Τετάρτη 29 Μαρτίου 2023

Πολιορκία Καρύστου τον Μάρτιον 1826 Αρχηγός Κάρολος Φαβιέρος.


Κάρολος Φαβιέρος.


Το κείμενο είναι αντιγραφή από το βιβλίο του Κ.Γουναρόπουλου ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΕΥΒΟΙΑΣ. 

Δυστυχώς δεν είναι τονισμένο σωστά.


 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΕΙΚΟΣΤΟΝ

Πολιορκία Καρύστου τον Μάρτιον 1826

Αρχηγός Κάρολος Φαβιέρος.

Ο Κάρολος Φαβιέρος, βαρώνος και συνταγματάρχης της Γαλλίας, ελθών εις την υπέρ ελευθερίας πολεμούσαν Ελλάδα, και υπό φιλοτιμίας θέλων, όπως κυριεύση την Εύβοιαν, και κατόπιν προχωρήση εις Θεσσαλίαν, ητήσατο περί τούτου άδειαν της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Όθεν έχων το πρώτον τάγμα της γραμμής εκ χιλίων ανδρών, ήλθεν εις Αθήνας. Εκεί δε διοργανίζει τους υπό τον αρχηγόν Στέφον Νιβίτσαν, Σέρβον το γένος , 250 Έλληνας στρατιώτας, ους αυτός μισθοδότει και ωνόμαζε Σταυροφόρους προς διάκρισιν δια τον επί του στήθους εξ ερυθρού εριούχου σταυρόν. Τούτους δε παραλαβών, και το τάγμα των αρχηγών Ιωάννη Μαμούρη και Δημητρίου Λέκα, Αθηναίου εκ 300 στρατιωτών δοθέντων υπό του στρατηγού Ιωάννου Γκούρα, και τρείς ίλας ιππικού εκ 300 ανδρών μετά 200 ίππων άνευ αποσκευής και 4 τηλεβόλων, εν όλω δισχιλίους άνδρας. Διορίσας επί τινός αγορασθείσης ημιολίας Γάλλον τινά πλοίαρχον Λεγκρώ τούνομα, και μισθώσας το μύστικον του Κωσταντίνου Βρατσάνου Ψαριανού, και ούτω παρασκευασάμενος διευθύνεται δια Μενιδίου και Αγίου Μερκουρίου της Αττικής , όπως κιριεύση το αντιφρούριον Καραβαβάν της Χαλκίδος αλλ’ αποτυχών τούτο, επιστρέφει εις Μαραθώνα.

Εν Μαραθώνι σταθμεύσας, το μεν Λέκαν έπεμψεν εις Μαρτίνον , αυτός δε γυμνάζει τον στρατόν. Τη 20 δε Φεβρουαρίου δια προκηρύξεως κοινοποιεί προς τους προξένους τον αποκλεισμόν της Εύβοιας, και συνάμα προς τον στρατόν  την κατά Καρύστου εκστρατείαν. Κατά δε τον Χρίστον Σ.Βυζάντιον  αυτόπτην και μαχητήν, ο Φαβιέρος διέτριψεν εν Μαραθώνι ημέρας 17, έχων 1600 άνδρας , 4 ορεινά τηλεβόλα μετά 120 τηλεβοληθών , και 80 ιππείς άνευ ίππων. Επειδή δε εδραπεύτευσαν πολλοί, τη διαταγή αυτού ήλθον εξ Αθηνών και τρεις έτι λόχοι τακτικού.

Ο Φαβιέρος βασιζόμενος τη υποσχέσει της Κυβερνήσεως περί αποστολής της εν Ναυπλίω ημιολίας, και άλλης τινός μετ΄αλεύρου και διπύρου , έχων δε πλοίον τι του Μαρσιλιέζου μετ΄ολίγου αλεύρου και διπύρου, ελπίζων δε, ότι οι Ευβοείς χορηγήσουσι τρόφιμα μέχρι της ελεύσεως των δυο ημιολιών εκ Ναυπλίου αποβιβάζεται εις το χωρίον Στύρα της Καρύστου τη 2η Μαρτίου 1826 δια 10 Ψαριανών πλοίων , ήτοι 4 ημιολιών και 6 μυστίκων , άτινα μετακόμισαν και 2 τηλεβόλα. Καρά τιμάς δε συγγραφείς, τον Κάρπον και Χρίστον Βυζάντιον, ο Φαβιέρος ενταύθα  φθάς , απορεί, ότι οι κάτοικοι έφυγον εις τα δάση και βουνά, μη θέλοντες ίνα επαναστατήσωσι. Τούτο σφαλερόν, διότι οι κάτοικοι των Στύρων , Καρύστου και πάσης της νήσου απήλθον  από του 1823 έτους αλλαχού δια την τυραννίαν των Τούρκων , εκτός ολίγων αι αυτών απόρων και βοσκών , πολλά κακά υποστάντων υπό διαφόρων  στρατών και εκ τούτου φοβούμενων. Όθεν ο αρχηγός εκ Στύρων έτι ηναγκάσθη, όπως δια ταχυδρόμου ζητήση κατεπειγόντως  τρόφιμα παρά της Κυβερνήσεως.

Μετά την εις Στύρα αποβίβασιν παντός του στρατού, ο αρχηγός έπεμψε προφυλακήν εκ τριών λόχων των Ευζώνων υπό τον λοχαγόν Κάρπον Παπαδόπουλον, όστις τη αυτή εσπέρα κατέλαβε τον ατραπόν του Αρμένου, αφύλακτον ούσαν παρά των Τούρκων. Εν Στύροις σε νύχτα μόνον διατρίψας, το πρωί εγκαταλείπει εκεί επιφυλακήν εκ δυο λόχων  του τρίτου τάγματος υπό τον Γάλλον λοχαγόν Τουζουρδουήν, και απέρχεται εις Κάρυστον, προπορευομένης της προφυλακής. Διαβάς σε τα στενά της δημοσίας οδού, επομένης της επιφυλακής ,κατά την Βρύσιν Βέη διέταξε τον λοχαγόν Δόβριτς όπως σταθμεύση επί του εκεί βουνού του προφητηλία κωλύων πάσαν διάβασιν εχθρών, και αναγγέλων τούτο εις το στρατόπεδον. Καθ΄ οδόν οι εγχώριοι στρατιώται παρεκάλεσαν τον Φαβιέρον ίνα συλλέξη τα ποίμνια , και αίφνης επιπέση κατά του φρουρίου, αλλ΄ουκ έστρεξε θεωρών τούτο ανοίκειον τακτικώ στρατό.

Ακολούθως ο αρχηγός διελθών την πεδιάδα Αλλοκάμπον του δήμου Μαρμαρίου, έστη μικρόν κατά την θέσιν Ρούγαν , όθεω φαίνεται τον φρούριον ,πλέον της ώρας απέχον, και όθεν άρχεται οδός λιθόστρωτος παλαιά. Εκεί σχηματίζει τον στρατόν εν μάχη και εν μεν τω κέντρω τάσσει το βαρύ πεζικόν τακτικόν, οπίσω τούτου το πυροβολικόν, οπίσω το ιππικόν εν τη δεξιά πτέρυγι το σώμα του Στέφου, και τη αριστερά το του Μαμούρη. Ούτω σε εβάδισε και προς το εσπέρας τη 4 Μαρτίου εστρατοπέδευσεν ενώπιον του φρουρίου και της πόλεως Καρύστου εντός των κήπων. Και αυτός μεν εσκήνωσε κατά το Νικάσιον, ωροτέταρτον μακράν του φρουρίου, ο δε στρατός κατέλαβε τας προαστείους συνοικίας Μεκουνίδας βορείως, Μύλων ανατολικώς λόφον Βεργαντώνας δυτικώς, λόφον Βουνακάκιον κατά την εις το παράλιον οδόν, και νοτείως Αγίαν Μαρίναν και Ακανθωνίαν, όπου επί βράχων αποτόμων ναίσκος του αγίου Νικολάου. Τη δε εσπέρα ο διοικητής Κάρπος , ως αυτός γράφει, κατέλαβε τα εκτός του φρουρίου  ως και τα εγγύς των Πέντε Βρύσεων του Γραμπιά κενά οικήματα των Χριστιανών εις το φρούριον αναβάντων, διακόσιοι περίπου τον αριθμόν. Το δε ιππικόν ήλθε δια της πεδιάδος και εστάθμευσε κατά το νότιον του φρουρίου.

Οι δε Τούρκοι αγνοούντες τα της εκστρατείας ταύτης, οι κατά την Ρούγαν αίφνης στρατώτας νομίζουσιν αυτούς Φράγκους εκ τε των όπλων και της τάξεως  διό κατεφοβήθησαν, και δια τηλεβολήματος εκάλεσαν εις το φρούριον τους εν τη πεδιάδι και ταις  συνοικίαις διατρίβοντας την δε νύχτα δι΄αγγαρεύσεως των Χριστιανών φράττουσι τας οδούς δια λίθων και μεγάλων δοκών και άνεγερούσι λιθοπρομαχώνας επί των οικιών του φάρσους Γραμπιά, καίτοι των πολιορκητών τούτο εννοούντων εκ της κινήσεως και απειλούντων φωναίς μεγάλαις περί της αύριον.

Τούτων ούτω προπαρασκευασθέντων εκατέρωθεν , τη επιούση 5 Μαρτίου , κατά το πρωινόν λυκαυγές, ώρμησαν οι Τούρκοι κατά της εν Γραμπιά προφυλακής άγοντες και γυναίκαν μάντιν, όπως μαγεύση τον τόπον και εμποδίση την προχώρησιν των Ελλήνων επυροβόλησαν κατά των ευθύε υπό το τείχος μαχομένων άνω ,ούτως έληξεν η πρώτη αύτη αψιμαχία, καθ΄ην ουδείς των ημετέρων έπαθε. Την δε πρωίαν ο κατά την Μεκουνίδαν και παρά τας Καμάρας σταθμεύων αρχηγός Μαμούρης έκοψε το ύδωρ του υδραγωγείου ίνα στερηθή το φρούριον.

Τη δε ώρα δεκάτη της αυτής της ημέρας 5 Μαρτίου ο Φαβιέρος εκινήθη πανστρατιά κατά του δυτικού μέρους του φρουρίου δια τινός ομάλης θέσεως και δεξιόθεν της προφυλακής. Έταξε δε τα ελαφρά σώματα κατά τας πτέρυγας και το μεν του Στέφου εξετείνετο προς τα νότεια του τείχους, το δε του Μαμούρη εγγύς του υδραγωγείου επί δε των λόφων Βεργαντώνας και Βουνακακίου ετοποθετήθησαν τέσσερα τηλεβόλα, η δύο ορεινά κατά Κάρπον. Ούτως σε διέταξεν , όπως τηλεβολήσωσι και ορμήσωσι κατά των τειχών του Γραμπιά, ήτοι του πρώτου και κατωτέρου περιβόλου του φρουρίου, μετά τινας όμως στιγμάς και δια του πρώτου τηλεβολήματος εθραύσθησαν  οι κακώς κατεσκευασμένοι άξονες των τηλεβόλων  ως λέγει ο Κάρπος , κατά μαρτυρίαν δε εγχωρίου, τηλεβόλου μόνον τον άξονα έβλαψεν  ο παρά τοις τυράννοις υπηρετών  τηλεβολητής  Γεώργιος Ισιδώρου  εκ Μεκουνίδας. Ο δε Φαβιέρος εκλπαγείς εκ τούτου, ηναγκάσθη διατάξαι υποχώρησιν, αλλ΄ένεκα των τηλεβολημάτων  του φρουρίου, εν αταξία τούτο έπραξαν οι ημέτεροι, αναμιγνυόμενοι προς αλλήλους.

Οι δε Τούρκοι την άτακτον ταύτην υποχώρησιν ιδόντες , εθαρρύνθησαν, και εις δύο φάλαγγες ξιφήρεις εξέρχονται κατά των υποχωρούντων  και φθάνουσι  προς δυσμάς των πέντε Βρύσεων μέχρι σχεδόν του λόφου Βεργαντώνας. Η δε Ελληνική  προφυλακή ιδούσα τον εκ της εξόδου κίνδυνον  των εχθρών, τάσσει 40 οπλίτας παρά την δίοδον  αυτών , και δια των υπολοίπων καταλαμβάνει τα περί αυτήν μέρη, δραμούσα άνωθεν κατέβησαν δ΄αίφνης  και οι περί τον Μαμούρην , οίτινες περιεκύκλουν  βεβαίως τους εχθρούς ειμή ετηλεβολούντο εκ του φρουρίου. Οι δε εν αυτώ Τούρκοι θεασάμενοι την κατάβασιν του Μαμούρη, και την υποχώρησιν των Ελλήνων υπολαβόντες στρατήγημα, και τον αποκλεισμόν των εξελθόντων  φοβηθέντες , εφώναξαν άνωθεν , οπίσω, οπίσω. Τούτο ακούσαντες , και πάντοθεν πυροβολούμενοι , επέστρεψαν ίνα έλθωσιν εις το φρούριον. Τότε εφονεύθη ο σημαιοφόρος αυτών Κασούμ εφέντης ον διεδέξατο πάραυτα άλλος τούνομα Σαλήμ , πλην και ούτος εφονεύθη, έπεσε και τις Έλλην, πλησιάσας ίνα σκυλεύση τον σημαιοφόρον. Καρά δε Κάρπον, ο εγγύς ων λοχαγός Μπεραντιέρος μετά του έκτου λόχου κατεδίωξε τους εξελθόντας εχθρούς μέχρι της πύλης και ο λοχαγός  Ιωάννης Φωτεινός μετά του λόχου αυτού κατέλαβε θέσιν τινά εκ του άλλου μέρους του φρουρίου. Εν τη εξόδω ταύτη οι Τούρκοι  απολέσαντες 12 άνδρας , εισήλθον εις το φρούριον , παρασκευαζόμενοι εις άμυναν.

Ούτω έληξαν αι εχθροπραξίαι , και οι Έλληνες επανήλθον εις τα ίδια ο δε Φαβιέρος δι έλλειψιν τεχνίτου έπεμψε την επιούσαν εις Αθήνας τους άξονας των τηλεβόλων χάριν επισκευής, μετακομίσας σε εκ του πλοίου  του Βρατσάνου δυο μικρά εσκωριασμένα των 16 λιτρών και τοποθετήσας επί των δυο λόφων, εσχεδίαζε δεύτεραν έφοδον.

 Εν τούτοις η έλλειψις τροφίμων ηύξανε καθ΄εκάστην ο δε Φαβιέρος μαθών παρά του πλοιάρχου Δεγκρώ και άλλων ότι η Κυβέρνησις μήτε  τας ημιολίας μετ΄αλεύρων πέμπει , μήτε τρόφιμα αλλά και αντιπράττει , μάλιστα ο Κολέττης  τότε έγνω την δεινότητα της θέσεως αυτού, πολεμούμενος εν νήσω άνευ άρτου και ναυτικής συνδρομής , και όμως ουκ αποθαρρύνεται αλλ΄εργάζεται δραστήριος. Και ο μεν λοχαγός Φραγκίσκος Ανδριέτης μετά του τετάρτου λόχου μεταβαίνει εις τα προς τον Καφηρέα χωρία , άτινα Σαμπανοχώρια καλούσι τινές κακώς , φέρων προκηρύξεις επαναστατικάς αλλά την γλώσσαν αγνοών και μη εισακουσάμενος παρά των κατοίκων , φυγόντων επί τα όρη, επανήλθε μετά τρεις ημέρας μόνον μετά τινός βοός. Ο δε λοχαγός Ευστράτιος Πίσσας Κυδωνιεύς, μεταβάς επί το αυτό εις Άνδρον, ουκ επέστρεψεν είτα έπεμψε πλοιάριον  μετά τροφίμων , ότε όμως ο στρατός ήτο εις το Λυκόρρευμα. Ούτω τα μεν ελαφρά σώματα και η προφυλακή διετηρήθησαν ολίγον δια των εν ταις συνοικίαις ευρεθέντων τροφίμων, το δε βαρύ πεζικόν και πυροβολικόν εστερούντο από της παύσεως της  τακτικής διανομής, και έτρωγον λάχανα και εκ των κήπων λειμόνια.

Κατά τα ειρημένα, ο Φαβιέρος απεφάσισεν, ίνα εκτελέση το νέον σχέδιον, ήτοι δι εφόδου κυριεύση πρώτον τους δύο περιόδους , εν οις ήτο η πόλις, και ακολούθως δι΄υπονόμων καταρρίψη τα τείχη του Ενετικού φρουρίου. Προς τούτο οχθήμερον ματά την πρώτην έφοδον ωρίσθη  η Δευτέρα, κατά την 12 Μαρτίου, ημέραν Σάββατον, και δίωρον προ της ανατολής, και ο στρατός ετάχθη ως εξής.

Εν μεν τω κέντρω η διλοχία της προφυλακής των Ευζώνων, ης διοικητής ο Κάρπος , αξιωματικός δε ο λοχαγός Μπεραντιέρος , ο υπολοχαγός  Ιάκωβος Βάλφης και οι ανθυπολοχαγοί Γεώργιος  Καραντζάς  και Μικιέλης Κερκυραίος. Δεξιόθεν της διλοχίας τρεις λόχοι τακτικού, ων λοχαγοί , ο Γερμανός Στράιδερ, ο Ανδριέτης και ο Φώτιος Αγγελίδης, παρακολουθούντο δ΄ούτοι υπό του σώματος του Στέφου Νιβίτσα. Αριστερόθεν της διλοχίας λόχος τακτικού υπό τον Παναγιώτην Πίσσαν, τον ωραίον λοχαγόν ως απεκάλει αυτόν ο Φαβιέρος, και το υπό τον Μαμούρην ελαφρόν σώμα. Οπίσω σε πάντων εν εφεδρία ο λόχος του Χίου Νικολάου Σκαρβέλη. Και τοπικώς επί το καταληπτότερον, ο μεν Κάρπος μετά των Ευζώνων ετάχθη προς το δυτικόν μέρος των Πέντε Βρύσεων. Ο Μπαραντιέρος μετά του έκτου λόχου προς το δυτικονότειον κατά την Χριστιανικήν συνοικίαν ευθύς υπό την βραχώδη θέσιν Λάζου. Ο Ανδριέτης προς το ανατολικονότειον, κατά το Τουρκικόν νεκροταφείον το εκτός του τείχους και υπέρ την θέσιν Φιδέλι. Ο Στέφος προς το Βουνάκιον, όθεν άγει η εκ του φρουρίου προς τον λιμένα οδός, ο δε Μαμούρης και Πίσσας βορειοδυτικώς των Πέντε Βρύσεων κατά την Μεκουνίδαν και παρά τας Καμάρας.

Κατά τα προδιατεταγμένα λοιπόν, ο Κάρπος την ορισθείσαν πρωινήν ώραν έδωκε τρις το σύνθημα της εφόδου δια του επί του λόφου τηλεβόλου ,και έβη εμπρός. Ο Μπαραντιέρος πρώτος προχωρεί εγγύς μη πάνυ υψηλού τείχους, συνεχούς μετά του άνω οχυρώματος προς τον Λάζον, τούτο οι ημέτεροι κρημνίσαντες ανέβαινον την λιθόστρωτον οδόν. ΟιΤούρκοι εφώρμησαν σφοδρώς ότε ετραυματίσθη καιρίως ο Μπαραντιέρος τον αριστερόν βραχίονα , ζητών ίνα καταλάβη οικίαν τινά παρά το τοίχος. Διό παραδούς τον λόχον των ανθυπολοχαγώ Καρατζά , υπεχώρησε προς το στρατόπεδον. Πλην και ούτος τραυματισθείς  τον δεξιόν βραχίονα , υπεχώρησε. Και ο Ανδριάτης ασχολούμενος βιάσαι οικίαν τινά παρά το τείχος ετραυμαστίσθη την κεφαλήν υπό πέτρας, και έπεσε εκτάδην, μετακομιζόμενος δε υπό του επιλοχίου Χρίστου Βυζαντίου, ετραυμαστίσθη αύθις την δεξιόν βραχίονα , αρπάσσεται υπό των στρατιωτών, και μετακομίζεται εν τινί οικία παρά το τείχος του Γραμπιά, όπου οι ημέτεροι προεφυλάσσοντο από του εχθρικού πυρός. Οι δε εξιωματικοί Βάλφης και Μικέλης εξετράπησαν ένεκα του σκότους του ανωμάλου εδάφους , και ούτω οι στρατιώται του έκτου λόχου της προφυλακής στερηθέντες του αξιωματικού Μπαραντιέρου και λοιπών, έβαινον κατ΄αρεσκείαν.

Ο δε Κάρπος μικρόν περαιτέρω ασχολείτο κυριεύσαι τον υψηλόν προμαχώνα τον περικλείοντα τας Πέντε Βρύσες, εξ ων υδρεύετο η πόλις, και αίτινες σώζονται κατά το προαύλιον της αγίας Σοφίας-όθεν πηδήσας μετά των Ευζώνων , η τρυπήσας το τείχος ,εισήλθε και εκυρίευσε τον προμαχώνα. Αλλ΄οι εν αυτώ Τούρκοι αντέστησαν γενναίως , ως προκειμένου περί απωλείας ύδατος, και τέσσαρες  τούτων επιμένοντες εφονεύθησαν δια της λόγχης, και Έλληνες έπεσον 18, και ο ανδρείος Κάρπος ετραυματίσθη ελαφρώς την δεξιάν χείρα υπό πετρών εξ οικίας εχθρικής. Οι δεν Τούρκοι πτοηθέντες εκ του κρότου των τυμπάνων , και απολέσαντες το ύδωρ, κατέλιπον τα περί αυτό οχυρώματα, τινές δε τας εν τω πρώτω περιβόλω οικίας , και ετράπησαν επί τα άνω μέρη, ίνα εισέλθωσι εις το φρούριον. Εκ τούτου δε πολλού θορύβου γενομένου, οι Τούρκοι απορώσι περί του πρακτέου, ο δε διοικητής Μεχμέτ Αλή βέης ταύτα ορών, κλείει την πύλην και δια σφοδρών απειλών και επιτιμήσεων κολύει την ανάβασιν των Τούρκων. Και ταύτα με εγένεντο εν νυχτί.

Άμα δ΄ημέρας γενομένης, διέκρινεν έκαστος τον φίλον από του εχθρού, εξ ου ο αγών κατέστη επιμονώτερος. Και τα μεν κατά την αριστεράν πτέρυγα σώματα μη προβάντα, έμεινον παρά τον ρύακα κάτω των Πέντε Βρύσεων, τα δε κατά την δεξιάν  έφθασαν προς τα νοτειοανατολικά μέρη των τειχών. Οι δε Τούρκοι βλέποντες ήδη και ωχηρωμένοι επί δωμάτων οικιών , κειμένων επί δυσβάτου και άναντους τόπου , εκώλυον την προχώρησιν των Ελλήνων δια τε συχνών πυροβολημάτων και πετρών. Όθεν έκαστος εξησφαλίζετο, μαχόμενος οπίσω των εκεί πολλών συκαμινομορεών ερειπίου η βράχου. Ούτω, των μεν προς τον Λάζον απομακρυνθέντων δια της υποχωρήσεως , των δε κατά τας πτέρυγας μη προβάντων εγκαίρως , μόνος ο Κάρπος μετά 18 ανδρών έμεινε εν τω προμαχώνι του ύδατος, μη δυνάμενος όπως εξέλθη η προβή προς τα άνω, διότι εσφαιροβολείτο εκ των παρά τας Βρύσεις οικιών και οχυρωμάτων. Εν τούτοις μέχρι της 11 πρωινής ώρας πάντα τα σώματα έμεινον όπου ευρέθησαν, διότι ο Φαβιέρος εμελέτα, όπως επιτεθή την προσεχή νύχτα. Και ο Κάρπος δε αντείχεν ηρωικώς , φράξας δια πετρών το ήμισυ της περιμέτρου το πλάτος της διόδου, δι ης εκοινώνει ο χώρος του προμαχώνος και των Βρύσεων  προς την περιτείχοστον πόλιν, όπως εμποδίση την κατάβασιν των πολεμίων. Οι Τούρκοι όμως επιμένουσιν υπέρ της ανακτήσεως του ύδατος, εις τούτο δε παρακελεύει αύτους ο διοικητής , δωρησάμενος χάριν αμίλλης σπάθην προς τινα κομίσαντα κεφαλήν Έλληνος. Και ο Χατζή Σεκίρι αγάς, αρχηγός 160 περίπου αλλοδαπών Τούρκων , εδρεύων κατά τους προμαχώνας του πρώτου περιβόλλου του Γραμπιά, επιπλήττει και ενθαρρύνει τους φυγόντας προς τα άνω την νύχτα, και ορμά ξιφήρης κάτω εις τα Βρύσεις ην δ΄ούτος ανδρείος και ικανός στρατιωτικός και ως αυτός ωμολόγει εκ Καβάλας της Μακεδονίας ιερόπαις εξωμότης. Τότε οι Τούρκοι μικροί και μεγάλοι ακολουθούσιν αυτόν εις τα Βρύσεις υπό φιλοτιμίας δια της τριμέτρου διόδουτετράκις ώρμησαν, ίνα προχωρήσωσιν εις τον προμαχώνα του ύδατος , αλλ΄οι περί τον Κάρπον απώθησαν αυτούς, λογχίσαντες τους τολμηρότερους , και πολλά πτώματα αυτών κατά την είσοδον επισωτεύσαντες διό αποτυχόντες της εξώσεως των ολίγων τούτων Ελλήνων, παρεσκεύαζον δι αξινών υπόνομον κατά του προμαχώνος και προς τούτο εκόμισαν δυο βυτία πυρίτιδος.

Ο δε Φαβιέρος παρατηρών τα γινόμενα εκ του τηλεβολείου του λόφου Βεργαντώνας, και ότι ου κατελήφθησαν αι οικίαι του πρώτου περιβόλου, έπεμψεν επικουρίαν προς τους τρείς λόχους τα σώματα του Μαμούρη και Νιβίτσα, τους λόχους του πρώτου τάγματος, τον λόχον του Αγγελίδου, και τον εν εφαδρεία Σκαρβέλην.

Τούτο εγένετο μετά προθυμίας , αλλά βραδέως- οι ημέτεροι ήσαν εκτεθειμένοι, και ουκ ηδύναντο προχωρήσαι διότι ετραυματίσθησαν ο Πίσσας, ο Νιβίτσας επικινδύνως κατά το γόνυ, και άλλοι 140, και εφονεύθησαν 50. Εκτός δε το Δόβριτς ταχθέντος φύλακος κατά το βουνόν του Προφητηλία, ο αρχηγός τρεις ημέρας μετά την εκ Καρύστω στρατοπέδευσιν έπεμψε 18 άνδρες , τους πλείονας Στυρείς υπό τον Δημήτριον Χόνδρον , όπως φυλάξωσι την ατραπόν του Άρμένου και αγγείλωσι την διεύλευσιν εχθρού.

Ημέραν δε τινά διήλθον δύο χωρικοί Παταμούνιοι σταλέντες υπό του Σιλιχτάρου, ίνα γνωστοποιήσωσι τοις πολιορκουμένοις  ότι μετ΄ολίγον αφικνείται  αυτός τε και ο Ομέρ πασάς. Ούτοι εκδιώχθησαν υπό του Χόνδρου, αλλ΄ο επιστολοφόρος διέφυγεν εις Κάρυστον προς τους Τούρκους. Ο δε άλλος συλληφθείς, ωομολόγησεν ότι ο Σιλιχτάρης ήτο στον Αρμυροπόταμον. Τούτο μαθόντες οι φύλακες  της ατραπού , απήλθον ευθύς προς το χωρίον Ρεούζιον ,ε ξ ου μετ΄ολίγον είδον τον Σιλιχτάρη  διελθόντα. Ούτος δε μαθών , ότι κατά το Άρμενον ήσαν οι επαναστάται σκοποί, περιεκύκλωσεν αυτό μέχρι πρωίας επι το συλλαβείν, αλλ΄αυτοί απήλθον προς τα βουνά του Αμυνού και Κελλίων.

Από της χθές σε εστάλησαν υπο του Χόνδρου μετ΄επιστολής  οι Στυρείς  Ιωάννης Μόλασις,  και Κωσταντίνος Σαμούρης , και οι Καρύστιοι Νικόλαος Λαψάτης και Ζάχος Κουτσούκος, ούτοι κρυφίως για των χωρίων  Μπαγιατίου, Χυμίου και του Στενού μετέβησαν στην Κάρυστομ και ανήγγειλον προς τον Φαβιέρον την προσέγγισιν του Σιλιχτάρου. Και οι μεν Τούρκοι τηλεβολούσιν υπό χαράς επι τη αγγελία, ο δε Φαβιέρος δια φωνών και χειρονομιών γνωστοποιεί τούτο και διατάσσει υποχώρησιν. Οι δε εν τω προμαχώνι περί τον Κάρπον κατανοήσαντες το πράγμα, ξιφήρεις εξώρμησαν κοίτοι σφαιροβολούμενοι εκ πολλών εγγύς οικιών , τότε δε εφονεύθησαν τέσσεροι Εύζωνοι και τραμαυτίσθηκαν ισάριθμοι, συνάμα υποχώτησαν πάντα τα σώματα επί τους λόφους και τους εγγύς κήπους.

 Κατά την δευτέραν ταύτην έφοδον ετραυματίσθηκαν οι αξιωματικοί Καρατζάς, Κάρπος, Ανδριέτης, Μπαραντιέρος, και Νιβίτσας, ο τελευταίος ετραυματίσθη εν τινι οικία μόλις εκατόν μέτρα μακράν των Βρύσεων  και ευθύς υπέρ τον ρύακα. Εν αυτή εφονεύθη και ο Παναγιώτης Πίσσας διότι οι Σταυροφόροι ανήλθον επί του δώματος και ανεβίβασαν λίθους εις κατασκευήν προμαχώνων, οι δε Τούρκοι τούτο ιδόντες , δια τηλεβολημάτων διασκορπίζουσι τους εν τη οικία, οίτινες υπεχώρησαν αβλαβώς μετά την τρώσιν του Νιβίτσα. Εν των προμαχώνι των Βρύσεων εφονεύθησαν 18 τακτικοί , 8 τοιούτοι αλλαχού, και 2 ελαφροί. Γράφουσι τινες , ότι εκ της εφόδου  ταύτης και εκ των κακοπαθειών  απωλέσθη το τεταρτημόριο του στρατού, και ο Πρόκες λέγει ότι οΦαβιέρος εσώθη εις Λυκόρρευμα μετά 600 περίπου ανδρών, πλην ταύτα εισίν υπερβολικά. Οι δεν δυστυχείς τραυματίαι υπέστησαν τα πάνδεινα , έκαστος εσύρετο ωροτέταρτον μακράν εις το Νικάσιον εντός των κήπων , όπου ην το στρατόπεδο , εβάλλετο δε εκτάδην επί φύλλου θύρας, στηριζομένου επί δυο πετρών, ο δε χειρούργος του στρατού φιλέλλην Γερμανός Ερρίκος Τράιβερ, ως άλλος Μαχάων των Ομηρικών χρόνων φέρων μάχαιραν έκοπτε και περιέδενεν, είτα εκομίζετο έτερος, ως των τραυματιών όντων διακοσίων. Κατόπιν ούτοι μετεκομίζθησαν εις το παράλιον Λειβαδάκιον εκ ου ο Δημήτριος Καλέργης έπεμψεν αυτούς εις Άνδρον και Κέαν.

Εις την τελευταίαν δε νήσον επέμφθησαν υπέρ τους εκατόν, εν οις ο Ανδριέτης , Μπαραντιέρος και Χρίστος Βυζάντιος, οι δε Κείοι εμπειρικοί χειρούργοι περιέθαλπον τους τραυτίας.

Μετά δε την επί τους λόφους αποχώρησιν πάντων των σωμάτων, ο Φαβιέρος εις αποφυγήν αντιπολιορκίας υπό του προαγγελθέντος εχθρού, αποφασίζει εν συμβουλίω ίνα απέλθη. Και πρώτον μεν ηθέλησε μεταβήναι εις Λιβαδάκιον, θέσιν παράλιον χερσονινιάζουσαν  προς την εκεί νησίδα Πελαγίτισσαν, και ώραν μακράν του φρουρίου, μεταβάντες δε τινες ,ανήγγειρον τα μέχρι τούδε σωζόμενα οχυρώματα. Αλλ΄επειδή διά το ακατάλληλον του τόπου  απένευσαν οι Σταυροφόροι, απεφασίσθη οριστικώς η εις Λυκόρρευμα μετάθεσις του στρατοπέδου, εντικρύ της Πετταλίας, όπου ήσαν τα οχυρώματα του Κριεζώτου. Όθεν ο Φαβιέρος, καίτοι του στρατού κεκμηκότος, αυθημερόν πωμάσας και χώσας εν τη γη, τα δύο τηλεβόλα κατά το Νικάσιον, προς το εσπέρας δε πέμψας εις Κέαν δια του Λιβαδακίου τους τραυματίας και οικονομικούς υπαλλήλους, μετά την δύσιν του ηλίου απήλθε δια της πεδιάδος εις Λυκόρρευμα, έχων επιφυλακήν τους Εύζώνους τον έκτον λόχον και τον του Ιωάννου Φωτεινού, ίνα εν ανάγκη παραταχθή κατά του εχθρού.

Άμα δε τη αφίξει, ο Φαβιέρος επεσκεύασε τα οχυρώματα, και εστρατοπέδευσε κατά το ερείπιον εκκλησίδιον του Ταξιάρχου, τα πάντα τελειώσας μέχρι πρωίας. Και εν τούτω μεν ην αυτός ο αρχηγός ματά του τακτικού στρατού δεξιόθεν και αριστερόθεν και επό των λόφων ο άτακτος, ανατολικώς του στρατοπέδου ρυάκιον, ου πέραν επί λόφων έστησαν οι Τούρκοι. Ύστερον όμως οι Έλληνες κατέλιπον τα οχυρώματα ταύτα και κατέλαβον την δυτικώς και κατωτέρω μικράν χερσόνισον Κεφάλα, εξ ης απήλθον τελευταίον. Μετά δεν την στρατοπέδευσιν έταξε φύλακας περί το στρατόπεδον, έπεμψε σε και τον αρχηγόν του ιππικού Ρενιόλον προς την οδόν Μαρμαρίου εν θέσει ομαλή, όπως και τους ίππους βοσκήση και τα κινήματα του εχθρού προσέχη.

Και μέχρι τούδε μεν οι στρατώται αντείχον εκ της στερήσεως των τροφίμων, ως ελπίζοντες λάφυρα δια της αλώσεως του φρουρίου ,αλλά νων εγόγγυζον εκ των κατακοπαθειών, και μάλιστα ως νεοσύλλεκτοι και ασυνήθεις των δεινών του πολέμου, και εξ απελπισίας φανερώς επέπληττον τον αρχηγόν, και τη επιούση πάντες οι αξιωματικοί κατέκρινον αυτόν, ότι μη προνοήσας περί πλοίων και τροφίμων, καταστρέφει δισχιλίους Έλληνας, εξ ανάγκης τότε σχηματίσας κύκλον των αξιωματικών , δεικνύει την περί της εκστρατείας διαταγήν της Κυβερνήσεως, υποσχόμενης ταχείαν αποστολήν αλεύρου δια δύο ημιολιών. Ο δε αρχηγός της επιφυλακής Δόρβιτς , ο επί του προφητηλία σταθεύμων, ιδών διαβαίνοντα τον αρχηγόν της Τουρκικής προφυλακής Σιλιχτάρην μετά 100 πεζών και 200 ιππέων, πέμπει τυμπανιστήν εις Κάρυστον προς τον Φαβιέρον, απελθόντα ήδη από της χθές , ίνα αναγγείλη την έλευσιν του εχθρού και ζητήση άρτον, αλλ΄ο μεν συλληφθείς υπό των Τούρκων και μη θελήσας εξομώσαι εθανατώθη ο δε Δόρβιτς μαθών την υποχώρησιν, ήλθε μετά του λόχου προς το Μαρμάριον, όπου εδιώχθη παρά του εκεί φθάντος και κατά Φαβιέρου στρατοπεδεύσαντος Σιλιχτάρου. Την πρωία δε της δευτέρας από της στρατοπεδεύσεως ημέρας , παρουσιασθέντες οι εχθροί ηπείλουν καταστροφήν του Ελληνικού στρατού. Ούτοι δε, μάλιστα οι 200 ιππείς (Δελίδες υπέρτεροι των Μαμελούκων της Αιγύπτου), ώρμησαν αίφνης καιτά των του Ρενιόλου και τους μεν ευρόντες καθεύδοντας, τους δε ασέλους τους ίππους έχοντας, καταδιώκουσι μέχρι του στρατοπέδου, μόλις 100 όντας, φονεύουσι δε δώδεκα ιππείς και ισάριθμούς ίππους αρπάζουσι τα φορτηγά ζώα μετά των επίπλων, και αιχμαλωτίζουσι τον υπηρέτην του ιππάρχου. Μετά μεσημβρίαν σε πλησιάσαντες οι εχθροί προσεκάλουν τους ημετέρους , τότε την διαταγή του Φαβιέρου τρεις λόχοι τακτικού και άλλοι άτακτοι ορμήσαντες κατά των πεζών Τούρκων , τρέπουσιν αυτούς εις φυγήν και φονεύσουσι δύο. Και οι Έλληνες δε ιππείς επετέθησαν κατά των ιππέων εχθρών , οίτινες αντέστησαν κρατερώς , αλλά τη βοηθεία των πεζών έτρεψαν και κατεδίωξαν αυτούς ωροτέταρτον μακράν, φονεύσαντες οκτώ, και Έλληνες έπεσον τέσσαρες ιππείς. Και ταύτα μεν συνέβησαν την πρώτην ημέραν της μάχης.

Ο δε Ομέρ πασάς εις λύσιν της πολιορκίας Καρύστου πέμπει εκ Χαλκίδος 25 ένοπλα πλοιάρια, άτινα φθάσαντα εις Λυκόρρευμα τη 20 Μαρτίου, αποβιβάζουσι τηλεβόλα και ακολούθως αποκλείουσι τον Φαβιέρον ακωλύτως δια την απουσίαν των Ψαριανών πλοίων , κατά την αξιόπιστον μαρτυρίαν του Ψαριανού Νικολάου Κοτζά. Την μεθαύριον δε αφίκετο και αυτός ο Ομέρ πασάς μαρά παντός του στρατού 3000 πεζών, Τουρκολβανών και Χαλκιδέων και 600 ιππέων, κατασκευάσας δε οχυρώματα επί του εγγύς λόφου, και μετακομίσας εκ Καρύστου δύο τηλεβόλα, απέκλεισε τους Έλληνας δια το χερσοννησίζον του τόπου ξηράς τε και θαλάσσης, και δια τηλεβολημάτων προεκάλει αυτούς εις μάχην. Αλλ΄ούτοι απηυδηκότες εκ της πείνης απέφευγον τας προκλήσεις, και ημύνοντο μόνον εκ των οχυρωμάτων.

Επειδή δε ο Ομέρ εκινήθη κατά των Ελλήνων, ο Φαβιέρος διέταξε τρεις λόχους του πεζικού και τα άτακτα σώματα, όπως προσβάλωσι τους πολεμίους και ύστερον υποχωρήσωσιν εις το στρατόπεδον το δε ιππικόν διέταξεν, ίνα παρασκευασθή αλλ΄αφιππεύση, ίνα μη φαίνεται υπό του εχθρού, περιμένον διαταγήν. Και το μεν πεζικόν υπακούσαν, εκινήθηκ αλλ΄ιππείς τινές, πνέοντες εκδίκησιν ένεκα της προτέρας ήττης, ώρμησαν απερισκέπτως και παρά διαταγήν υπό την οδηγίαν του εκ Βυτίνης Δημητρίου Προχόρη κατά των πολεμίων, ων τινάς εφόνευσαν. Αλλ΄ο έμπειρος Ομέρ ιδών ολίγους ιππείς εκτεθέντας εν των πεδίω και μακράν του πεζικού, διέταξεν άπαν το ιππικόν ίνα επιπέση εκ τούτο συγκροτείται ιππομαχία κρατερά, καθ΄ην οι ημέτεροι ιππείς περιεκυκλώθησαν υπό των εχθρών , ων το πεζικόν μόνον μετέσχε της μάχης ακροβολιστικώς. Ο δε Ρενιόλος αγανακτήσας επί τη  απειθεία ταύτη, ώρμησε ξιφήρης εις ενθάρρυνσιν, και πολλούς δια τε του ξίφους του πιστολίου φονεύσας, έσωσε το ολίγον ιππικόν. Κατά την ιππομαχίαν ταύτην έπεσον 20 περίπου Έλληνες, και ούτοι εφόνευσαν τέσσαρας Τούρκους ιππείς και δύο φορτηγά ζώα, και συνέλαβον έξ. Δυστυχώς τότε απωλέσθη και η ωραία σημαία του ιππικού, ην χρυσοκεντήσασα εδωρήσατο τω Ρενιόλω η εκ Παρισίων αυγενής και αγαθή Γαλλίς κυρία Δελκόμβρου, εκρατείτο δ΄αύτη υπ΄ανδρείου υπαξιωματικού Έλληνος, όστις περιεκυκλώθη υπό πολλών ιππέων , εμπήξας δε την πτερωτήν της σημαίας λόγχην επί του στήθους του προσβαλόντος εχθρού, ουν ηδύνατο ίνα εκβάλη αυτήν, και ούτω εφονεύθη υπ΄άλλων ιππέων.

 Και εν Λυκορρεύματι οι Έλληνες υπέστησαν πολλά και μεγάλα δεινά, στενώς πολιορκούμενοι διότι εκ της εκλείψεως των τροφίμων έτρωγον τους ίππους , και κρυφίως κύπτοντες, εξήρχοντο των οχυρωμάτων εις ζήτησιν λαχάνων και αυτό το ύδωρ δια του αίματος  απελάμβανον, ως φονευόμενοι υπο των εχθρών. Εγένοντο δε αδύνατοι και κάτωχροι, έρποντες ως όφεις, μάλλον δ΄έπασχον οι τακτικοί, διότι εδυσκολεύοντο περί την προμήθειαν τροφίμων , ερχόμενοι εν τη γραμμή κατά πάσαν τυμπανοκρουσίας, διά τούτο ο αρχηγός τους μεν ισχυρούς έτι έτασσε κατά τους προμαχώνας εις αντίκρουσιν των εχθρών , τους δε αδυνάτους έπεμπε κατά την ακτήν της θαλάσσης εις προφύλαξιν από των πυροβόλων. Κατεγίνετο δε παντί τρόπω, όπως ενθαρρύνη και παρηγορή αυτούς, περιφερόμενος πανταχού, και εκ απελπισίας οι μεν έλεγον, ίνα φύγωσιν εις Κύμην, και εκείθεν απέλθωσι δια πλοίων, οι δε, ίνα πλησιάσωσι της αντικρύ της Άνδρου παραλίοις, περιμένοντες εκεί πλοία, και άλλοι άλλα, ο δε Φαβιέρος  έλεγε προς αυτούς , ότι οι Έλληνες εξάπαντος σπεύσουν εις βοήθειαν, μαθόντες το δεινόν της θέσεως παρά των απελθόντων πλοιαρίων.

Της δεινής ταύτης θέσεως  γνωστής εν Σύρω γενομένης, ο Χίος Πανταλέων Ψίχας φορτώσας πλοίον εκ τροφίμων, ήλθεν εις το Λυκόρρευμα, και ένεκα γαλήνης έσπευσε δια λέμβου εις την ξηράν, αλλά νυν και το πλοίον αυτού και το του Κωσταντίνου Βρατσάνου έφυγον προς την Κέαν δια την άφιξιν του Τουρκικού στόλου. Και ο μεν Βρατσάνος μεταβάς εις Αίγιναν, αγγέλλει τον κίνδυνον του Ελληνικού στρατού, ο δε Νικόλαος Βρατσάνος δια του ΙωάννουΖαχαριά πέμπει επιστολήν από της 20 Μαρτίου προς την εν Αιγίνη επιτροπείαν των Ψαριανών, και αυθημερόν μεταβάς εις τας αντικρύ  της Αττικής Πρασιάς (Πόρτο Ράφτη) πέμπει ετέραν προς τον Φιλέλληνα Ιταλόν κόμητα Πόρρον. Οι δε Ψαριανοί ευθύς έπεμψαν, αλλ΄άνευ τροφίμων δια το κατεπείγον, τρία πολεμικά πλοία, το του Ανδρείου Γιαννίτση, Νικολάου Καρακωσταντή, και Γεωργίου Χ.Μικέ, ταύτα δε φθάσαντα την επιούσαν 25η Μαρτίου εις Λυκόρρευμα, διαλύουσι τον θαλάσσιον αποκλεισμόν αναγκάσαντα δια σφοδρού τηλεβολισμού τον εχθρικόν στολίσκον , όπως εις ασφάλειαν καταφύγη εις Ερέτριαν και τον παράλιον πύργον της Καρύστου. Την δε 8 ημέραν από της λύσεως του αποκλεισμού ήλθον και άλλα δύο πλοία , πεμφθέντα μετά τροφίμων παρά των εν Ερμουπόλει φιλογενών, ήτοι το του Υδραίου Λαλεχού και η ημιολία του Σπετσώτου Χρυσίνα. Και ο εκεί πλοίαρχος Ανδρέας Κοσμάς στρατολογήσας 120 μαχητάς επέμφθη παρά της δημογεροντίας επί του τυχόντος πολεμικού πλοίου Θρασυβούλου. Κατά τα ειρημένα, η αποδίωξις του εχθρικού στολίσκου  και η λύσις του αποκλεισμού οφείλεται τοις Ψαριανοίς μάλλον, οίτινες αείποτε έδειξαν ζήλον και προθυμίαν υπέρ του αγώνος της Ευβοίας.

 Αλλά ο δια ξηράς αποκλεισμός του στρατού διετηρείτο υπό του πολυαρίθμου Τουρκικού στρατού του Ομέρ πασά. Αγαθή όμως τύχη οι εκ Βηρυτού εις Σύρον επανελθόντες τη 20 Μαρτίου αρχηγός Κριεζώτης και Βάσος, μαθόντες την θέσιν του Φαβιέρου, έλαβον παρά τα κοινότητος Ερμουπόλεως διάφορα χρειώδη (30 χιλιάδας γροσίων, 30 στατήρας διπύρου και λοιπά τρόφιμα) και έσπευσαν εις Λυκόρρευμα μετά 800 περίπου στρατιωτών δια δύο Ψαριανών πλοίων, ήτοι του Γεωργίου Αποστόλη , εν ω ην και ο ναύαρχος Νικόλαος Αποστόλης, και το του Νικολάου Αργύρη. Σφαλερώς δε γράφει ο Κάρπος ότι ειρημένοι αρχηγοί τη διαταγή του εκεί Γάλλου ναυάρχου Δεριγνή εκόντες άκοντες δια πλοίων Υδραικών μετέβησαν υπερ του φίλου αυτού Φαβιέρου, διότι μόνον το προς την πατρίδα καθήκον παρεκίνησε τους άνδρας τούτους, και ουδέν άλλον. Μετά δε των πρσώρμισιν, ο Κριεζώτης αποβιβάζει τον στρατόν, και καταλαμβάνει τα κατά την Κεφάλην οχυρώματα των Τούρκων, οίτινες εγκατέλειπον αυτά εκ του φόβου εων εκ των πλοίων τηλεβολημάτων . Άμα δε τη αφίξει, οι εν τη ξηρά ημέτεροι υπό χαράς εφώναξαν προς τους Τούρκους, « Ήλθεν, ήλθεν ο Κριεζώτης» , οι δε γινόσκωντες, ότι απήν εις Συρίαν και απιστούντες, απήντησαν ειρωνικώς, «Ήλθεν, ήλθεν δια του αέρος» του δε Κριεζώτου βροντωδώς κραυγάσαντος, « Καρυστινοί, τι τρέχει?» εγνώρισαν ήδη τον άνδρα και εφοβήθησαν ως παθόντες άλλοτε πολλά υπ΄αυτού. Συνήψε δε μάχην μετ΄αυτών, και τρόφιμα εχορήγησε προς τους πεινώντας στρατιώτας. Οι δυστυχείς δ΄ούτοι κορεσθέντες και εγκαρδιωθέντες, υπό φιλοτιμίας ήθελον ίνα εκδικηθώσι τους βαρβάρους και εξακολουθήσωσι την πολιορκίαν Καρύστου, αλλ΄απεφασίσθη η αναχώρησις ένεκα ελλείψεως χρημάτων και τροφίμων και αντιπράξεως της Κυβερνήσεως. Τότε ο Κριεζώτης εις εξαπάτησιν των πολεμίων ποιεί την νύχτα πυράς πολλαχού του στρατοπέδου, και τον στρατόν μεταβιβάσας εις Πετταλίαν, αυτός έμεινεν τελευταίος μετά του Βάσου και των Ψαριανών πλοιάρχων. Ο δε Ομέρ παρασκευαζόμενος εις απόδρασιν, τη επιούση μήτε Κριεζώτην μήτε Φαβιέρον είδε, όπως οι Τούρκοι υποπτευόμενοι στατήγημα τι ,εφοβούντο πλησιάσαι τω Ελληνικώ στρατοπέδωμ μόλις δε περί μεσημβρίαν περί της αναχωρήσεως των Ελλήνων και εύρον αυτό κενόν.

 Ούτω τα μεν άτακτα σώματα και το ιππικόν μετά δεκαήμερον αποκλεισμόν, απήλθον τη 29 Μαρτίου εις Αττικήν, τα δε τακτικά μετά του Φαβιέρου και των πλειόνων τραυματιών εις Τήνον, τα δε του Κριεζώτου εις Άνδρον. Κατά την επικρατούσαν δε γνώμην εν τε  Καρύστω και Λυκορρεύματι απέθανον 300 άνδρες εκ του πολέμου και των κακοπαθειών. Οι δε άτακτοι , ως ειθισμένοι περί τοιαύτας μάχας και κακοπαθείας ωφέλησαν πολύ τον πρωτόπειρον τακτικόν στρατόν , λέγεται δε, ότι οι Τούρκοι προύτεινον τούτοις, ίνα απέλθωσιν ελευθέρως, καταλείποντες τους τακτικούς, αλλά κείτοι πολλάκις προτραπέντες επένευσαν.

 Κατά την πολιορκίαν δε ταύτην της Καρύστου, και οι με των φρουρίω μετά των Τούρκων εξ ανάγκς μένοντες Χριστιανοί εξε εκατό περίπου οικογενειών, και αγγαρικώς εργαζόμενοι εις μεταφορά λίθων, ανέγερσιν προμαχώνων , επισκευήν τειχών και τοιούτων, ου σμικρόν εκινδύνευαν διότι την νύχτα της πρώτης εφόδου ο αιμοχαρής φρούραρχος χάριν εκδικήσεως συναγαγών τους άνδρας εν τω φρουραρχείω, εβουλεύετο φονεύσαι αυτούς τας δε γυναίκας κρημνίσαι κατά των απότομων βράχων του φρουρίου. Αλλά τούτο μαθών ο στρατιωτικός αρχηγός Χατζή Σεκήρ αγάς, δρομαίως εκ της πόλεως αναβαίνει μετά σπάθης γυμνής απειλεί και εκ λέξει υβρίζει τον μονόφθαλμον φρούραρχον, ( στραβοκινδάρην κοινώς) , ότι ήθελε φονεύσαι αόπλους και χρησίμους ανθρώπους, ούτω φοβηθείς ο αιμοβόρος, απέσχε των σφαγών των Χριστιανών, οίτινες το εσπέρας εκείνο ησπάσαντο γυναίκας και παίδας , τον θάνατον περιμένοντες από στιγμής εις στιγμήν.

Η εκστρατεία αύτη διαρκέσασα 24 ημέρας, κατεκρίθη παρά πολλών στρατιωτών και πολιτικών, ως πεμφθείσης τοσαύτης δυνάμεως εις μέρος ανωφελές υπό πολιτικήν άποψιν, ενώ ταύτης ανάγκην είχε το κινδυνεύον τότε Μεσολόγγιον. Το δε φρούριον της Καρύστου πολεμηθέν τοσάκις υπό τοιούτων στρατηγών, έμεινεν απόρθητον μέχρι τέλους, άλλων φρουρίων μείζονος αξίας κυριευθέντων ως του Νεοκάστρου ,Μονεμβασίας, Ναυπλίου, Αθηνών. Αλλά τούτο το ταπεινόν έχον τείχος, μόλις πέντε μέτρων, στερούμενον ύδατος και περικυκλούμενον υπό λόφων και δένδρων, εκυριεύετο δια τακτικής πολιορκίας, πλην οι Έλληνες μήτε κακτικώς και επό πολύ επολιόρκησαν αυτό, μήτε δια τηλεβόλων προσέλαβον, ως αμοιρούντες.

Σημείωση.

Το κεφάλαιο συνεχίζεται με τα αίτια της ήτας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Στις 14 Μάη η Ειδική Συνεδρίαση Λογοδοσίας.

Π   Ρ  Ο  Σ  Κ  Λ  Η  Σ  Η           Σας  καλούμε  να προσέλθετε  σε ΕΙΔΙΚΗ  Συνεδρίαση  Λογοδοσίας της Δημοτικής Αρχής στο  Κέντρο Περιβαλλ...