Αντιγράφουμε από τα "ΦΥΛΛΑ ΦΤΕΡΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΥΣΤΟ" ΤΟΜΟΣ Β. 10/11/1988 .
" Ο Χαλκιδαίος αντιστασιακός Σωτήρης Παπαστρατής, στην ετήσια έκδοση του 1981 στην Εφημερίδα 'Προοδευτική Εύβοια" περιγράφει ρεαλιστικά τον τρόπο φυγάδευσης ορισμένων ομάδων και ατόμων κατά το 1944 από τις ανατολικές ακτές της Εύβοιας και ιδιαίτερα από τους Τσακαίους , όπου μάλιστα είχε εγκατασταθεί μια ομάδα με αρκετούς Καρυστινούς αντάρτες.
Ο κ.Παπαστρατής, κατανομάζει και τα σημεία της ανατολικής πλευράς της Εύβοιας από όπου έφευγαν οι Έλληνες πατριώτες από την Χιλιασού της Κεντρικής Εύβοιας μέχρι το Γιαννίτσι ,χωρίς να προχωρήσει νοτιώτερα. Σημειώνει όμως , ότι κάθε ορμίσκος της νότιας ακτής του νησιού , κάτι έχει να διηγηθεί για τις διαφυγές αυτές. Και πράγματι. Το Καστρί το δικό μας , έχει πολλά να διηγηθεί για τα γνωστά μας πρόσωπα και πράγματα. Ποιος περίμενε όμως ότι κι η Παξιμάδα ακόμα που ήταν δύσκολη για σταθμό διαφυγής έχει κι αυτή να πει τα δικά της.
Ας την ακούσουμε δια στόματος, του μπάρμπα Φίλιππα του Πέρρου που μυστικά και αθόρυβα εργαζόταν στις επιχειρήσεις φυγάδευσης.
"Εμένα -λέει- με είχε βάλει μέσα στην οργάνωση ένας Κώστας Φατσής φίλος μου από τον Πειραιά. Ούτε θυμάμαι πως τηνε λέγανε την Οργάνωση. Άμα κοιτάξω το παράσξμο που μου χουν δοσμένο θα στο πω.
Είχα πολλές γνωριμίες. Οι καπεταναίοι όλοι ήταν φίλοι μου. Έχαν βάνει μερικούς στην Οργάνωση, όσους καταλάβαινα πως μπορούσαν να βοηθήσουνε. Μέσα σ' αυτούς ήτανε κι ο καπετάν Κώστας ο Γιαγκουδάκης που τον έφερα σε γνωριμία με τον Πειραιά και πέρναγε ανθρώπους στο Τσεσμέ για την Μέση Ανατολή.
Στο μαγαζί -στο καφενείο του Πέρρου_ ερχέτανε ταχτικά ο καπετάν-Κώστας κι όσο πήγαινε καλά η δουλειά αποφεύγαμε τη κουβέντα. Μια μέρα όμως που τον είδα σκεφτικό κάτι κατάλαβα.
-Έχεις πολλούς μέσα? τον ρωτάω.
-Εγώ, παρατήθηκα απ την δουλειά. Δεν πάω πια πέρα, μου λέει.
Αργά το ίδιο βράδυ καθόμαστε στο μαγαζί με τον Κώτσο το Μακρή, άλλονε καπετάνιο από το Βόλο. Κει που τρώγαμε και πίναμε ήρχε η κουβέντα για αυτούς που φέγανε.
-Κείνος ο καπετάν- Κώστας ο Γιαγκουδάκης, μου λέει, έχει αφημένα καμιά τριανταριά κάτου στη Παξιμάδα.
Εγώ έσκασα. Γιατί δεν μου το 'πε αυτό μένα ο καπετάν -Κώστας?
Το πρωί άνοιξα το μαγαζί από τις τρείς η ώρα.
Άμα είδε το φως ο καπετάν- Κώστας ήρχε ολοίσια και μπήκε μέσα .
-Βρε συ, γιατί μου'πες ψέμματα ψε βράδυ? του λέω.
-Τι να σου πω? μου λέει. Τους έχω βγάνει στην Παξιμάδα και δεν έχουν ούτε νερό, ούτε ψωμί, ούτε τίποτα. Κάνε ό,το μπορείς.
Πααίνω αμέσως στο γαμπρό μου το Βαγγέλη τον Μπουρέλο. Του λέω ότι κει στην Παξιμάδα , στο νησάκι από μέσα είναι καμιά τριανταριά νοματαίοι που θα πάνε για έξω. Πάρε νερό και ψωμί και τίποτ΄'αλλο και να τους τα πας με το γαιδούρι γιατί πεινάνε οι άνθρωποι.
Έκανε όπως του΄πα .'Αμα έφτασε κει κάτου, οι άνθρωποι τον αγκαλιάσανε και τόνε φιλάγανε και τον ευχαριστήσανε τόσο πολύ που τους έκανε αυτή την εξυπηρέτηση.
Σρο μεταξύ βρίσκω τον Βαγγέλη το Λεωνίδη τον Κουτουκό, που είχαν επιτάξει την τράτα του οι Γερμανοί , δικό μας κι αυτόνε. Του λέω ότι ο Γιακουδάκης έχει βγάλει καμιά τριανταριά στην Παξιμάδα.
-Βρε του διαόλου ο γιος!μου λεέι ο καπετάν-Βαγγέλης.
-Πρόσεξε , άμε περάσεις από κει πέρνα όσο πιο ανοιχτά μπορείς μη σε δουν κάνα σημάδι οι Γερμανοί.
Σε δυο-τρεις μέρες, άμε μπουναστάρισε, πήγαν ο καπετάν-Κώστας και τους πήρε και φύγανε.
Α!Τώρα που θυμήθηκα, την δική μας ομάδα τηνέ λέγανε ΟΜΗΡΟΣ, κι ήτανε μέσα και οι Μήτσος Βασιλόπουλος -ο Μόρτης- κι ο Μήτσος ο Ξυπόλητος απ' το Σκούασι."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου