Οι αντιδράσεις για το περιβόητο στιγμιότυπο με τον Μυστικό Δείπνο -που οι ίδιοι οι Γάλλοι αναφέρουν σαν Μυσικό Δείπνο στις ανακοινώσεις τους στην τηλεόρεση, συνεχίζονται με μεγαλύτερη ένταση και μεγάλοι χορηγοί έχουν ήδη αποσύρει τις χορηγίες τους.
Τι δεν "κατάλαβε" λοιπόν ο πλανήτης στο μεγάλυτερο μέρος του και γιατί προκάλεσε τόσες αντιδράσεις όσο καμιά άλλη εμφάνιση Drag?
Πρώτα από όλα η ομοιότητα με τον πίνακα του Μυστικού Δείπνου που προσβάλει τα θρησκευτικά συναισθήματα των πιστών. Όσο και να λένε ότι είναι το Συμπόσιο των Θεών, δεν πείθουν γιατί και έτσι να είναι, θα έπρεπε να σκεφτούν το πόσοι από τα δισεκατομύρια τηλεθεατών στην Γη, ξέρουν τον έναν πίνακα και πόσοι τον άλλον. Επομένως θα έπρεπε να είχαν κάνει την πολύ απλή σκέψη που την κάνει και ο τελευταίος ΄άνθρωπος αν του έθεταν ένα τέτοιο δίλλημα.
Ας ξεπεράσουμε όμως το θρησκευτικό μέρος και ας πάμε στο παιδί που σε λίγα εκαστοστά από το πρόσωπο του είναι τα αρχίδια κάποιου.
Πως είναι δυνατόν να το δει αυτό σαν τέχνη κάποιος? Ακόμα και αν το βλέπει έτσι, ας πάει να το κάνει αναπαράσταση στο πιο κοντινό του παιδί και σίγουρα θα καταλήξει στο νοσοκομείο η στην φυλακή. Τι θα τους έλεγε? Ότι αναπαράγει ...τέχνη?
Αυτό το στήσιμο περιέχει τις έννοιες- έκφυλος- διαφθορά- χυδαιότητα-ακολασία , και τις έννοιες τις διαβάζουμε στο λεξικό.
Τώρα κυκλοφορούν πολλές φωτογραφίες με άλλους πίνακες και άλλες εκδοχές πολιτικές η αστείες του Μυστικού Δείπνου, λέγοντας , ότι αυτές δεν σας πείραξαν αλλά σας πείραξε αυτή?
Μα καμιά από αυτές δεν είναι- έκφυλη η χυδαία. Καμιά δεν προσβάλει τις βασικές αρχές τις ευπρέπειας . Αυτό λοιπόν που δημιούργησε τον θυμό και τις έντονες αντιδράσεις είναι ο συνδιασμός στην επίθεση που ένιωσε ο κάθε τηλεθεατής στην πνευματική του υπόσταση, στην θρησκευτική του πίστη, στο ηθικό του οικοδόμημα και στην ψυχολογική πίεση να αντικαταστήσει όλο το πάρα κάτω λεξιλόγιο με τις λέξεις" καλοσύνη- συμπερίληψη- ανεκτικότητα"
Διαβάσουμε τον νόμο.
(337 ΠΚ) Όποιος με χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα, με προτάσεις που αφορούν γενετήσιες πράξεις, με γενετήσιες πράξεις που τελούνται ενώπιον άλλου ή με επίδειξη των γεννητικών του οργάνων, προσβάλλει βάναυσα την τιμή άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση έως ένα (1) έτος ή χρηματική ποινή.
Όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης θέσης εργασίας, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη.
Όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης θέσης εργασίας, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη.
- έκφυλος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἔκφυλος (αφύσικος) < ἐκ + φῦλον, σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική dégénéré.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε έκ- + φύλ(ο) + -ος. [2]
- ΔΦΑ : /ˈek.fi.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : έκ‐φυ‐λος
έκφυλος, -η, -ο
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ακόλαστος 1 -η -ο [akólastos] Ε5 : α.που ζει μια ζωή γεμάτη ηδονές, χυδαίες απολαύσεις: Ένας ~ γέρος. β. που χαρακτηρίζει έναν ακόλαστο άνθρωπο, που ταιριάζει σε αυτόν: Aκόλαστη ζωή. Aκόλαστες επιθυμίες.
ακόλαστα ΕΠIΡΡ: Zει ~. [λόγ. < αρχ. ἀκόλαστος]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ακόλαστος 2 -η -ο : (οικ.) που δεν κολάστηκε, που δεν αμάρτησε.
[α- 1 κολασ- (κολάζω)ΙΙ -τος]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ακόλαστος, -η, -ο [akólastos]
- ① incontinent, profligate, depraved, loose, dissolute (near-syn ασελγής, άσωτος, έκδοτος σε ηδονές, έκλυτος, έκφυλος, ηδυπαθής, λάγνος, παραλυμένος, φιλήδονος, ant εγκρατής, φρόνιμος):
- ~ άντρας (άνδρας) a dissipated man |
- ένας γέρος ~ a profligate old man (syn ένας γεροπαραλυμένος) |
- ακόλαστη γυναίκα a wanton woman |
- ζω ακόλαστη ζωή live a dissolute (profligate) life |
- ακόλαστο πάθος |
- ακόλαστο χάδι |
- ένα μυστικό ακόλαστο, ντροπιασμένο |
- ακόλαστοι χοροί |
- επιθυμίες για ακόλαστες πράξεις |
- ακόλαστη χρήση της λέξεως licentious use of the word |
- η ακόλαστη φεουδαρχία των συντεχνιών του μεσαίωνα |
- το να μη μπορής να συγκρατήσης το θυμό σου είναι απαίδευτο και ακόλαστο (Vrettakos) |
- μ' επήρ' εκείνη απάνου της και το στόμα κόλλησε στο δικό μου ... και γελαστή τα 'καμε τα χείλη της ακόλαστα (Palam) |
- o ~, ο παραδομένος στο δαίμονα της ηδονής Mπωντλαίρ (Panagiotop) |
- (ο Πασκάλ) |
- από έκλυτος και ~ κατέληξεν ασκητής (Papatsonis) |
- κρύβει τη λάσπη του στις σκιές ... της νυκτός που σέρνονταν έξω στο δρόμο σαν ακόλαστη ύαινα (Kanellis) |
- poem όμως εκείνη η πυρκαϊά ...| πλούτη, γυναίκες, θησαυρούς απ' τον οχτρό θα κρύψη |
- μαζί με τον ακόλαστο που ψυχοπαραδέρνει (Malakasis) |
- ... δε σε νοιάζει η μανία |
- του χυδαίου, που ολοένα πιο ακόλαστη |
- στην περήφανη γίνεται ωδή μου (Skipis)
- ⓐ overabundant, profuse, luxuriant (syn οργιαστικός, οργιώδης):
- ακόλαστη βλάστηση (syn οργιαστική βλάστηση) |
- μας ιστόριζε την έπαυλη του πρίγκιπα ..., τη βλάστηση τριγύρω της ακόλαστη, τα δάση και τους κήπους (Palam)
- ② relig not punished or subject to punishment w. the tortures of Hell, of sinners (ant αμαρτωλός, κολασμένος)
- ⓑ not sinning, not sinful (in act or thought):
- κανένας δεν είναι ~ σε τούτο τον κόσμο |
- τα γυναικοκαμώματα δε μας αφήνουν ακόλαστους
[fr AG ἀκόλαστος]
- ① incontinent, profligate, depraved, loose, dissolute (near-syn ασελγής, άσωτος, έκδοτος σε ηδονές, έκλυτος, έκφυλος, ηδυπαθής, λάγνος, παραλυμένος, φιλήδονος, ant εγκρατής, φρόνιμος):
γραφή - χυδαίος -α -ο [xiδéos] Ε4 : που τον χαρακτηρίζει η έλλειψη ηθικής και ευπρέπειας: ~ άνθρωπος. Xυδαία συμπεριφορά. Έχει κάτι το χυδαίο επά νω του. Xυδαίες λέξεις / εκφράσεις / χειρονομίες, κυρίως αυτές που αναφέρονται στο σεξουαλικό τομέα. Xυδαία γλώσσα, μειωτικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούσαν οι οπαδοί της καθαρεύουσας για τη δημοτι κή γλώσσα. || ~ υλισμός, απλοποίηση της θεωρίας του υλισμού.
χυδαία ΕΠIΡΡ: Tον έβρισε ~. Φέρθηκε πολύ ~. [λόγ. < ελνστ. χυδαῖος `κοινός΄ σημδ. γαλλ. vulgaire και κατά τη σημ.
διαφθορά θηλυκό
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του διαφθείρω
- η βιωμένη (ιδίως σεξουαλική) ανηθικότητα
- η καταπάτηση της ηθικής, των γραπτών ή άγραφων νόμων, κατά τρόπο συστηματικό, και ιδίως η δωροδόκηση (κρατικών) λειτουργών ή υπαλλήλων
- Όντως, κανείς και ξέρετε γιατί? Μπορείτε να το δείτε και μόνοι σας. Γιατί απλά ήταν ένα ευπρεπές όμορφο καλλιτεχνικό show. Γεμάτο χορό, χαρά, τέχνη με σεβασμό στον θεατή. Δεν προσπάθησε το drag να γίνει κάτι άλλο από αυτό που είναι, και για αυτόν τον λόγο κανείς δεν είπε τίποτα.
- Τώρα όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά...Ας διαβάσουμε πάλι λοιπόν τα λεξικά και ας αποφασίσουμε το τι σημαίνουν οι λέξεις.
- χυδαίος -α -ο [xiδéos] Ε4 : που τον χαρακτηρίζει η έλλειψη ηθικής και ευπρέπειας: ~ άνθρωπος. Xυδαία συμπεριφορά. Έχει κάτι το χυδαίο επά νω του. Xυδαίες λέξεις / εκφράσεις / χειρονομίες, κυρίως αυτές που αναφέρονται στο σεξουαλικό τομέα. Xυδαία γλώσσα, μειωτικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούσαν οι οπαδοί της καθαρεύουσας για τη δημοτι κή γλώσσα. || ~ υλισμός, απλοποίηση της θεωρίας του υλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου