Σε αυτή την ανάρτηση, βλέπουμε την ζωή του Κωσταντίνου από το σημείωμα που υπάρχει στο τέλος του βιβλίου ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΕΥΒΟΙΑΣ .
Πολύ συγκινητική η αναφορά του σαν "πατρίδα " την Κάρυστο και την επιθυμία του να επιστρέφει .
Ένας άνθρωπος που θα έπρεπε να τον ξέρουμε και να τον τιμούμε.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Κωσταντίνος A. Γουναρόπουλος- Βιογραφικό σημείωμα του ίδιου
σε ελεύθερη μετάφραση.
Με το δικό
μου χέρι χαράσσω στο χαρτί όσα αφορά την ζωή μου. Θα ήθελα να μην παρεξηγηθώ.
Αυτό το κάνω όχι από κενοδοξία ούτε να
δείξω κάποια ιδιαίτερη και διακεκριμένη παρουσία μου στον κόσμο.
Βλέπω την
μικρότητα μου όπως βλέπω και το μέγα σύμπαν του Υψίστου δημιουργού.
Από άλλα
πράγματα ωθούμαι για να το κάνω και αυτό δεν είναι παρά να δείξω ότι αν και
χωρίς πόρους, από μικρό παιδί αγάπησα τα γράμματα και παρά τις μεγάλες
δυσκολίες και στερήσεων ασχολήθηκα να αναπτύξω το πνευματικό μου μέρος και να
γίνω όσο το δυνατόν καλύτερος και ταυτόχρονα να κληροδοτήσω στην οικογένεια μου
και στην αγαπημένη μου πατρίδα την κλίση μου προς τις επιστήμες, το καλό και
την άμιλλα. Γιατί, μέσω αυτών ο άνθρωπος γίνεται τέλειος και μια πραγματική
εικόνα του δημιουργού.
Τον πατέρα
μου τον έλεγαν Αντώνιο και γεννήθηκε στο χωριό Μεκουνίδα της Καρύστου το 1796.
Αφού έμαθε από ιερέα ανάγνωση και γραφή, ασχολήθηκε στον τόπο του με το εμπόριο.
Παντρεύτηκε την Αγγελίνα, με καταγωγή από καλή οικογένεια του χωριού Μελισσώνα.
Στα χρόνια της
επανάστασης και μετά την λήξη της πολιορκία του Κριεζώτη το 1823 με την άφιξη
πολλών χιλιάδων Τούρκων, οι κάτοικοι έφυγαν μαζί με τον στρατηγό. Άλλοι πήγαν
στην Αττική και άλλοι στις Κυκλάδες. Ο πατέρας μου άφησε όλη την περιουσία του
και σώθηκε στο φιλόξενο νησί της Κέας. Παρόλα αυτά, πήρε μέρος σε πολλές μάχες
τόσο στην Κάρυστο όσο και στην Αττική όπου έχασε τον αδελφό του Δημήτριον και
τιμήθηκε με Αριστείο του Αγώνος από την Κυβέρνηση.
Ο πατέρας
μου είχε επτά παιδιά, τρία κορίτσια και τέσσερα αγόρια που γεννήθηκαν πρώτα
στην Κέα και μετά στην Κάρυστο. Τα αγόρια , μετά την βασική εκπαίδευση
στράφηκαν προς το εμπόριο στην Ελλάδα, στην Αίγυπτο, στην Γαλλία και στην
Συρία. Ήταν ο Δημήτριος, ο Αλέξανδρος, και τελευταίος ο Ιωάννης.
Εγώ, γεννήθηκα
στην Κέα το 1825. Τελείωσα το δημοτικό
και το Ελληνικό Σχολείο και
επειδή αγαπούσα πολύ τα γράμματα πήγα στο Γυμνάσιο Σύρου. Αφού τέλειωσα το
Γυμνάσιο έγινα φοιτητής το 1847 στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Όθωνος από
όπου έλαβα και το απολυτήριο μου το 1851 μετά από τετραετή φοίτηση.
Κατόπιν,
εξάσκησα το ιατρικό επάγγελμα στην Θεσσαλονίκη και στην Κοζάνη της Μακεδονίας.
Κατόπιν επέστρεψα στην Αθήνα όπου έκανα το διδακτορικό μου και έλαβα
Κυβερνητική Έδρα. Το 1861 αποφάσισα να εγκατασταθώ στην πατρίδα, ( στην
Κάρυστο), και διορίσθηκα δημοτικός γιατρός μέχρι την εκθρόνιση του βασιλιά
Όθωνα.
Παντρεύτηκα
την καλή Ελένη ,κόρη του προκρίτου Δημητρίου Χατζηκωνσταντίνου και αδελφή του
Κωσταντίνου Δημητριάδου ,διευθυντού της Αστυνομίας Αθηνών και νομάρχου.
Δυστυχώς , η
ίδια και τα δύο μας παιδιά Ευάγγελος και
Αγγελική πέθαναν. Ύστερα, διορίσθηκα γιατρός στο Γαύριο της Άνδρου όπου και υπηρέτησα μέχρι το 1867.
Επί της πρωθυπουργίας
του Αλέξανδρου Κουμουντούρου και του
υπουργού Εξωτερικών Χαριλάου Τρικούπη,
διωρίσθηκα υποπρόξενος στην
Πτολεμαίδα ( ΑΚΡΗ) της Συρίας όπου ταυτόχρονα εξασκούσα και το ιατρικό
επάγγελμα.
Εκεί γνώρισα
τον φιλόμουσο Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλο τον Σάμιο και βοήθησα να
δημιουργηθεί σχολείο Θηλέων και Ελληνικό Αρένων, με σκοπό να εξαπλωθεί ο
Ελληνισμός στους Ορθόδοξους Αραβόφωνες.
Πήρα
προαγωγή και μετατέθηκα στην Αττάλεια από τον υπουργό Πέτρο Δελιγιάννη, και το
1896, πήγα στην Μασσαλία μετά την διακοπή των σχέσεων Ελλάδας –Τουρκίας για να
επισκεφθώ τον αδελφό μου Δημήτριο.
Λόγω των
ταραγμένων πολιτικών χρόνων, άφησα την δημόσια υπηρεσία και στο τέλους του 1896
πήγα στην Αλεξάνδρεια όπου μέσω του Ελληνικού Προξενείου πήρα την άδεια
ασκήσεων επαγγέλματος στην Αίγυπτο, όπου και διορίσθηκα γιατρός της Αιγυπτιακής
Κυβέρνησης.
Όμως έπαθα
δυσεντερία και τον Φλεβάρη του 1872 επέστρεψα στην Ελλάδα. Ενώ ήμουν στην Αθήνα προς το τέλος του ίδιου χρόνου
προσκαλέστηκα σαν γιατρός στην πρωτεύουσα Φιγαλείας στην περιοχή της Ολυμπίας.
Το δε, 1874 ενώ πέρασα από την Πύλο, με τις προτροπές φίλων έμεινα εκεί μέχρι το 1879 όπου και
διωρίσθηκα από τον Κουμουνδούρο γιατρός
του στρατολογικού συμβουλίου Πυλίας, της φρουράς του στρατιωτικού θεραπευτηρίου και των
ποινικών φυλακών .
Όμως ποθούσα
στην πατρίδα και έτσι άφησα την υπηρεσία στα μέσα του 1979 και επέστρεψα.
Παντρεύτηκα για δεύτερη φορά την Ανδρομάχη , κόρη του Νικολάου Μουράτου,
αγωνιστού και λοχαγού του πεζικού, όπου και απέκτησα τέσσερα παιδιά, την
Αγγελική, τον Αντώνιο τον Νικόλαο και τον Κωσταντίνο.
Δεν ήθελα να
ανακατευτώ με την πολιτική λόγω της εξαχρειώσεων των χαρακτήρων τόσο των αρχόντων όσο και των αρχομένων. Μόνο
το 1883 λόγω της πίεσης φίλων εκλέχθηκα δημοτικός σύμβουλος Καρύστου ,
πρωτοκολλητής του Συμβουλίου και μέλος εξελεγκτικών επιτροπών των δημοτικών
διαχειρήσεων του δήμου και πάλεψα κατά των αρπάγων του δημοτικού ταμείου.
Σαν δημοσιογράφος
δε, έγραψα « Εν Σύρω την Ένωσιν και εν Αθήναις τον Άρην και Όλυμπον 1861 κατά της
Κυβερνήσεως του Όθωνος».
Έγινα μέλος
επιστημονικών Εταιρειών «της εν Παρισίοις προς ενθάρρυνσιν των Ελληνικών γραμμάτων,
της εν Αθήναις Ιστορικής και Εθνολογικής, τους Αναπλάσεως πτος βελτίωσιν του
κλήρου, και το Λαικού Συλλόγου»
Αν και
πέρασα μια ζωή με πολλά βάσανα και σε πολλά μέρη, είχα ζήλο προς τις μελέτες
και ασχολήθηκα με διάφορα θέματα , συγκεκριμένα με ιστορικά και ιατρικά
πιστεύοντας ότι κάθε λόγιος οφείλει να συνεισφέρει κατά την δύναμη του σε ότι
αφορά την εθνική πρόοδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου