Πέμπτη 26 Μαΐου 2022

Μέρος της περίληψης της διδακτορικής διατριβής της Μαρίας Χυδίρογλου.

Αρχαιολόγος Μαρία Χυδίρογλου

 Η αρχαία Καρυστία: συμβολή στην ιστορία και αρχαιολογία της περιοχής από τη γεωμετρική έως και την αυτοκρατορική εποχή

https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/29516


 Από τον 8ο έως τον ύστερο 6ο αιώνα π.Χ., η πόλη της Καρύστου αποτελείτο από μικρές, διάσπαρτες οικιστικές ομάδες ή κώμες, οι οποίες συνενώθηκαν, κατά μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό από την κλασική έως την ελληνιστική περίοδο. Η αρχαία πόλη της Καρύστου εντοπίζεται στις περιοχές Κοκκάλοι και Παλαιοχώρα, στα βόρεια της σύγχρονης πόλης.

 Ιερά με σημαντικό ρόλο στην ιστορία της περιοχής αποτελούν το πρώιμο ιερό στη θέση Πλακαρή, το ιερό της Αθηνάς στο Ελληνικό Πλατανιστού και της Ήρας ή του Διός και της Ήρας στην Όχη, όπως πιστοποιείται από τα αρχαιολογικά και επιγραφικά ευρήματα από τους χώρους αυτούς. Με βάση τις επιγραφικές μαρτυρίες στην πόλη ή στη χώρα της Καρύστου υπήρχαν ναοί ή ιερά αφιερωμένα στον Απόλλωνα, Δήλιο και Πύθιο, στην Άρτεμη, στο Διόνυσο, σε μία γυναικεία θεότητα, ίσως στην Κόρη ή στην Άρτεμη Βενδίδα και στον Ηρακλή. Η λατρεία της Κυβέλης, της Ίσιδος, του Σαράπιδος και του Μίθρα μαρτυρείται επιγραφικά σε ιδιωτικό πλαίσιο. Το ιερό και άσυλο του Ποσειδώνος Γεραιστίου, η θέση του οποίου πιθανόν εντοπίζεται στο ακρωτήριο της Γεραιστού στο Καστρί Πλατανιστού, φαίνεται να είναι το μακροβιότερο της περιοχής, με λατρευτική δραστηριότητα, επίσημο χαρακτήρα και ακτινοβολία στο Αιγαίο, όπως προκύπτει από τη διάδοση των θεοφορικών ονομάτων που σχετίζονται με τη ρίζα της προσωνυμίας του θεού.

 Στη Γεραιστό τελούνταν τα Γεραίστια, στην Κάρυστο τα Αριστονίκεια και οι Καρύστιοι μετείχαν στον εορτασμό της Αρτέμιδος Αμαρυνθίας. Από το Καρύστιο ημερολόγιο μαρτυρείται επιγραφικά το όνομα του μηνός Βουφονιῶνος και η περιστασιακή χρήση ενός μεγάλου έτους 384 ημερών, με έναν εμβόλιμο μήνα 30 ημερών, κατά τη χρονική περίοδο από τον ύστερο 4ο έως το 2ο αιώνα π.Χ. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ., περίοδο ένταξης της Καρύστου στην Α΄ και Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία και ως τη μεμονωμένη σύναψη της συμμαχίας των ευβοϊκών πόλεων με την Αθήνα το 357/356 π.Χ., το πολίτευμα της Καρύστου ήταν δημοκρατικό. Απετέλεσε τη μόνη ευβοϊκή πόλη που παρέμεινε στην Αθηναϊκή Συμμαχία το 349/348 π.Χ. και δεν συμμετείχε στην αποστασία των Ευβοέων. Η ύπαρξη βουλής τεκμηριώνεται με βάση τα επιγραφικά ευρήματα για την υστεροκλασική και ελληνιστική περίοδο.

 Ονόματα αρχόντων και άλλων αξιωματούχων εντοπίζονται σε ψηφίσματα του δήμου, καθώς και σε νομίσματα της Καρύστου. Η ύπαρξη του σώματος των προβούλων κατά τη ρωμαϊκή περίοδο στην πολιτεία της Καρύστου, θεσμός, ο οποίος θεωρήθηκε ότι θα είχε διατηρηθεί από παλαιότερες περιόδους αποτελεί επισφαλή εικασία. Κατά την υστεροκλασική έως ελληνιστική περίοδο μαρτυρούνται δημόσια και ιδιωτικά δάνεια από το ιερό της Δήλου για την πόλη και τους πολίτες της Καρύστου. Στην Κάρυστο μαρτυρείται επίσης η παρουσία ισχυρών γενών, με σημαντικό ρόλο στα δημόσια πράγματα. Καρύστιοι ιδιώτες γίνονται αναθέτες σε εκτός Καρύστου ιερά, όπως στο Αμφιάρειο του Ωρωπού και στα ιερά του Απόλλωνα στη Δήλο και στους Δελφούς. Αναθήματα της πόλης της Καρύστου στην Ακρόπολη Αθηνών το 370 π.Χ. και στους Δελφούς γύρω στο 479 π.Χ. σηματοδοτούν πτυχές της ιστορίας της πόλης. Οι πολιτικοί, συμμαχικοί, λατρευτικοί και εμπορικοί δεσμοί της Καρύστου με την Αθήνα είναι πολύπλευροι. Η Κάρυστος συμμετείχε στην Α΄ και στη Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία. Οι επιτύμβιες στήλες και οι κιονίσκοι Καρυστίων ξένων ή μετοίκων που απέθαναν και ετάφησαν στην Αθήνα καλύπτουν την υστεροκλασική και ελληνιστική περίοδο. Λίγες επιτύμβιες στήλες Καρυστίων ξένων ή μετοίκων ελληνιστικών έως ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων έχουν μέχρι σήμερα βρεθεί σε άλλες πόλεις-κράτη, όπως στην Ερέτρια, στην Κω και στην Κύπρο. 

Οι Καρύστιοι πρόξενοι που εμφανίζονται σε τιμητικά ψηφίσματα άλλων πόλεων κατά τη διάρκεια του ύστερου 4ου, 3ου, 2ου και 1ου αιώνα π.Χ. αποτελούν μεγάλη ομάδα, η ύπαρξη της οποίας τονίζει τις ναυτικές, οικονομικές και εμπορικές σχέσεις της νοτιοευβοϊκής πόλης μέσα στο δίκτυο ανταλλαγών του Αιγαίου. Υπερτερούν σε αριθμό οι Καρύστιοι πρόξενοι στην Αθήνα, με χαρακτηριστική περίπτωση τους Τιμοσθένη Ι και IΙ, οι εμπορικές και πολιτικές δραστηριότητες των οποίων καλύπτουν τα τέλη του 4ου μέχρι το τρίτο τέταρτο του 3ου αιώνα π.Χ. Η Κάρυστος διατήρησε σχέσεις συμμαχικές, πολιτικές, εμπορικές, οικονομικές και λατρευτικές, με τις άλλες μεγάλες Ευβοϊκές πόλεις, αλλά κατά κύριο λόγο με την κατά τον Ηρόδοτο ἀστυγείτονα Ερέτρια. Επιγραφικές μαρτυρίες από το οχυρό του Ραμνούντος και το δήμο του Ωρωπού, όπως και από άλλες περιοχές του χερσαίου ελλαδικού χώρου και πόλεις μακρινότερων περιοχών, όπως η Ερεσσός της Λέσβου, η θρακική Μαρώνεια, τα ποντικά Βορύσθενα και οι λακωνικές Γερόνθρες, πιστοποιούν λατρευτικές, επαγγελματικές και εμπορικές σχέσεις με την Κάρυστο. Σημαντική είναι επίσης η συμμετοχή της Καρύστου στη Δελφική Αμφικτυονία. Καρύστιοι μισθοφόροι απαντούν μέσα στον 4ο και 3ο αιώνα π.Χ. στη Χίο, στη Ρόδο και στην Κύπρο, άλλοι κέρδισαν το δικαίωμα του πολίτη στη Μίλητο, στον ύστερο 3ο αιώνα π.Χ. και άλλοι ανέλαβαν εργολαβίες σε ναούς στην Αττική και στη Δήλο, τον 4ο και πρώιμο 3ο αιώνα π.Χ. Η εμπορική σημασία της Καρύστου και της Νότιας Εύβοιας τονώθηκε με τη συστηματική εκμετάλλευση των λατομείων της καρυστίας λίθου, από ρωμαίους αξιωματούχους, πραγματευόμενους (negotiatores) και έλληνες απελεύθερους, κατά τη ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο. Κτίρια της μεσαιωνικής και υστεροβυζαντινής περιόδου καλύπτουν τις υπώρειες του Κάστρου της Καρύστου. Μέσα στις επιχώσεις του Κάστρου βρέθηκαν ευρήματα κλασικών χρόνων, στοιχείο που οδηγεί στην ενδυνάμωση της παλαιάς εικασίας των περιηγητών ότι στο χώρο αυτό εντοπίζεται η αρχαία ακρόπολη. Ιδιωτικά κτίρια των ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων έχουν θεμελιωθεί πάνω σε κτίρια ελληνιστικών και προγενέστερων χρόνων στην Παλαιοχώρα. Μία αποσπασματική μέχρι σήμερα εικόνα, με οικοδομικά κατάλοιπα οικιών, μεταξύ των οποίων μίας οικίας με πύργο υστεροκλασικών έως ελληνιστικών χρόνων, μας προσέφερε η επιφανειακή έρευνα στους Κοκκάλους. Ο αγροτικός χαρακτήρας των οικιστικών εγκαταστάσεων που εντοπίζονται τόσο στη χώρα, όσο και στο άστυ είναι φανερός από τα σχετικά ευρήματα, όπως τα λίθινα πιεστήρια, οι μυλόλιθοι και τα θραύσματα άβαφων αποθηκευτικών αγγείων. Τα δημητριακά και η αμπελουργία, τα κτηνοτροφικά και αλιευτικά προϊόντα, η μεταλλουργία, το καρύστιο μάρμαρο, ο τοπικός σχιστόλιθος και άλλοι λίθοι αποτελούν τους φυσικούς πόρους της περιοχής. Η νεκρόπολη αποτελείται από μικρά, οικογενειακά νεκροταφεία, τα οποία απλώνονται σε πυρήνες στα δυτικά και νότια της πόλης και στα νότια του Μεγάλου Ρέματος, στον Κάμπο και στην ευρύτερή του περιοχή. Μετά την προσάρτηση των Στύρων από την Ερέτρια, γύρω στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. ή κατά τον πρώιμο 4ο αιώνα π.Χ., η Καρυστία χώρα απλώνεται σε έκταση 450 τετραγωνικών χιλιομέτρων, από τα οροπέδια με τους αγροικίες-πύργους, που είναι γνωστοί ως Δρακόσπιτα των Στύρων, μέχρι τις Καφηρείους άκρας. Η πόλη και η χώρα προφυλάσσονται κατά τον 5ο έως 3ο αιώνα π.Χ. με τα οχυρά στα Πλακωτά, στη Φιλάγρα, στην Αρχάμπολη, στο Θύμι, στη Ζαχαριά, στο Σκούασι και με τον οχυρωμένο λιμένα στο πόλισμα της Γεραιστού. Οι αρχαίες θέσεις ή κώμες Αρχάμπολη και Φιλάγρα, στις οποίες έχουν αποδοθεί, χωρίς ασφαλή τεκμήρια, τα αρχαία ονόματα Νύσα και Αιγές, αποτελούν οχυρωμένους οικισμούς, στο εσωτερικό των οποίων υπάρχουν ίχνη εκτεταμένης μεταλλουργικής και μεταλλευτικής δραστηριότητας. Οικίες του απλού τύπου, με παρατακτική σειρά δωματίων, κατά τον πλατυμέτωπο άξονα, αγροικίες με πύργους, μεμονωμένοι πύργοι, κυκλικοί και τετράπλευροι, χώροι πιθανών ιερών και εργαστηρίων, καθώς και τμήματα αρχαίων οδών του 5ου αιώνα π.Χ. έως τον 2ου αιώνα μ.Χ. εντοπίστηκαν σε πολλά σημεία της χώρας. Οι θέσεις των πύργων μαρτυρούν ότι έχουν οικοδομηθεί για λόγους φύλαξης και ασφάλειας των κατοίκων και των αγαθών τους σε περιπτώσεις επιδρομών και πειρατικών εισβολών. Πολλοί από τους κυκλικούς πύργους εποπτεύουν μέρος του κεντρικού Αιγαίου, άλλοι βρίσκονται σε σημαντικά χερσαία περάσματα και άλλοι κοντά σε φυσικούς πόρους της περιοχής, όπως σε μεταλλοφόρες περιοχές ή κοντά σε καλλιέργειες. Τα σύνολα οικιστικών εγκαταστάσεων στις ορεινές περιοχές Μετόχι-Κουκουβάγιες, Κουρμαλή και στην Παξιμάδα μπορούν να θεωρηθούν κώμες της Καρυστίας χώρας. Η πιθανή ταύτιση των αγροικιών της Παξιμάδας με τις οικιστικές εγκαταστάσεις των Αθηναίων κληρούχων του 5ου αιώνα π.Χ., υπό τον Τολμίδη, εάν αυτοί εγκαταστάθηκαν στην Κάρυστο και όχι σε άλλη περιοχή της Εύβοιας, δεν έχει τεκμηριωθεί επιγραφικά. Το επιγραφικά ταυτισμένο πόλισμα της Γεραιστού είναι η μεγαλύτερη από τις καρύστιες κώμες και περιγράφεται ως έχουσα «κατοικίαν ἀξιόλογον» από το Στράβωνα. Λόγω της κομβικής της θέσης, η Γεραιστός έπαιξε σημαντικό ρόλο σε κάθε περίοδο της ιστορίας της πόλης-κράτους της Καρύστου και γνώρισε την επικυριαρχία των Αθηναίων, Σπαρτιατών και Μακεδόνων. Δεν υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη εργαστηρίων γλυπτικής στη νότια Εύβοια, όπου τα διάφορα είδη των τοπικών λίθων ήταν ακατάλληλα για τη λάξευση πλαστικών έργων. Λίγα είναι τα σωζόμενα έργα της πλαστικής που ενδεχομένως μπορούν να αποδοθούν σε δημόσια προγράμματα. Τα περισσότερα από τα έργα της πλαστικής που εξετάστηκαν, αναθήματα και επιτύμβια, κατασκευάστηκαν χάρη σε ιδιωτική πρωτοβουλία και ορισμένα αποτελούν ένδειξη του πλούτου και των προβαλλόμενων αξιών της άρχουσας κοινωνικής τάξης. Στενοί καλλιτεχνικοί δεσμοί της πόλης της Καρύστου με την Αθήνα, την Ερέτρια και τις Κυκλάδες μαρτυρούνται σε όλη τη διάρκεια των υστεροκλασικών και ελληνιστικών χρόνων. Δημοφιλείς τύποι επιτύμβιων έργων κατά τον 3ο έως 1ο αιώνα π.Χ. φαίνεται ότι είναι οι ναϊσκόμορφες στήλες νησιωτικών, κυρίως κυκλαδικών, και μικρασιατικών προτύπων, γεγονός που αποτελεί επιβεβαίωση του θαλάσσιου προσανατολισμού των ενδιαφερόντων της αρχαίας πόλης. Η τοπική μεταλλοτεχνία φαίνεται ότι παρουσιάζει ανάπτυξη ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ. Τα τοπικά εργαστήρια παρήγαγαν μικρά χάλκινα αναθηματικά έργα, αντιγράφοντας, χάρη στους εμπορικούς δεσμούς της πόλης, τύπους από κοντινά και μακρινότερα κέντρα, με στόχο την κάλυψη των λατρευτικών αναγκών της Καρυστίας. Η τοπική κεραμική παραγωγή της Καρύστου αναπτύχθηκε από τους γεωμετρικούς έως τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. Η κεραμική των ύστερων γεωμετρικών χρόνων από το ιερό της Πλακαρής και από άλλες θέσεις της Καρύστου, εισαγμένη και τοπική, δείχνει επαφές με την Αττική, την Ερέτρια και τις Κυκλάδες, τόσο στα σχήματα, όσο και στα διακοσμητικά μοτίβα. Η ανάδειξη του χαρακτήρα της τοπικής κεραμικής παραγωγής της Καρυστίας πραγματοποιείται κατά την αρχαϊκή περίοδο, μέσω επαφών με το νησιωτικό Αιγαίο, όπως πιστοποιούν τα θραύσματα των ανάγλυφων πίθων με τα ποικίλα φυτικά και γραμμικά μοτίβα, από τη Φιλάγρα και την Κάρυστο. Κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο, διαπιστώνεται η ύπαρξη πολλών εισηγμένων αττικών αγγείων και η τοπική παραγωγή περιορίζεται σε μελαμβαφή αττικίζοντα ή κορινθιάζοντα αγγεία και κυρίως σε τοπικά άβαφα χρηστικά και μαγειρικά σκεύη. Μεγάλη ποικιλία σχημάτων αγγείων και ευρηματικότητα απλών διακοσμητικών μοτίβων παρατηρείται από τον 4ο έως τον 3ο αιώνα π.Χ., περίοδο ανάπτυξης του αστικού κέντρου και των βιοτεχνιών της Καρύστου. Κατά την υστεροκλασική περίοδο αντιγράφονται στην Κάρυστο δημοφιλή μελαμβαφή αθηναϊκά και ερετριακά σχήματα αγγείων. Τοπικής παραγωγής άβαφα αγγεία, όπως χύτρες, λοπάδες και πίθοι παράγονταν από τον 6ο αιώνα π.Χ. ώς τον 1ο αιώνα μ.Χ. Η αυτόνομη εξελικτική πορεία του σχήματος του πίθου και των χυτροειδών από τον 6ο έως τον 2ο αιώνα π.Χ. στην Καρυστία επιβεβαιώνει την ύπαρξη τοπικών εργαστηρίων μαγειρικών σκευών, με παράδοση, υπόθεση που ενισχύεται από τα ανασκαφικά ευρήματα και απηχείται στο μαρτυρούμενο όνομα κάκκαβος, που ο Αθήναιος αποδίδει σε ένα μεγάλο καρύστιο μαγειρικό σκεύος. Κατά τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ, η ποικιλία των μοτίβων που χρησιμοποιήθηκαν σε άωτους ανάγλυφους σκύφους και στη μελαμβαφή παραγωγή, τύπου Δυτικής Κλιτύος, δείχνει επιρροές όχι μόνον από την Αθήνα και την Ερέτρια, αλλά και αναφορές σε άλλα κέντρα της Πελοποννήσου, του Αιγαίου και της Μικράς Ασίας. Η παραγωγική δραστηριότητα των τοπικών κοροπλαστικών εργαστηρίων παρουσίασε αυτονομία και δημιούργησε πρωτότυπους τύπους κατά τους υστεροκλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους και με σκοπό την κάλυψη των αναγκών της τοπικής αγοράς. Τα ειδώλια, τα πήλινα ακροκέραμα, οι λύχνοι του 4ου έως 1ου αιώνα π.Χ.-1ου αιώνα μ.Χ., τα γυάλινα φυσητά αγγεία των ρωμαϊκών αυτοκρατορικών χρόνων και τα οστέινα εργαλεία του 4ου έως 1ου αιώνα π.Χ.-1ου αιώνα μ.Χ. αποτελούν δείγματα αντίστοιχων μικρών τοπικών παραγωγικών δραστηριοτήτων, ενώ τα γυάλινα αγγεία τεχνικής πυρήνα από άμμο, του πρώτου μισού του 5ου αιώνα π.Χ., δείγματα εισαγωγών από το νότιο Αιγαίο, μέσω της Ερέτριας. Μέσα από την μελέτη αυτή σκιαγραφήθηκαν ορισμένα στοιχεία από την ιστορία και την αρχαιολογία της Καρυστίας, κέντρο της οποίας ήταν η πόλη-κράτος της Καρύστου, με τις μικρές κώμες και τους αγροτικούς οικισμούς της χώρας που την περιέβαλε. Η κομβική θέση της πόλης-κράτους της Καρύστου λειτούργησε σε όλη την διάρκεια της αρχαιότητας ως δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ του χερσαίου ελλαδικού χώρου και των Μικρασιατικών παραλίων, μέσα στο πολύμορφο δίκτυο των πολιτικών, λατρευτικών, οικονομικών και εμπορικών επαφών του Αιγαίου. Το νότιο άκρο της Εύβοιας λειτούργησε ως πύλη των ναυτικών επιχειρήσεων της Ερέτριας, της Αθήνας, της Σπάρτης και της Μακεδονίας. Η επικυριαρχία στην νότια Εύβοια σηματοδοτούσε την εγγύηση της επιτυχούς επιβολής της εκάστοτε ηγεμονικής δύναμης του ελλαδικού χώρου στο κεντρικό Αιγαίο. Ο ρόλος της ευβοϊκής πόλης-κράτους της Καρύστου στο δίκτυο επαφών των αρχαίων ελληνικών πόλεων αναδεικνύεται σαφέστερα μέσα τις επιγραφικές και νομισματικές μαρτυρίες, που φανερώνουν σχέσεις που απλώνονται από τον Εύξεινο Πόντο μέχρι την Αίγυπτο, καθώς και από την Ρώμη μέχρι την Μικρά Ασία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Λήξη προθεσμίας υποβολής ενδιαφέροντος 20/12!! ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΙΔΙΩΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΚΤΑΚΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ(επί αμοιβή)

  ΕΠΕΙΓΟΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ Μ Ν Η Μ Ο Ν Ι Ο Σ Υ Ν Ε Ρ Γ Α Σ Ι Α Σ Π Ε Ρ Ι Φ Ε Ρ Ε Ι Α Κ Η Σ Ε Ν Ο Τ Η Τ Α Σ Ε Υ Β Ο Ι Α Σ & Ε Π Ι Χ Ε Ι Ρ...