Εμπράγματα δικαιώματα του Δημοσίου και ιδιοκτησιακό καθεστώς: Το παράδειγμα της Θάσου
22/12/2019
24/12/2019

Αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου στάθηκε το γεγονός των αντίθετων δικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν από τοπικά δικαστήρια για το ίδιο νομικό αντικείμενο. Η Θάσος, όπως και άλλες περιοχές της Ελλάδας απολάμβανε προνομίων κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας εξαιτίας της εκούσιας παράδοσής της στους Τούρκου: ως εκ τούτου υπήρξε μη δορυάλωτη (κατακτηθείσα), γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τους ελάχιστους φόρους που πλήρωνε το νησί. Οι Θάσιοι φορολογούνταν μόνο με resmi çift1, όσα πλήρωναν δηλαδή και οι μουσουλμάνοι, ήτοι 50 ακτσέδες αντί για δεκάτη (öşür)2. Απαλλάσσονταν ακόμα και από το φόρο avâriz-i divaniye και απολάμβαναν μεγάλων φορολογικών ελαφρύνσεων.
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΗ ΔΟΡΥΑΛΩΤΟ ΤΗΣ ΘΑΣΟΥ
Οι αποφάσεις των τοπικών δικαστηρίων αποδέχονταν το μη δορυάλωτο της Θάσου μέχρι το 2010, αν και ήταν σε ισχύ ο νόμος 998/1979, που όριζε στο άρθρο 62, παρ. 1, ότι ο ιδιώτης έφερε το βάρος της απόδειξης, είτε είναι φυσικό πρόσωπο είτε νομικό, και όφειλε να αποδείξει την ύπαρξη του εμπράγματου δικαιώματός του σε περίπτωση διένεξής του με το Δημόσιο. Κατ’ εξαίρεση η διάταξη αυτή δεν ίσχυε στις περιφέρειες των Πρωτοδικείων Ιόνιων Νήσων, Κρήτης, Χίου, Σάμου, Λέσβου, Κυθήρων, Αντικυθήρων και Κυκλάδων, γιατί οι περιοχές αυτές δεν είχαν κατακτηθεί αλλά πέρασαν στην εξουσία του σουλτάνου είτε με διακρατική σύμβαση είτε γιατί έτυχαν κάποιου ιδιόμορφου καθεστώτος από το οθωμανικό κράτος. Την ένσταση του Ελληνικού Δημοσίου, όταν επικαλούνταν τη διάταξη αυτή, απέρριπταν οι αποφάσεις των δικαστηρίων με το σκεπτικό ότι «προϋπόθεση για να διεκδικεί το Ελληνικό Δημόσιο δικαίωμα κυριότητας ως διάδοχο του Οθωμανικού Δημοσίου είναι η ιδιοκτησία που επικαλείται, να βρίσκεται σε εδαφική περιοχή που κατακτήθηκε ως εχθρική χώρα από τους Οθωμανούς και χαρακτηρίστηκε από το κοράνι ως «μπάγδατεν».
Αντιθέτως, τέτοιο δικαίωμα δεν μπορεί να επικαλεστεί για τις φορολογούμενες γαίες που παρέμειναν στην ιδιοκτησία των κατοίκων τους (βλ. ΕφΑιγ 50/1923, Δικαιοσύνη 1924, 367). Μεταξύ των περιοχών αυτών που δεν κατακτήθηκαν περιλαμβάνεται η νήσος Θάσος, η οποία ως μη δορυάλωτος υπήχθη στην οθωμανική αυτοκρατορία ως φόρου υποτελής, καταβάλλοντας ετήσιο κατ’ αποκοπή φόρο. Τούτο σημαίνει ότι οι κάτοικοι της Θάσου δεν αποξενώθηκαν από τις ιδιοκτησίες τους και ότι δεν περιήλθαν αυτομάτως, όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα, στην κυριότητα του οθωμανικού κράτους οι γαίες εκείνες που χαρακτηρίζονται δημόσιες από το οθωμανικό δίκαιο, όπως τα δάση της νήσου. Τούτο, περαιτέρω, σημαίνει ότι επί των γαιών αυτών το Ελληνικό Δημόσιο δεν μπορεί να στηρίξει δικαίωμα κυριότητας, βασισμένο στο γεγονός της διαδοχής.
Σύμφωνα με τις παραδοχές αυτές, δεν αρκεί για τη νομική βασιμότητα της αγωγής, με την οποία το ενάγον διεκδικεί ακίνητο που βρίσκεται στη νήσο Θάσο, μόνον το γεγονός ότι το Ελληνικό Δημόσιο διαδέχθηκε το Οθωμανικό, καθώς η προϋπόθεση επί της οποίας στηρίζεται, δηλαδή το δικαίωμα κυριότητας του τελευταίου, δεν υφίσταται. Συνεπώς και στην προκείμενη περίπτωση το γεγονός ότι, σύμφωνα με το νόμο, υφίσταται τεκμήριο της κυριότητας του Δημοσίου για τα δάση που βρίσκονται στη νήσο Θάσο, η οποία δεν συμπεριλήφθηκε στις εξαιρέσεις, αν και είχε τις ίδιες με τις άλλες περιοχές προϋποθέσεις, δεν αρκεί για να θεμελιώσει δικαίωμα του Δημοσίου, καθώς το αναφερόμενο στο νόμο τεκμήριο συνιστά δικονομικό προνόμιο αλλά όχι και αιτία γενεσιουργό του δικαιώματος»3.
Όλες οι αποφάσεις που είχαν εκδοθεί μέχρι το 2010, δέχονταν το ιστορικό τούτο γεγονός, το ότι η Θάσος δεν υπήρξε δορυάλωτη και ότι υπήρχαν ιδιόκτητες γαίες στο νησί. Έρχεται, όμως, η υπ’ αριθ. 270/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου να ανατρέψει όλο το νομικό αυτό πλαίσιο που είχε διαμορφωθεί κατά τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι τα ιστορικά γεγονότα που επικαλούνται διακεκριμένοι νομικοί (Οδυσσέας Καραγιαννακίδης, Νικόλαος Πανταζόπουλος, Αναστάσιος Καπόλλας, Γεώργιος Νάκος μεταξύ άλλων) για να στηρίξουν τη νομική τους θέση, χαρακτηρίζονται από την αναφερόμενη απόφαση ως απόψεις. Οι θέσεις των νομικών αυτών δεν στηρίζονται σε απόψεις αλλά σε ιστορικά γεγονότα που έφεραν στο φως οι ιστορικοί από πηγές και άλλα βοηθήματα. Τα ιστορικά αυτά στοιχεία θεωρούνται ως άποψη, η οποία δεν έτυχε εφαρμογής από τη νομολογία, γιατί ο νομοθέτης δεν συμπεριέλαβε και τη Θάσο στις εξαιρέσεις. Και για να αιτιολογήσει την αντίθετη άποψή της η υπ’ αριθ. 270/2010 απόφαση του Πολ. Πρωτ. Καβάλας, την οποία θεωρεί ορθότερη, αναφέρει ότι ήταν σαφής η επιλογή του νομοθέτη «να μην συμπεριλάβει στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις και τη νήσο Θάσο, παρότι ήδη υπήρξαν αντίθετες αιτιάσεις, (βλ. απόφαση 36/1929 του τότε υφιστάμενου Διοικητικού Δικαστηρίου του Υπουργείου Γεωργίας), καταδεικνύει τη σαφή θέση που ο νομοθέτης έλαβε σχετικά με το ζήτημα της διαδοχής της κρατικής εξουσίας στη νήσο Θάσο».
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι αν η παράλειψη της Θάσου από τις εξαιρέσεις έγινε από το νομοθέτη ενσυνείδητα ή από άγνοια; Πιστεύουμε ότι έγινε από άγνοια, γιατί δεν συμπεριλήφθηκαν στις εξαιρέσεις ούτε η Μάνη ούτε η Σαμοθράκη. Και όταν εκδόθηκε απόφαση με το νέο νόμο για ένα Μανιάτη, ξεσηκώθηκαν οι Μανιάτες και ψηφίστηκε ειδική διάταξη, που συμπεριέλαβε και τη Μάνη στις εξαιρέσεις, προσθήκη που πέρασε στο άρθρο 67 του νόμου 4042/13-2-2012 και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 24, τεύχ. Α΄.
Η υπ’ αριθ. 32/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης, που εκδόθηκε, κατά της υπ’ αριθ. 270/2010 απόφασης του Πολ. Πρωτ. Καβάλας, ύστερα από έφεση της ενάγουσας, διορθώνει μερικά σφάλματα της πρωτόδικης απόφασης, ακολουθεί, όμως, και η ίδια την άποψη ότι «η Θάσος ήταν δορυάλωτος (δηλαδή κατακτηθείσα) από το Οθωμανικό κράτος και συνεπώς και σ’ αυτή μέχρι την απελευθέρωσή της δεν ίσχυαν οι περί χρησικτησίας προμνησθείσες διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου», χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα της πρωτόδικης απόφασης, γεγονός που οδηγείται και σε εσφαλμένη κρίση. Τα επίδικα τμήματα, που χαρακτηρίζονται από την πρωτόδικη απόφαση ως καλλιεργήσιμες γαίες, αναφέρονται στην απόφαση του Εφετείου ως τμήματα που δεν καλλιεργήθηκαν ποτέ, κι ενώ έκανε δεκτή την ένσταση του τεσσαρούφ4, εξαιρεί και πάλι τα χαρακτηρισθέντα ως πράσινα τμήματα με την αιτιολογία ότι δεν καλλιεργούνταν, αν και υπήρχαν οι προγενέστερες δικαστικές αποφάσεις, η αποζημίωση της περιφερειακής οδού που πέρασε, οι παλιές πεζούλες, οι αναβαθμίδες με τα ελαιόδενδρα που υπήρχαν, οι κορμοί των ελαιοδένδρων που κάηκαν από την πυρκαγιά του 1985.
Η υπ’ αριθ. 270/2010 απόφαση του Πολ. Πρωτ. Καβάλας, αν και υπήρξε αρνητική ως προς το ιστορικό γεγονός του μη δορυάλωτου της Θάσου, φαίνεται ότι δεν επηρέασε τις αποφάσεις που ακολούθησαν, αφού και οι επόμενες δέχονταν το μη δορυάλωτο του νησιού. Η υπ’ αριθ. 862/2012 απόφαση του Μον. Πρωτ. Καβάλας επανέρχεται στην προηγούμενη παραδοχή ότι η Θάσος δεν κατακτήθηκε και «συνεπώς οι κάτοικοί της δεν αποξενώθηκαν από τις ιδιοκτησίες τους και αυτές δεν περιήλθαν αυτομάτως στην κυριότητα του Οθωμανικού κράτους».
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και η υπ’ αριθ. 9/2013 απόφαση του Πολ. Πρωτ. Καβάλας, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, ύστερα από έφεση που άσκησε το Ελληνικό Δημόσιο κατά της υπ’ αριθ. 104/2009 απόφασης του Μον. Πρωτ. Καβάλας. Στο σκεπτικό της απόφασης του Δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου προτάσσεται το μη δορυάλωτο της Θάσου και επομένως το Ελληνικό Δημόσιο δεν μπορεί να επικαλεσθεί δικαίωμα κυριότητας σε περιοχή που δεν κατακτήθηκε, γιατί η νήσος Θάσος περιλαμβάνεται στις περιοχές που δεν κατακτήθηκαν και «ως μη δορυάλωτος υπήχθη στην Οθωμανική αυτοκρατορία ως φόρου υποτελής, καταβάλλοντας ετήσιο κατ’ αποκοπή φόρο». Παραπέμπει σε βιβλιογραφία και προγενέστερες αποφάσεις, ενώ σημειώνει το γεγονός της αντίθετης άποψης που εξέφρασε η υπ’ αριθ. 270/2010 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου.
Το μη δορυάλωτο της Θάσου αποδέχεται και η υπ’ αριθ. 124/2013 απόφαση του Μον. Πρωτ. Καβάλας, που απορρίπτει τον ισχυρισμό του Ελληνικού Δημοσίου ως μη νόμιμο, γιατί, «σύμφωνα και με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, στη νήσο της Θάσου, που δεν υπήρξε δορυάλωτος, επί τουρκοκρατίας οι γαίες, αλλά και τα δάση υπάγονταν στην κατηγορία των ιδιωτικών φορολογούμενων γαιών (μουλκέτ), με αποτέλεσμα να μην αποξενωθούν οι κάτοικοι της Θάσου από τις ιδιοκτησίες τους και να μην περιέλθουν αυτές αυτομάτως αρχικώς στην κυριότητα του Οθωμανικού Δημοσίου κι ακολούθως στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου με βάση μόνον το γεγονός της μεταξύ τους διαδοχής, ενώ, εξάλλου αυτές εξομοιώνονταν με τα κινητά και δεν απαιτούνταν καμιά διατύπωση για τη μεταβίβασή τους».
Το ίδιο σκεπτικό ακολουθεί και η υπ’ αριθ. 288/2015 νεότερη απόφαση του Μον. Πρωτ. Καβάλας που επαναλαμβάνει τα όσα αναφέρει η υπ’ αριθ. 207/2007 απόφαση του Πολ. Πρωτ. Καβάλας. Υπάρχουν βέβαια και αποφάσεις που ακολουθούν την υπ’ αριθ. 32/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θράκης, που δέχονται το δορυάλωτο, προσπερνώντας τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία και αλλοιώνοντας την ιστορική πραγματικότητα. Και η αλλοίωση πραγματοποιείται όχι χάριν της ιστορικής αλήθειας αλλά στο όνομα του επικαλούμενου εσφαλμένου νόμου.
Στα πλαίσια αυτά απόκειται στο νομοθέτη η ρητή αναγνώριση και η θεσμική κατοχύρωση της ιστορικής αυτής πραγματικότητας και στα εκάστοτε αρμόδια όργανα της ελληνικής δικαιοσύνης η ορθή αξιολόγηση και διάγνωση των εννόμων συνεπειών της. Επομένως είναι επιτακτική η διάγνωση της διαφοράς, η οποία οφείλει να παραμερίζει την άγνοια των νομοθετών και να απονέμει το δίκαιο. Χωρίς ιστοριογνωσία δεν μπορούν να λυθούν νομικά θέματα, που αναφέρονται στα εμπράγματα δικαιώματα, που προστατεύονται σήμερα από διεθνείς συνθήκες, τις οποίες υπέγραψε κατά το παρελθόν η χώρα μας.
Στη Θάσο κατά την τουρκοκρατία δεν υπήρχαν δημόσιες γαίες ή δημόσια δάση. Υπήρχαν μόνο ιδιόκτητες γαίες και κοινοτικά δάση (μπαλταλίκια). Τούτο το απέδειξαν οι Θάσιοι με φιρμάνια, αποφάσεις του Ιεροδικείου, δασικούς κανονισμούς των ετών 1875 και 1885, ως και αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεών τους ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου του υπουργείου Γεωργίας, που εξέδωσε 12 ανέκκλητες αποφάσεις κατά τα έτη 1929-1930, που ανέτρεψαν την εσφαλμένη απόφαση της ελληνικής πολιτείας, η οποία είχε κηρύξει τα δάση της Θάσου ως εθνικά «δικαιώματι πολέμου», χωρίς να εξετάσει σε ποίον ανήκε η κυριότητα των δασών κατά την τουρκοκρατία. Οι υπ’ αριθ. 36/1929 και οι υπ’ αριθ. 10, 11, 12, 76, 77, 85, 86, 87, 88, 89 και 90 του 1930 αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου αναγνώρισαν ότι η κυριότητα των δασών της Θάσου ανήκε στις κοινότητές της. Γι’ αυτό και το Δημόσιο υποχρεώθηκε νεότερα να αποζημιώσει χιλιάδες στρέμματα που ανήκαν σε κοινότητες και ιδιώτες για την αποκατάσταση των ακτημόνων (βλ. ΦΕΚ 257/23-12-1954, τεύχ. Β΄).
Το άρθρο αυτό βασίζεται στην εργασία μου με τίτλο «Το Ιδιοκτησιακό Καθεστώς της Θάσου κατά την Περίοδο της Τουρκοκρατίας», που βραβεύτηκε με το Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών το Δεκέμβριο του 2018.
- 1.Φόρος επί αγροτικής γης, υπολογισμένος σε μία σταθερή ετήσια τιμή.
- 2.Ο ακτσές (τουρκ. akçe) ήταν νομισματική μονάδα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και βασικό μέσο συναλλαγών από τα μέσα του 14ου μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα. Αλλιώς γνωστό και ως άσπρο. Η δεκάτη αποτέλεσε το βασικό φόρο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας: η αγροτική παραγωγή χωριζόταν σε δέκα ίσα μέρη, το ένα μέρος το έπαιρνε ο εκπρόσωπος της Οθωμανικής εξουσίας. Το λαμβανόμενο «δέκατον», δεν θεωρούταν φόρος, αλλά δικαίωμα ιδιοκτησίας, αφού κύριος όλης της γης εθεωρείτο ο Σουλτάνος. Το κράτος υπενοικίαζε συνήθως το δικαίωμα είσπραξης της δεκάτης σε τοπικούς άρχοντες.
- 3.Βλ. Κωνσταντίνου Ι. Χιόνη, Η νομολογία και το δορυάλωτο της Θάσου, Θασιακά, τ. 19 (2018), σ. 314-318, όπου δημοσιεύεται η υπ’ αριθ. 207/2007 απόφαση του Πολ. Πρωτ. Καβάλας.
- 4.Δικαιώματα εξουσιάσεως, ορ. και ΑΠ 1817/2011.
Ερώτηση Β. Υψηλάντη για το ιδιοκτησιακό καθεστώς σε Αρκιούς και άλλα νησιά της Δωδεκανήσου
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΚΕ 684 ΦΟΡΕΣ
Ο Κοσμήτορας της Βουλής και βουλευτής Δωδεκανήσου Βασίλης Α. Υψηλάντης, με Κοινοβουλευτική του Ερώτηση προς τον Υπουργό των Οικονομικών θέτει το πρόβλημα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στους Αρκιούς και σε άλλα νησιά της Δωδεκανήσου και ζητά την αναγνώριση των ιδιοκτησιών των πραγματικών κυρίων από το Ελληνικό Δημόσιο.
Η Ερώτηση του Βουλευτή αναφέρεται σε συγκεκριμένα νομικά ζητήματα με σχετική νομολογία, θέτοντας έτσι το Υπουργείο Οικονομικών ενώπιον των ευθυνών του για το ιδιαιτέρως αυτό ευαίσθητο θέμα, των μικρών κυρίως νησιών, της Δωδεκανήσου.
Αναλυτικά η ερώτηση του κου Βασίλη Υψηλάντη
"Προς τον Αξιότιμο Υπουργό των Οικονομικών
Ως γνωστόν το ελληνικό Δημόσιο, κατά την τελευταία δεκαετία, ασκεί συστηματικά διεκδικητικές αγωγές κατά προσώπων που είναι καταγεγραμμένα ως κύριοι ακινήτων σε διάφορα νησιά στο νομό Δωδεκανήσου.
Συγκεκριμένα στις αγωγές αυτές πανομοιότυπα γίνεται επίκληση αβάσιμων ισχυρισμών, σε βάρος των νησιωτών, ότι δήθεν οι εκτάσεις αυτές στα Δωδεκάνησα ήταν κατά την περίοδο της Οθωμανικής Κατοχής, δημόσιες γαίες «εραζί – εμιριέ ή αρζί – μιρί» με συνέπεια να περιέλθουν στο ελληνικό Δημόσιο μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Αναγνωρίζει συνεπώς ως κυρίους των ακινήτων αυτών μόνον όσους έχουν αποκτήσει το ακίνητο τους από το Δημόσιο ή όσους αποδείξουν ότι το νέμονταν οι δικαιοπάροχοι τους επί δέκα χρόνια πριν από την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα.
Κάθε άλλο ακίνητο, κατά τους ισχυρισμούς του, ανήκει σε αυτό. Ισχυρίζεται επιπρόσθετα ότι ούτε και η Ιερά Μονή Πάτμου απέκτησε ποτέ κυριότητα σε εκτάσεις στην Πάτμο και στα πέριξ αυτής νησιά. Τη θέση αυτή τη στηρίζει στη θεώρηση των γαιών ως δημοσίων κατά τα οθωμανικό δίκαιο σε συνδυασμό με την αμφισβήτηση της νομικής αξίας του Χρυσόβουλου του Αυτοκράτορα Αλεξίου του Κομνηνού, δια του οποίου είχε παραχωρηθεί το σύνολο της νησιωτικής περιοχής στην Ιερά Μονή Πάτμου. Με βάση τα ανωτέρω, το Δημόσιο διεκδικεί τα ακίνητα αυτά ενώ ιδιοκτήτες τους που έχουν τίτλους ιδιοκτησίας κινδυνεύουν να χάσουν της περιουσίας τους. Η νομολογία των δικαστηρίων μας, με αποφάσεις ακόμα του Αρείου Πάγου, θέτει φραγμό σε όλη αυτή την διεκδίκηση από το Δημόσιο. Γίνεται δε παγίως δεκτό από τη νομολογία ότι οι γαίες στα νησιά αυτά της Δωδεκανήσου (εξαιρουμένης της Ρόδου και της Κω) δεν θεωρούνταν δημόσιες κατά το οθωμανικό δίκιο. Επρόκειτο αντιθέτως για γαίες καθαρής κυριότητας (Μούλκ). Τούτο δε διότι οι γαίες αυτές ουδέποτε υπήρξαν «δορυάλωτες». Δεν κατακτήθηκαν με στρατεύματα κατοχής από την οθωμανική αυτοκρατορία. Η θέση αυτή αποτελεί από το 2013 πάγια νομολογία του ανωτάτου δικαστηρίου. Παρόλα αυτά το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ενώ τελεί προφανώς σε γνώση αυτών εξακολουθεί να ασκεί μαζικά αγωγές στα νησιά αυτά της Δωδεκανήσου.
Από τον Σεπτέμβριο 2022 τέθηκε σε ισχύ η διάταξη του άρθρου 126 του νόμου 4972/2022. Η συγκεκριμένη διάταξη αφορά ορισμένα νησιά όπως το Αγαθονήσι, Αρκιοί, Μαράνθη, Μεγίστη, Ψέριμο και Σαρία του Νομού Δωδεκανήσου και προβλέπει ότι οι δίκες μεταξύ «νομέων και Δημοσίου» καταργούνται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι αντίδικοι το τελευταίο είναι μόνιμοι κάτοικοι βεβαίωση του οικείου Δήμου. Συγκεκριμένα στο άρθρο 17 του ν. 2443/1996 (Α' 265) προστίθεται παρ. 4 ως εξής:
«4. Σε ακίνητα που βρίσκονται στις νησίδες της παρ.1, επί των οποίων το Δημόσιο προβάλλει δικαιώματα διά της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας, ο νομέας τους θεωρείται κύριος έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, εφόσον αποδεδειγμένα: α) είναι μόνιμος κάτοικος αυτών, β) έχει αναγραφεί ως κύριος στις πρώτες κτηματολογικές εγγραφές, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2664/1998 (Α' 275), γ) δεν έχει εκδοθεί και κοινοποιηθεί σε αυτόν ή τους δικαιοπαρόχους του Πρωτόκολλο Διοικητικής Αποβολής ή Πρωτόκολλο Καθορισμού Αποζημίωσης Αυθαίρετης Χρήσης για τα ακίνητα αυτά, δ) δεν προβάλλονται δικαιώματα του Δημοσίου επί του ακινήτου εξ άλλης αιτίας και ε) δεν εμπίπτει στους περιορισμούς της παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 1892/1990 (Α' 101). Η συνδρομή των προϋποθέσεων των περ. α' και ε' αποδεικνύεται με βεβαίωση του κατά τόπον αρμόδιου δήμου. Για τη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων των περ. β', γ' και δ' αρμόδια είναι η οικεία Κτηματική Υπηρεσία, η οποία συγκεντρώνει το σύνολο των απαιτούμενων στοιχείων των περ. α' έως ε' και τα διαβιβάζει στο κατά τόπον αρμόδιο Κτηματολογικό Γραφείο. Εκκρεμείς δίκες μεταξύ των νομέων και του Ελληνικού Δημοσίου καταργούνται.»
Το δε άρθρο 17 του ν. 2443/1996 (Α' 265) προβλέπει τα ακόλουθα : «Άρθρο 17
Παραχωρήσεις ακινήτων του Δημοσίου
1.Ακίνητα του Δημοσίου, που κατέχονται αυθαίρετα προ του έτους 1980 στις νησίδες Αγαθονήσι, Αρκιοί, Μαράνθη, Μεγίστη, Ψέριμο και Σαρία του Νομού Δωδεκανήσου, παραχωρούνται δωρεάν και κατά κυριότητα στους αυθαίρετους κατόχους τους κατά τη δημοσίευση του παρόντος, με τους εξής όρους και προϋποθέσεις: α. Το παραχωρούμενο αστικό ακίνητο, μετά των κτισμάτων, δεν δύναται να υπερβαίνει τα οκτακόσια (800) τετραγωνικά μέτρα. Κατ' εξαίρεση μπορεί να παραχωρηθεί μεγαλύτερη έκταση, εφόσον αυτή που απομένει μετά την παραχώρηση των οκταχοσίων (800) τετραγωνικών μέτρων δεν αποτελεί άρτιο οικόπεδο ή δεν μπορεί να αποτελέσει άρτιο οικόπεδο σε συνένωση με άλλη συνεχόμενη έκταση του Δημοσίου. Αν ο δικαιούχος κατέχει μεγαλύτερη έκταση από την παραπάνω οριζόμενη, δύναται να του παραχωρηθεί επιπλέον έκταση μέχρι το πολύ οκτακόσια (800) τετραγωνικά μέτρα, με τίμημα ίσο προς το ένα πέμπτο (1/5) της τρέχουσας αγοραίας αξίας της, καταβλητέο σε πέντε (5) το πολύ ισόποσες ετήσιες άτοκες δόσεις.
β. Το παραχωρούμενο αγροτικό ακίνητο δεν δύναται να υπερβαίνει τα δέκα (10) στρέμματα.
Αν ο δικαιούχος κατέχει μεγαλύτερη έκταση από την παραπάνω παραχωρούμενη, δύναται να του παραχωρηθεί επιπλέον έκταση μέχρι δέκα (10) στρεμμάτων, με τίμημα ίσο προς το ένα δέκατο (1/10) της τρέχουσας αγοραίας αξίας της, καταβλητέο σε πέντε (5) το πολύ ισόποσες ετήσιες άτοκες δόσεις.
γ. Τα παραχωρούμενα ακίνητα, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για την κάλυψη στεγαστικών ή επαγγελματικών αναγκών ή για γεωργικούς και κτηνοτροφικούς σκοπούς των δικαιούχων. Στην αξία των ακινήτων δεν υπολογίζονται οι δαπάνες αξιοποίησης και βελτίωσης τους που έγιναν από τους κατόχους, ως και η αξία των τυχόν ευρισκόμενων
επ'αυτών κτισμάτων, που έχουν ανεγερθεί απ’'αυτούς, δ. Ο παραχωρησιούχος να έχει την ελληνική ιθαγένεια. Η μεταβίβαση περαιτέρω των ακινήτων εν ζωή για οποιοδήποτε αιτία επιτρέπεται μόνο σε φυσικά πρόσωπα που έχουν την ελληνική ιθαγένεια και μετά την πάροδο δεκαπέντε (15) ετών από την παραχώρηση του ακινήτου.
ε. Η παραχώρηση γίνεται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου στην Κτηματική Υπηρεσία Δωδεκανήσου, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, κατόπιν γνώμης του αρμόδιου Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου. Η απόφαση αυτή αποτελεί τίτλο κυριότητας που μεταγράφεται, στ. Όσοι κατέχουν μεγαλύτερη έκταση, από την παραχωρούμενη κατά τα ανωτέρω, υποχρεούνται να παραδώσουν αυτή ελεύθερη στην αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, με σχετικό πρωτόκολλο, εντός έξι (6) μηνών από την έκδοση του τίτλου μεταβίβασης της παραχωρούμενης έκτασης. Σε αντίθετη περίπτωση η παραχώρηση ανακαλείται αυτοδίκαια.
ζ. Παράβαση οποιουδήποτε από τους παραπάνω όρους και προϋποθέσεις συνεπάγεται την αυτοδίκαιη επάνοδο του ακινήτου στην κυριότητα του Δημοσίου.
2.Σε κάθε οικογένεια, που κατοικεί μόνιμα στις παραπάνω νησίδες και ο ένας τουλάχιστον από τους συζύγους έχει την ελληνική ιθαγένεια, καθώς και σε κάθε οικογένεια της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν. 719/1977 (ΦΕΚ 301 Α'), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 35 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α'), εφόσον στερείται ακινήτου στις παραπάνω νησίδες ικανού να καλύψει τις στεγαστικές ή επαγγελματικές ή γεωργικές και κτηνοτροφικές ανάγκες της. παραχωρείται δωρεάν και κατά κυριότητα έκταση σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
3.Κοινόχρηστοι χώροι σύμφωνα με το εγκεκριμένο σχέδιο των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή σύμφωνα με τον τρόπο χρησιμοποίησης τους ή έχουν χαρακτηριστεί ως τοιούτοι, καθώς και έργα κοινής ωφέλειας μαζί με τα κτίσματα και τις εγκαταστάσεις τους, με εξαίρεση τη ζώνη του αιγιαλού, στις νησίδες της παρ. 1 παραχωρούνται δωρεάν και κατά κυριότητα στους οικείους Ο.Τ.Α. με τον παρόντα νόμο αυτοδίκαια και χωρίς άλλη διατύπωση.
Οι δήμοι και κοινότητες προς τους οποίους παραχωρούνται οι χώροι αυτοί υποχρεούνται όπως μη μεταβάλλουν την ιδιότητα τούτων ως κοινοχρήστων.
Παρά τις ασκούμενες ως άνω αγωγές του Ελληνικού Δημοσίου, από το σύνολο των παραπάνω διατάξεων προκύπτει, ότι ενώ η βούληση της Πολιτείας είναι να παραμείνουν οι Δωδεκανήσιοι κύριοι των πατρογονικών τους περιουσιών και ειδικότερα να αναγνωριστούν οι νομείς ακινήτων στους Αρκιούς κύριοι των ακινήτων αυτών, τούτο δεν μπορεί να καταστεί εφικτό από αδυναμίες του ιδίου του νόμου. Για παράδειγμα ενώ η διάταξη αναφέρει ότι ο νομέας τους θεωρείται κύριος έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, βάζει την προϋπόθεση ότι αποδεδειγμένα πρέπει να είναι μόνιμοι κάτοικοι αυτών. Τούτο όμως δεν είναι εφικτό διότι αφενός μεν οι Αρκιοί στην ουσία ανήκουν διοικητικά στο Δήμο Πάτμου, οι δε πραγματικοί νομείς των ακινήτων αυτών είτε είναι εγγεγραμμένοι στο Δήμο Πάτμου ή παρά το γεγονός ότι το νέμονται οι ίδιοι και πριν από αυτούς συγγενείς τους δεν βρίσκονται πλέον μόνιμα στο νησί .
Βάσει όλων των ανωτέρω η ελληνική πολιτεία οφείλει να αποκαταστήσει το δίκαιο και να αναγνωρίσει, δίχως να τους υποβάλει σε περιττά δικαστικά έξοδα και ταλαιπωρία, στους νησιώτες αυτούς την κυριότητα στις γαίες, που αποδεδειγμένα νέμονται οι ίδιοι και οι δικαιοπάροχοι τους για πολλά χρόνια, κρατώντας τη ζωή σε αυτά και ασκώντας οικονομικές δραστηριότητες επ΄αυτών, σημαντικές πράξεις για την εθνική μας υπόστασης.
Κατόπιν όλων των ανωτέρω ερωτάται ο Αξιότιμος κ. Υπουργός εάν προτίθεται :
(1.) Με κατάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις, να υλοποιήσει, επί της ουσίας, την εκπεφρασμένη διαχρονικά βούληση της πολιτείας, να μην διεκδικούνται αβάσιμα, στα μικρά νησιά της Δωδεκανήσου, ακίνητα από τους πραγματικούς τους ιδιοκτήτες και να διευκολυνθεί η αναγνώριση των ιδιοκτησιών αυτών στους φερόμενους δικαιούχους-ιδιοκτήτες,
(2.) Με νομοθετική πρωτοβουλία να εξαλείψει τον όρο του μόνιμου κατοίκου, από τη διάταξη του άρθρου 126 του νόμου 4972 / 2022, προκειμένου να διευκολυνθεί η απόδοσή τους στους πραγματικούς ιδιοκτήτες.
Ο Ερωτών Βουλευτής
Βασίλειος Νικόλαος Α. Υψηλάντης"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου