρία να το παίξει, ακόμα και μόνος του.

Χωρίς λοιπόν να ξέρει ο Φτούλης ότι ο Ρούντολφ έχει χαθεί, περιπλανιόταν ανάμεσα στα σπιτάκια του χωριού, και έπλαθε φανταστικούς φίλους που τον ψάχνουν και τον βρίσκουν  κρυμμένο πίσω από τους φράχτες , ανάμεσα στα ψηλά δέντρα και κάτω από τις μύτες των πάγων.

Οι ώρες περνούσαν και το μουντό βαρύ γκρι του χειμωνιάτικου απογεύματος άρχισε να σκεπάζει πρώτα τα ψηλά δέντρα , μετά τις καμινάδες των σπιτιών  μετά τους φράχτες και τέλος τον χαμένο Ρούντολφ τον Φτούλη και όλους όσους έψαχναν ακόμα, κατάκοποι μετά από την πολύωρη αναζήτηση.

Ο Ρούντολφ ήταν πολύ χαρούμενος γιατί το σκοτάδι έκανε το παιχνίδι του πιο ευχάριστο μιας και το φως της μύτης του γινόταν πιο λαμπερό. Έτρεχε από δω και από κει, έκρυβε το κεφαλάκι του μέσα στον πάγο και ξαφνικά πεταγόταν για να φωτίσει κάτι τυχαίο, δίνοντας του μεγάλη χαρά. Ο Φτούλης, ήταν και αυτός χαρούμενος γιατί μπορούσε να κρυφτεί πιο εύκολα από τους  φανταστικούς του φίλους, ενώ τα ξωτικά που έψαχναν , άρχισαν πραγματικά να αγωνιούν για την τύχη, όχι μόνο του Ρούντολφ αλλά και όλης της επιχείρησης παράδοσης των δώρων την πρωτοχρονιά. Μάλιστα έψαχναν στις τσέπες τους να σιγουρευτούν ότι είναι εκεί, ακόμα και για τα νέα δοντάκια που είχαν ζητήσει μερικά παιδάκια.

Έτσι τα έφερε η τύχη και πίσω από ένα σωρό κομμένα ξύλα συναντήθηκαν ο Ρούντολφ και ο Φτούλης. Τρόμαξαν και οι δυο γιατί δεν περίμεναν να συναντηθούν πάνω στο παιχνίδι τους αλλά μετά γέλασαν πολύ και αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω στο εργαστήρι μιας και η συνάντηση τους επανέφερε στην πραγματικότητα, μακριά από τον φανταστικό κόσμο του παιχνιδιού.

Χοροπηδώντας χαρούμενα γύρισαν πίσω εντελώς ανίδεοι για την ταραχή που επικρατούσε στο χωριό. Μόλις τα ξωτικά τους είδαν πρώτα χάρηκαν πάρα πολύ αλλά μετά αμέσως, θύμωσαν. Άλλοι φώναζαν στον Φτούλη ότι έφταιγε αυτός που έλειπε όλη μέρα ο Ρούντολφ και ο καημένος ο Φτούλης έβαλε τα κλάματα γιατί κανείς δεν τον πίστευε ότι έπαιζαν διαφορετικά παιχνίδια και αν δεν ήταν αυτός, ο Ρούντολφ πιθανότατα ακόμα θα δοκίμαζε το φως της μύτης του μέσα στις καμινάδες.

Ο Ρούντολφ πάλι, είχε γίνει τόσο κόκκινος από την ντροπή του όσο και η μύτη του. Είχε σκύψει το κεφαλάκι του και ζητούσε συγνώμη από τα ξωτικά, από τον Άγιο Βασίλη , από τους άλλους ταράνδους ακόμα και από το έλκηθρο , αλλά ήταν τόσο μεγάλη η φασαρία που δεν τον άκουγε κανείς.

Μέσα στην γενική αναταραχή κάποιος θυμήθηκε την ομάδα που έψαχνε και πήγε να τους ειδοποιήσει και μέχρι να γυρίσουν  όλοι είχαν κουραστεί από τις φωνές, ο Φτούλης είχε σταλεί να διπλώσει δώρα και ο Ρούντολφ στην γωνιά του να σκεφτεί το τι είχε προκαλέσει.

Μετά την επιστροφή της ομάδας ο αρχηγός τους επισκέφθηκε τον  Άγιο Βασίλη για να συμπληρώσουν το βιβλίο συμβάντων του χωριού. Ο Άγιος κάθισε στο μεγάλο του γραφείο , βρήκε το βιβλίο κάτω από μια στοίβα από γράμματα παιδιών και άρχισε να γράφει το συμβάν. Όταν όμως έφτασε στο σημείο του πως ο Ρούντολφ  γύρισε στο χωριό, το ξωτικό άρχισε να ξεροβήχει. «Θέλεις λόγο γάλα?» τον ρώτησε ο Άγιος Βασίλης γιατί νόμιζε ότι μπορεί να είχε αρρωστήσει τόσες ώρες έξω το πολικό κρύο .

«Όχι, όχι..» μάσησε τα λόγια του το ξωτικό… «Μόνο σε παρακαλώ, μπορείς να πεις ότι τον βρήκαμε εμείς? …τόσες ώρες ψάχναμε  και κάποια στιγμή σίγουρα θα τον βρίσκαμε .. να μην γραφεί ότι δεν μπορέσαμε να τον βρούμε και τον βρήκε ο αφηρημένος ο Φτούλης που δεν βρίσκει ούτε τον εαυτό του όταν παίζει κρυφτό!»

«ΑΑΑΑ! Να πούμε ψέματα λοιπόν! Ξέχασες καλέ μου βοηθέ  ότι είμαι άγιος και δεν λέω ψέματα? Τι θα κάνουν τα παιδάκια αν και αργώ αρχίσω να λέω ψέματα? Τι παράδειγμα θα πάρουν? Και τι λίστα θα μπορώ να κάνω μετά?»

Το ξωτικό ντράπηκε και φεύγοντας αποφάσισε να ξεκινήσει νέα πιο εντατική εκπαίδευση στην ομάδα γιατί το καταλάβαινε και ο ίδιος ότι η πιο σκληρή αλήθεια είναι πάντα προτιμότερη από το πιο όμορφο ψέμα.