ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΕΥΒΟΙΑΣ- ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α ΓΟΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΣ.
(σημείωση- δεν είναι τονισμένο σωστά στην αντιγραφή)
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ
ΕΙΚΟΣΤΟΝ ΤΡΙΤΟΝ.
Παράδοσις της
Εύβοιας.
Κακώς δε
διακειμένων τότε των εν Αττική πραγμάτων, οι Έλληνες προέτρεψαν τον
αρχηστράτηγον Τζορτζ, Άγγλον Φιλέλληνα, όπως ο πόλεμος μετενεχθή αλλαχού. Και ο
μεν αρχιναύαρχος λόρδος Κόχραν κινηθή διά θαλάσσης κατά της Εύβοιας, εκείνος δε
στρατεύση εις Θερμοπύλας, αλλ΄αντιστάντος του Κόχραν, οι Έλληνες διελύθησαν υπό
δυσαρεσκείας και απήλθον εις Σαλαμίνα. Κατά δε τον Πρόκενς ( τόμος β σελ 289)
το 1828 χρημάτων τινών κομισθέντων, η
Κυβέρνησις ενόμισεν ότι ηδύνατο κυριεύσας την Εύβοιαν. Αλλ΄ο Κυβερνήτης
Καποδίστριας ουκ ενέκρινε τούτο δι’ έλλειψιν ιππικού και πυροβολικού, δια το
ολιγάριθμον και την ένδειαν του στρατού, και δια το οχυρόν των φρουρίων
Χαλκίδος και Καρύστου. Κατά δε Περραιβόν, μετά την κατ΄Αράχωβαν το 1829 νίκην
των Ελλήνων, ο Υψηλάντης εμελέτα πέμψαι εις Εύβοιαν δύο χιλιαρχίας , όπως διεγείρωσι
τους κατοίκους και πολιορκήσωσι τα φρούρια, αυτός δε εισβάλη εις την Αττικήν,
ελπίζων επιτυχίαν εκ της παρά τοις Τούρκοις ελλείψεως τροφίμων. Όπως καταπείση
δε τον τότε διορισθέντα πληρεξούσιον των όπλων Αυγουστίνον Καποδίστριαν, ως μη
στέργοντα, έλεγαν «Η άλωσις των Αθηνών και της Εύβοιας εισί τα σπουδαιότερα και
σωτηριότερα μέτρα της Ελλάδος , και έτι μάλλον της Εύβοιας». Ένεκα δε των
διχογνωμιών τούτων ουδεμία εγένετο πλέον εκστρατεία κατά της νήσου ήτις έμεινεν
υπό το κράτος των Οθωμανών.
Πολεμικώς σε
μη κατορθωθείσης της κυριεύσεως της Εύβοιας, πολλαί κατεβλήθησαν διπλωματικαί
ενέργειαι περί προσκτήσεως αυτής. Κατά
την Επίδαυρω εθνοσυνέλευσιν ο λόρδος Κάνιγκ περιελάμβανε την νήσον εν τη
υποτελεί φόρου Ελλάδι, ως τότε εγένετο πρότασις. Ο δε αοίδιμος Κυβερνήτης
εμόχθησε πολύ, ίνα αύτη απολέση μέρος του νέου κράτους. Διό εκ Πόρου εν των προς
τους πρέσβεις εγγράφω από 11 Σεπτεμβρίου 1828 λέγει « Των δε νήσων η μεν Εύβοια
εντός των Ελληνικών ορίων εικότως καλύψει τα παράλια της Αττικής, παρ’ α
μηκύνεται» Τότε και ο Άγγλος Αμιλτών προύτεινεν, όπως οι κάτοικοι Σάμου
μετοικήσωσιν εν Ευβοία , οι δε Τούρκοι ταύτης εν Σάμω. Δια των προσπαθειών
τούτων η νήσος περιελήφθη εν των νέω κράττει, κατά το άρθρον 2 του εν Λονδίνω
πρωτοκόλλου των Τριών Δυνάμεων, Αγγλίας , Γαλλίας, και Ρωσσίας από 3
Φεβρουαρίου 1830.
Η κένωσις όμως
της νήσου παρά των Τούρκων εβράδυνεν επί πολύν χρόνον, ως δηλούται εκ των εξής
κωλυμάτων. Τον Αύγουστον του 1830 ήλθεν εις την καθέδραν Ναύπλιον ο μουλάς
Σκουτάρεως Χατζή Ισμαήλ βέης, Χαλκιδεύς, επίτροπος της πύλης, μεθ΄ου οι
αντιπρέσβεις των Δυνάμεων διεπραγματεύσαντο περί της κενώσεως, τούτον όμως τον μήνα ου ήλθον οι
οροθέται. Άλλο κώλυμα ο Ομέρ πασάς και οι πρόκριτοι Τούρκοι , λέγοντες ότι μη
χορηγήσαντες τω στρατώ τα καθυστερήματα, ουκ ηδύνατο βιάσαι αυτόν εις
αναχώρησιν προ της λήψεως των προς τούτο μέσων δια της πωλήσεως των ακινήτων
ιδιωτικών κτημάτων κατά την απόφασιν του Λονδίνου. Ο Ισμαήλ βέης προύτεινε των Κυβερνήσεως, αλλ΄απητούντο
200 η 300 χιλιάδες ταλήρων, ων εστερείτο, και ματαίως ο Κυβερνήτης εζήτησε
δάνειον ιδιωτικόν εν Ελλάδι, Ελβετία, Γαλλία και Ρωσσία.
Τον
Αύγουστον δε του 1830 ο Κυβερνήτης έπεμψεν εις Εύβοιαν τριμελή επιτροπείαν ,
προτρέψας , τους Τούρκους εις πώλησιν, λέγων, ότι εχορηγήθη αυτοίς ετησία
προθεσμία, και δύναται πωλήσαι και τη Κυβερνήσει εν μετρίαις ταμαίς, δόσεσι
μικραίς και προθεσμίαις μακραίς, παρακινήσαι δε και τους Έλληνας, ίνα αγωράσωσι
τα Τουρκικά κτήματα πέμποντες την Κυβερνήσει τα πωλητήρια εις επικύρωσιν. Λέγει
δεν προς την Γερουσίαν
« Η
Κυβέρνησις έπεμψεν εις Εύβοιαν επιτροπείαν, ης τας οδηγίας κοινοποιήσε δι υμίν ο
των Εξωτερικών γραμματεύς, και μανθάνετε παν ότι έπραξα, το επ ΄εμοί, υπέρ των
νομίμων συμφερόντων των αδελφών ημών Ευβοέων»
‘Άλλη δυσχέρεια
προήλθεν εκ των εκκλησιαστικών κτημάτων (βακούφ), άτινα η Πύλη εθεώρησεν, ως ανήκοντα
τω κράτει, εξ ης ανεβάλλετο η κένωσις διό οι εν Κωσταντιπουπόλει πρέσβεις
προέτεινον τη εν Λονδίνω Συνόδω, όπως η νήσος ανταλλαγή μετά της Ακαρνανίας,
αλλ΄αύτη επεκύρωσε τα όρια της 9 Φεβρουαρίου 1831 παρά των εν Κωσταντινουπόλει
πρέσβεων, αλλά και τότε παρενεβλήθη πρόσκομμα. Απεφασίσθη είτα η παράδοσις κατά
το τέλος του 1832 πλην και τότε ουκ εγένετο δια τας εμφυλίους των Ελλήνων
έριδας.
Ήλθε τέλος ο
χρόνος της παραδόσεως. Τη 25 Μαρτίου 1822 ματαβάς εις Χαλκίδα ο επίτροπος της Κυβερνήσεως
Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός, παρέλαβε το φρούριον και την νήσον παρά του Χατζή
Ισμαήλ βέη, επιτρόπου του Ομέρ πασά, επίτηδες υπό φανατισμού προ μηνός
απελθόντος, ούτος παρέδωκε τας κλείς του φρουρίου επί αργυρού δίσκου,
απειληθείς μάλιστα ένεκα αργοπορίας παρά του Άγγλου ναυάρχου, δόντος αυτώ
δεκάλεπτον προθεσμίαν.
Και τα μεν
ιδιωτικά κτήματα επωλήθησαν προς Έλληνας ιδιώτας , τα δε εκκλησιαστικά ηγόρασεν
η Κυβέρνησις παρά της Πύλης αντί 600 χιλιάδων γροσίων. Κατά τι δε προς τους τρεις
πρέσβεις έγγραφον του Κυβερνήτου από 18 Οκτωβρίου 1828, καίτοι αριθμητικώς μη
τόσον ακριβές, υπελογίσθη επί της νήσου, γη μεν Ελληνική στρεμμάτων 359.900,
Τουρκική δε 413,600. Αλλ΄εκ της Τουρκικής
μέγα μέρος ανήκε τοις Χριστιανοίς, διότι ένεκα των βαρέων φόρων και άλλων
κακοπραγιών , 24 χωρία αυτών, έχοντα γην περίπου 34 χιλιάδων στρεμμάτων
ετέθησαν υπό την προστασίαν της Τουρκικής κυριότητας, και εχορήγηγουν τη Πύλη
20 χιλιάδων γροσίων εις απαλλαγήν καταναγκαστικών φόρων.
Καταλεκτέον
δ΄ενταύθα και το εξής γεγονός. Χαρακτηριστικόν της αγριότητος της Τούρκικης
φυλής. Οι Τούρκοι της Καρύσου ειθισμένοι περί τας αρπαγάς, και μαθόντες του
1830, ότι ο τόπος παραχωρήσεται τηΕλλάδι, κατεπίεζον τους μη απελθόντας κατά
τον αγώνα Χριστιανούς. Διό ούτοι ητήσαντο την προστασίαν του Κυβερνήτου
Καποδιστρίου δι΄επιτρόπου, του Αναγνώστου
Χαρακή, Καρυστίου ευπατρίδου και αξιωματικού της επαναστάσεως. Ο
δραστήριος ούτος ανήρ μεταβάς εις Ναύπλιον, παρέστησε τω Κυβερνήτη τα δεινά ,
άτινα οι κάτοικοι υπέφερον υπό του φρουράρχου και των προκρίτων Τούρκων. Ο δε
Κυβερνήτης συνεννοησάμενος τοις ναυάρχοις των Τριών Δυνάμεων, διενήργησε την
εις Κάρυστον αποστολή Ρωσσικού πολεμικού πάρωνος 16 τηλεβόλων μετά 300
στρατιωτών. Ήλθε δε κατά Σεπρέμβριον του 1830
μετά του επιτρόπου εις Κάρυστον, όπου διέτρεψεν ημέρας 15 εις
ενθάρρυνσιν των Χριστιανών και εκφόβισιν των Τούρκων. Ο πλοίαρχος πέμψας εις το
φρούριον, προσεκάλεσε τον τε διοικητήν Μεχμέτ Αλή βέην και τον φρούραρχον
Μουσταφά Αγαζαδέ. Και ο μεν ου κατέβη εκ φόβου εις το πλοίον, προσήλθε δε ο
διοικητής συνοδία δέκα στρατιωτικών Τουρκαλβανών. Ο πλοίαρχος υπεδεξάμενος αυτόν,
είπε τον σκοπόν της αφίξεως και ητήσατο δώδεκα ίππους, όπως αύριον την πρωίαν
αναβή εις το φρούριον. Ανήλθε δε τη επιούση συνοδία αξιωματικών, και τάξας
σκοπούς Ρώσσους στρατιώτας κατά την θύραν του διοικητηρίου, προσεκάλεσε τους προκρίτους
των Τούρκων, παρήνεσε πολλά, και μάλιστα ηπείλησε τον φρούραρχον και διοικητήν,
οίτινες ηρνούντο περί των κακοπραγιών. Υπεδέξατο δε εν τω πλοίω και τους προκρίτους
των Χριστιανών και πολλούς, παραπονεθέντας κατά των Τούρκων, καθησύχασε
χορηγήσας αυτοίς τρόφιμα και χρήματα. Και τότε οι μεν Τούρκοι απέσχον των
αρπαγών, αλλ΄ επειδή κατόπιν τα αυτά επανέλαβον, ο εν Άνδρω διαμένων επίτροπος
των δεινοπαθούντων αύθις μετέβη εις
Ναύπλιον, έλαβεν έγγραφον του Κυβερνήτου και των πρέσβεων, ήλθεν εις Κάρυστον,
και τά των τριών δημογερόντων ανέβη εις το εν τη ακροπόλει φρουραρχείον όπου
συνήλθον οι πρόκριτοι Τούρκοι, ήκουσαν το περιεχόμενον του εγγράφου,και
εφοβήθησαν και περιεστάλησαν μέχρι της εκ του τόπου αναχωρήσεως αυτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου