Φλεβάρης 2004- Ο ΜΙ!
Η πολύχρονη φουντωτή μουριά μπροστά στου Πέρου, είχε στείλει με απόσπαση εκείνο το Μάη, τη μόνιμη παρέα της , το Στέλιο, το Μιχάλη, το Μήτροκα το Χαρίλη, πέρα στην συνομήλικη της μπροστά στου Σαρλάνη.
Ήταν απασχολημένη εκείνη την εποχή γιατί φιλοξενούσε στον ίσκιο της και μέσα στο μαγαζί το κινηματογραφικό συνεργείο που έπαιρνε σκηνές για την καλή ταινία, Ο ΑΣΩΤΟΣ. Μαζί με τους πρωταγωνιστές, την Μοσχονά, την Ξένια Καλογεροπούλου κλπ ήταν και η γνωστή τραγουδίστρια Ζω. Όπως και ένας πανέμορφος νέος, ο Α. Ντου.
Νέοι ήτανε, Μάης ήτανε, δεν άργησε να φουντώσει το λίμπιντο της Ζω. Ό άλλος, δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι ένα βράδυ, που του είπε εκείνη να δούνε μαζί τα μαγιάτικα αστέρια ούλη τη νύχτα, εκείνος είπε, Άσε, αύριο και βλέπουμε!
Φούντωσε και κόρωσε εκείνη, και αργά πήρε το αυτοκίνητο της και βγήκε προς ανεύρεση πηγής να σβήσει την κάψα της.
Πήρε τον μοναδικό δρόμο που όπως ήταν χαλικωτός, πήγαινε μέχρι πάνου τα Αλαμανέικα και λίγο πάρα πάνω.
Η έκταση από του Σαραβάνου μέχρι Αλαμανέικα ήτανε θεική. Λέγανε πως ο Θεός ο ίδιος πήγε και ακούμπησε εκεί το κομμάτι που του περίσσεψε όταν έκανε τον Παράδεισο. Και να οι λεμονιές, μουσχομυριστές εκείνο το Μάη, και κρυμμένες πίσω από πανέμορφα κυπαρίσσια που τις προστατεύανε από τον πολύ ήλιο και τον κακό χειμώνα, στέλνανε απλόχερα τις μοσχοβολιές τους ίσαμε κάτου του Φλώρου. Τα θυμόσαστε έτσι?
Έτυχε που λέτε εκείνο το βράδυ να έχει νυχτερινή βάρδια – σκοπιά ο χωροφύλακας ο Κώστας. Σε κείνο λοιπόν το δρόμο που είχε βγει αυτός να πάρει τον αέρα του και την υπηρεσία του μέσα στις δροσιές της άνοιξης, είδε το αυτοκίνητο,μοναδικό άλλωστε και την αρτίστα μέσα να τρέχει σα τρελή. Το σταμάτησε. Να η λύση! Σκέφτηκε εκείνη και του είπε. ‘’Ελα να σβήσουμε την φωτιά!» Παραξενεύτηκε εκείνος , φωτιά γύρω δεν έβλεπε πουθενά. «Τρελή είναι τούτη» σκέφτηκε.»Πρέπει να την προστατέψω» Την πήρε λοιπόν και την έφερε στο σπίτι που έμενε κάπου εδώ κοντά μου. Σίγουρος πως είχε κάνει το καθήκον του πήγε ξημερώματα στο σπίτι του αφού τέλειωσε την υπηρεσία του και έλεγε στην γυναίκα του για το χουνέρι που τον βρήκε .Εκείνη άκουγε με προσοχή. Όταν τελείωσε την αφήγηση του η γυναίκα του τον κοίταξε επιτιμητικά και τον ρώτησε. «Εσύ τι έκανες?» «’ότι σου είπα» είπε εκείνος ..»Την πήγα σπίτι της!»
«Ε, ΝΑ!» Του είπε τότε εκείνη, ανοίγοντας τις παλάμες της σε πλούσια μούτζα. Και του επανέλαβε δυο τρεις φορές τη γνωστή λέξη που λένε σήμερα όλοι οι Έλληνες θέλοντας να χαρακτηρίσουν εαυτούς και αλλήλους.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Η διαδρομή από τα Αλαμανέικα μέχρι και την είσοδο της Καρύστου .ακόμα και μέχρι την δεκαετία του 80 ήταν όπως περιγράφεται. Ένας πανέμορφος τόπος που η ομορφιά του σε άγγιζε μέχρι τα βάθη της ψυχής σου. Το βαθύ πράσινο των κυπαρισσιών που έστεκαν ευθυτενή και πανύψηλα πλάι πλάι με το ανοιχτόχρωμο πράσινο της λεμονιάς, της Καρυστινής ποικιλίας – μαζί με το λαδί της ελιάς, κεντούσαν έναν κάμπο όλο άρωμα …Πάνε τώρα όλα..έχουμε την μνήμη να θυμάται τι σημαίνει ωραίο, και τα μάτια, να ψάχνουμε μάταια να το βρούμε .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου