Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2021

Η ΛΙΡΑ. Χρονογράφημα Α.Κ. στην Καρυστινή.

 

Δεκέμβρης 2001 – Η ΛΙΡΑ

Σημαντικές ειδήσεις της χρονιάς.

Τον Δεκέμβρη του 2001 ημέρα Σάββατο ξεκίνησε μια καταρρακτώδη βροχή που συνεχίστηκε μέχρι και την Δευτέρα 3 Δεκέμβρη. Το αποτέλεσμα ήταν η ολοσχερής καταστροφή του τοπίου στην Αγία Τριάδα στο Νικάσι. Μοναδικοί γεωλογικοί σχηματισμοί από λείες πέτρες μεγάλης επιφάνειας σε μήκος και πλάτος ανάμεσα σε τεράστια πλατάνια και πηγές που ανάβλυζαν πλούσιο νερό. Μαύρη μέρα για το τοπίο της περιοχής μας.

Στις 19 Νοεμβρίου του ίδιου έτους άρχισε η λειτουργία του νέου Γυμνασίου και Τεχνικού Λυκείου.

Όλη τη νύχτα πάλευε η χιονιά και το πρωί είχε κουμπώσει κάμποσο από το χιόνι της στην κεφαλή και στους ώμους της Όχης. Αγκομαχισμένη κάνει από το βάρος  τινάχτηκε μια και το κατρακύλησε μέχρι την αυλή της Χουντάσενας κάτου στους Μύλους. Δω χάμου όμως στην πόλη , μόνο έτσι τσίφουρο μαζί με ένα τσουχτερό κρύο μας κάνανε την επίσκεψη. Παραμονή Χριστούγεννα και ούλα τα τζάκια καπνίζανε. Οι νυκοκυράδες πασκίζανε να κάνουμε καπνιστά τα λουκάνικα και τα ψαρονέφρια και να βράσουνε τους πασπαλάδες. Από τους σπιτίσιους φούρνους μαζί με τον καπνό απλωνότανε και μια μοσκοβολιά από φρεσκοψημένο ψωμί και μυρωδάτους κουραμπιέδες. Ερχότανε μέρα μεγάλης γιορτής. Μονάχα στο σπίτι της  Ελένης φαινότανε κλειστό και άκαπνο. Από τον Αύγουστο που ο άντρας της είχε κινήσει για ψάρεμα και τον έπιασε κείνο το άγριο μελτέμι , ούτε κείνος  ξαναφάνηκε ούτε η βάρκα του. Έμεινε η Ελένη χήρα με συντροφιά τη φτώχεια της και τα δύο ορφανά της αγόρια  8 και 6  χρονών. Ξενοφερμένη ήτανε, κανένανε δε είχε κοντά της για της δώσει ένα χέρι βοηθείας.

Όποτε της δίνανε ξένη δουλειά, δούλευε όσο μπορούσε για να τα φέρει  βόλτα. Δύσκολα χρόνια πριν τον πόλεμο. Φτωχά, μίζερα Ποιος να νοιαστεί για τα ορφανά όταν τα πιο πολλά νοικοκυριά ζούσανε με δυσκολία? Έτσι τα δυο ξυπόλητα αγόρια , βγήκανε πρωί πρωί να πούνε τα κάλαντα για να μαζέψουνε δεκαρίτσες να πάρουνε ψωμί και αν φτάνανε θα πέρνανε και από ένα καραμελένιο κοκοράκι.

Πίσω από τον Άγιο Νικόλαο ήτανε το αρχοντικό της κυρά Μήτσαινας. Καλωσυνάτη γυναίκα, πονόψυχη. Το ξέρανε τούτο τα παιδιά, γι αυτό αφήσανε να της τα πούνε  τελευταία τελευταία. Που ξέρεις? Μπορεί μαζί με τη δραχμίτσα που σίγουρα θα τους έδινε, να τους γέμιζε και τις τσέπες στραγάλια μαζί με σταφίδες. Το ακούτε? Σταφίδες! Θεούλη μου!! Τι γλυκιές που ήτανε!?

Όταν φύγανε από κει φχαριστημένα και τρέξανε σπίτι για να μετρήσουνε τις δεκάρες μαζί με τη δραχμή στη μάνα τους και να προφτάσουνε το φούρνο να πάρουνε ψωμί, η μάνα τους μόλις είδε τη δραχμή τα μάλωσε και τους είπε να τρέξουνε ολοίσα να την δώσουνε πίσω στη κυρά Μήτσαινα. Παραξενευτήκανε τα παιδιά αλλά κάνανε ότι τους είπε η μάνα. Και τότε , δεύτερη απορία τους περίμενε. Η κυρά Μήτσαινα  όταν της δώσανε τα παιδιά το νόμισμα, διαπίστωσε ότι αντί να τους δώσει δραχμή όπως συνήθιζε, πάνου στην φούρια της και κουρασμένη από τις δουλειές , τους είχε δώσει μια λίρα , από κείνες που έκρυβε για την προίκα της κόρης της.

Περιμένετε παιδιά μια στιγμή!! Είπε. Μπήκε μέσα και τους έφερε από ένα λαχταριστό μελομακάρονο. Φάτε το παλλικαράκια μου , τους είπε, και να πάτε να πείτε στη μάνα σας  να έρχει εδώ τώρα αμέσως γιατί τη θέλω. Όταν γυρίσανε τα παιδιά και τόπανε, η μάνα έτρεξε ανήσυχη.

Τι έγινε κυρά Μήτσαινα? Γιατί με κάλεσες? Κάνανε τίποτα  κακό τα μωρά μου?

Κάτσε, της είπε εκείνη. Να σε τρατάρω και να στα πω. Τα μωρά σου δεν κάνανε τίποτα γιατί είναι μωρά και αθώα. Εσύ όμως έκανες μια τίμια πράξη. Μέσα στην αναμπουμπούλα έκανα λάθος και συ με διόρθωσες. Λέω όμως μήπως το λάθος μου ήτανε θέλημα Θεού. Έπρεπε κάποιος  να σε νοιαστεί κόρη μου και ο Θεός έδωσε το χρέος αυτό σε μένα. Ευλογημένο το όνομα του. Κάτσε κοντά στο τζάκι και περίμενε.

Η Μήτσαινα παραμέρισε στην άλλη κάμαρη του σπιτιού και σε λίγο φάνηκε με ένα μεγάλο δέμα με ρουχικά για τα παιδιά και τη μάνα. Το σπίτι της ήτανε γιομάτο από δαύτα .Εντολή Κυρίου να το ξαλαφρώσει λίγο .Ύστερα γιόμισε ένα κοφίνι με κρέας χοιρινό, ένα λουκάνικο , γλυκίσματα και ένα φρέσκο καρβέλι.

Αυτά για σένα και τα παιδιά σου, είπε της χήρας. Όταν εκείνη συγκινημένη θέλησε να της φιλήσει τα χέρια και να την ευχαριστήσει, η κυρά Μήτσαινα της είπε με καλωσύνη.

Όχι σε μένα κόρη μου. Το Θεό να ευχαριστήσεις όπως θα τον ευχαριστήσω και γω για τη χαρά που μου έδωσε να μπορέσω να γιορτάσω τον ερχομό του Κυρίου λογιάζοντας και τον πλησίον μου.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου