Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

 Η ΝΕΡΑΪΔΑ...

Της Μαρίκας Βουλή

Σούρουπο του Δεκέμβρη του '65...
Χειμώνας βαρύς στην Κάρυστο. Οι δρόμοι αφιλοξενοι για παιχνίδια. Είχαμε μαζευτεί γύρω από το μαγγαλι και η μάνα μου μας μαλωνε να μη βαζομε τα πόδια μας απο πάνω, για να μην κάνουμε χιονιστρες. Ο πατέρας μου, ότι γύρισε από την αγορά κι ακούστηκε η περπατησια του στη μακελινη... "Όλα τα μαγαζιά κλεισανε νωρίς απόψε και δεν πρόλαβα να σας φέρω λίγη θρεψινη".... Έτσι μας είπε κι έβγαλε την τραγιασκα του, μουσκεμενη από το χιονονερο. Η μανιτσα μου με τις ιστορίες τις παλιές που μας έλεγε, έκανε την ώρα να περνάει γλυκα. Όλοι κρεμομασταν από τα χείλη της, μέχρι που βαραιναν τα βλεφαρα μας, κι ευχαριστημενοι, πηγαίναμε για ύπνο. "Απόψε παιδατσα μου θα σας πω μια ιστορία που είναι αληθινή. Γιατί μη νομιζετε, όλα τα παραμύθια είναι γινωμενα! Δωνα, πιο πάνω στους Αλαμανεους, ο Βαγγέλης του κυρ Παναγή, ζωντανός είναι ρωτήστε τον να σας πει αν σας λέω ψέμματα... Όταν ήτανε παλικάρι πάνω στα ντουζενια του, ήτανε χρόνια νεροκτρατης. Ένα βράδυ, ότι είχε τελειώσει τη δουλειά του μέσα στα περιβολια, καβαλησε το άλογο του να πάει στο σπίτι του. Η ώρα ήτανε λέει δώδεκα νταν! Παραωρα βλέπεις, ότι πέρναγε μέσα από το ρεμα στους Αλαμανεους, βλέπει μια όμορφη ξανθιά κοπέλα με τα μαλλιά λυτα, μέχρι τη μέση του κορμιου της, κι ανέβηκε στα καπουλια του αλογου του. Ήτανε νεράιδα! Τρελάθηκε από την ομορφιά της! Έκανε να την αγκαλιασει, να τη φιλησει, μονε θυμήθηκε τα λόγια του πατέρα του που τον είχε ορμηνεψει... 'Αν τύχει και μέσα από τα ρεματα που περνάς σου βγει στο δρόμο καμία νεραιδα, γιατί εκεί μέσα τριγυρνανε, να αναψεις αμέσως τσιγάρο. Θα φύγει στη στιγμή' Λόγος κι έργος. Τη λαχτάρα του τη νίκησε ο φόβος... μανι μανι, άναψε ένα τσιγάρο, κι ώσπου να τραβήξει την πρώτη ρουφηξια, η νεραιδα έγινε καπνός. - Βρε γιαγιά, μπας και τον είχε πάρει ο ύπνος πάνω στο άλογο και ονειρευτηκε? - Όχι Νικολατση μου, όταν του το είπανε του κακοφανηκε. Ξυπνιος ήτανε! Να το ξέρετε. Όταν είσαστε έξω παραωρα, να έχετε πάνω σας ένα κομματάκι ψωμί. Δε θα σας πειράξει τίποτα. Η ένα τσιγάρο οι πιο μεγάλοι. Άμα δε με πιστεύετε, ρωτήστε τον Ηλία του Κοψαφτη. Έπαθε κι αυτός το ίδιο! Τόνε πήγε η νεραιδα από το ρεμα μέσα στους Αλαμανεους, μέχρι τους Βαρδιανους και ύστερα εξαφανίστηκε. Αυτός φαίνεται, δεν είχε πάνω του τσιγάρο. Τρεις μέρες κάνανε να του πάρουνε τη μιλια του! Τι τον ξορκισανε με τον απιγανο... Τι τον πηγαινανε στην κυρά Ντουντου να τον ξεματιασει... Τι τον διαβασανε τρεις παπάδες... Αυτός τίποτα! Την τριτη μέρα πια του πήρανε τη μιλια, αλλά δεν έβλεπε το καλό του. Καθοτανε απομουρωμενος, κοιταγε το δρόμο πέρα από τα περιβολια κι όλο αναστεναζε... Η μάνα του η κακομοιρα, όλο τον λιβανιζε... Ώσπου μια μέρα, όπως καθοτανε στην παγκαδα του σπιτιού τους κάτω από τη μουρια απονοημενος, μπήκε στο σπίτι τους η Παγωνα, πάνω από τα Ρουκλια. Την έστειλε η γιαγιά της να γυρεψει λίγο δυοσμο δανεικο, από την αλτανα του κήπου τους. Όμορφη κοπέλα να την πιεις στο ποτήρι! Τα μάτια της καταγαλανα! Τα μαλλιά της καταξανθα, λυτα στο πρόσωπο της που ήταν σαν το φεγγάρι! Σαν την ειδε, λωλαθηκε! Σα να ξύπνησε από έναν βαρύ ύπνο. Πετάχτηκε πάνω και της φώναξε ξετρελαμενος "Νεραιδα! Αχ ρε νεραιδα! Με παιδεψες αλλά ήρθες! Δε σε αφήνω να φύγεις, ο κόσμος να χαλάσει!" Αμέσως έστειλε προξενια στη μάνα της και την παντρεύτηκε. Κάνανε και δύο κληρες. Ένα σερνικο κι ένα φηλυκο. Την αγαπησε τρελά! Και τώρα ακόμα, που πέρασε η ηλικία τους, την έχει μη σταξει και μη βρέξει. Σε όλη τους τη ζωή δεν είχε άλλο όνομα... Νεραιδα την ανεβαζε, Νεραιδα την κατεβάζε! Και μέχρι τώρα, ετσι τηνε φωνάζει. Και της έμεινε από τότε. Η Παγωνα η νεραιδα! Κι αν δεν την πεις Νεραιδα... δεν τη βρίσκεις!! Μ.Β.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μουσικό Οδοιπορικό της Χρυσούλας Παλιούρη.

  Η Χρυσούλα Παλιούρη παίζει Καρυστινή Λύρα, έχει μάθει τσαμπούνα με δάσκαλο τον Γιάννη Μαμά, και με μεγάλη προσήλωση και ενθουσιασμό, προσπ...